Τα ερωτηματολόγια του ύπνου συνήθως συμπληρώνονται από τα παιδιά και τους γονείς τους και σύμφωνα με πρότερες μελέτες συνήθως υπάρχει έλλειψη δεδομένων που θα μπορούσε να συγκρίνει την εγκυρότητα αυτών των αυτοαναφερόμενων παραμέτρων του ύπνου. Μια νέα μελέτη, ωστόσο, δείχνει ότι αυτά τα χαρακτηριστικά ύπνου είναι σχετικά ακριβή και διαφέρουν ελάχιστα από τα αντικειμενικά μέτρα ύπνου.
Η μελέτη με την ονομασία «Tocson Children's Assessment of Sleep Apnea» συμπεριέλαβε 285 παιδιά ηλικίας 9-17 ετών, με μέση ηλικία τα 13 έτη. Το 52% των συμμετεχόντων ήταν αγόρια, το 68% ήταν της καυκάσιας φυλής και το 32% ήταν ισπανόφωνα. Στοιχεία για τα παιδιά αυτά και τον ύπνο τους, συλλέχθηκαν από τους επιστήμονες με τη χρήση πολυσωματογραφίας κατά τη διάρκεια μιας νύχτας ύπνου στο σπίτι. Ενώ, το επόμενο πρωί γονείς και παιδιά συμπλήρωσαν και ένα ερωτηματολόγιο ύπνου. Το 79% των γονικών ερωτηματολογίων συμπληρώθηκαν από τις μητέρες.
Τα αποτελέσματα της μελέτης, τα οποία δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό «Journal of Clinical Sleep Medicine», δείχνουν ότι σε σύγκριση με τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά ύπνου που καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια της πολυσυμνογραφικής διανυκτέρευσης, υπήρξε έντονη συμφωνία μεταξύ των αναφορών παιδιών και των γονέων: Τα παιδιά υπερεκτίμησαν τη διάρκεια του ύπνου τους κατά μέσο όρο 32 λεπτά και οι γονείς υπερεκτίμησαν τη διάρκεια του ύπνου του παιδιού τους κατά 36 λεπτά. Παρομοίως, τα παιδιά υπερεκτίμησαν τον χρόνο που χρειάστηκε για να κοιμηθούν - γνωστός ως «λανθάνουσα κατάσταση ύπνου» - για 4 λεπτά και οι γονείς υπερεκτίμησαν την καθυστέρηση ύπνου του παιδιού τους κατά 2 λεπτά.
Σύμφωνα με τους συγγραφείς, παρόμοιες διακυμάνσεις έχουν βρεθεί σε προηγούμενες μελέτες που χρησιμοποίησαν τη μέθοδο ακτιγραφής για να εκτιμήσουν τις παραμέτρους του ύπνου σε σύγκριση με την ολονύκτια πολυσυμνογραφία. Σε προηγούμενη έρευνα, οι ενήλικες βρέθηκαν επίσης να υπερεκτιμούν τη δική τους διάρκεια ύπνου.
Όπως ανέφερε ο Dr. Daniel Combs, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και επίκουρος καθηγητής παιδιατρικής στο College of Medicine του Πανεπιστημίου της Αριζόνα - Tucson και Banner - University Ιατρικό Κέντρο Tucson, τα απλά μέτρα για τον ύπνο, όπως η διάρκεια του ύπνου, έχουν αποδειχθεί σημαντικοί παράγοντες πρόβλεψης για την υγεία σε παιδιά και ενήλικες. Τα αποτελέσματα της μελέτης όπως είπε, δείχνουν ότι αν και δεν είναι τέλεια, η αναφορά γονέα ή παιδιού για τον ύπνο, ωστόσο εξακολουθούν να αποτελούν ένα χρήσιμο και πολύ φθηνό εργαλείο μέτρησης του ύπνου στα παιδιά.
Οι συγγραφείς της μελέτης, παρατήρησαν ότι σε περιπτώσεις με μεγάλη διαφωνία μεταξύ αναφοράς γονέων και παιδικής αναφοράς, η αναφορά παιδιών τείνει να είναι πιο ακριβής για τη διάρκεια του ύπνου. Αντίθετα, η γονική αναφορά ήταν πιο ακριβής για την καθυστέρηση του ύπνου.
Οι επιστήμονες πραγματοποίησαν επίσης μια ξεχωριστή ανάλυση παιδιών ηλικίας 9 έως 12 ετών, σε σύγκριση με τα παιδιά ηλικίας 13 έως 17 ετών. Και όπως επεσήμανε ο Dr. Combs, ήταν αναμενόμενο ότι για τους εφήβους, η αναφορά του γονέα για τον ύπνο θα ήταν λιγότερο ακριβής σε σύγκριση με την αναφορά των γονέων για τα μικρότερα παιδιά. Ωστόσο, τους εξέπληξε το γεγονός ότι δεν υπήρχε καμία διαφορά ακόμα και στις ηλικίες των εφήβων.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η μελέτη αυτή υποστηρίχθηκε και χρηματοδοτήθηκε από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας, το Ινστιτούτο Ερευνών για τα Αποτελέσματα των Ασθενών και την Αμερικανική Ακαδημία Ιατρικής.
Πηγή: https://aasm.org/self-reported-sleep-duration-study/