Η Ρωσία κατασκευάζει στην Αρκτική μία νέα μονάδα κόστους 27 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η οποία θα εξάγει πάνω από 16 εκατομμύρια τόνους υγροποιημένου φυσικού αερίου ετησίως, σε μια προσπάθεια να προλάβει τους ανταγωνιστές της στην αγορά ορυκτών καυσίμων.
Καθώς οι πάγοι λιώνουν, οι πόροι της Αρκτικής γίνονται πιο εύκολα διαθέσιμοι. Οι μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου βρίσκονται σε έναν άτυπο ανταγωνισμό για τους πόρους ορυκτών καυσίμων της Αρκτικής, είτε διεκδικώντας νέα εδάφη είτε δημιουργώντας νέες υποδομές στο σκληρό αρκτικό περιβάλλον.
Η νέα τεράστια μονάδα θα καταστήσει τη Ρωσία ως το δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα υγροποιημένου φυσικού αερίου παγκοσμίως, μετά το Κατάρ. Ο σταθμός θα βρίσκεται στην απομακρυσμένη χερσόνησο Γιαμάλ, εντός του Αρκτικού κύκλου, και θα κατασκευαστεί σε συνεργασία με τη γαλλική Total και την κινεζική CNPC. Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο, με τεράστια κέρδη από τη διανομή ορυκτών καυσίμων στην Ευρώπη, αλλά επιδιώκει επίσης να ενισχύσει τις εταιρικές σχέσεις της με νέους συμμάχους, όπως η Κίνα.
Μέχρι τις αρχές του 2019, η μονάδα θα εξάγει 16,5 εκατομμύρια τόνους ετησίως. Η ρευστοποίηση του φυσικού αερίου είναι αποτελεσματικότερη λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών, οι οποίες φτάνουν έως και τους 50 ° C, αλλά μένει να αποδειχθεί αν η μονάδα θα λειτουργεί ομαλά στο αφιλόξενο περιβάλλον.
Η Ρωσία είναι σήμερα ο τέταρτος μεγαλύτερος παραγωγός εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στον κόσμο και ο μόνος σημαντικός παραγωγός που δεν έχει ακόμη επικυρώσει τη συμφωνία του Παρισιού, αν και έχει δεσμευτεί ότι θα το πράξει. Ως εκ τούτου, οι κυριότεροι εμπορικοί εταίροι της Ρωσίας, όπως η Κίνα, η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Κορέα, η Ινδία και οι σκανδιναβικές χώρες, κατέχουν μεγάλη επιρροή στην πορεία της ενεργειακής πολιτικής της χώρας.