Μέλος της τζιχαντιστικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος και «ικανοποιημένος» από την πράξη του δήλωσε ο Σαϊφούλο Σαΐποφ, δράστης της αιματηρής επίθεσης στο Μανχάταν, όπως γνωστοποίησε την Τετάρτη η ομοσπονδιακή εισαγγελία, η οποία του απήγγειλε κατηγορίες για τρομοκρατία.
Μία ημέρα μετά την επίθεση, κατά την οποία σκοτώθηκαν οκτώ άνθρωποι και τραυματίστηκαν άλλοι 12, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατήγγειλε την υπερβολικά χαλαρή πολιτική σε ό,τι αφορά την εισδοχή μεταναστών και απαίτησε η δικαιοσύνη να επιβάλει τη θανατική ποινή στον Σαΐποφ, ένας 29χρονο Ουζμπέκο που μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 2010.
Σύμφωνα με το 10σέλιδο κατηγορητήριο της εισαγγελίας, στη διάρκεια της ανάκρισής του στο νοσοκομείο Μπέλβιου, όπου διακομίστηκε ο Σαΐποφ έπειτα από τον τραυματισμό του κατά τη σύλληψή του την Τρίτη, ο άνδρας δεν επέδειξε την παραμικρή μεταμέλεια και δήλωσε «ικανοποιημένος για αυτό που έκανε».
Όπως ανέφεραν μάλιστα αστυνομικοί και εισαγγελείς, ζήτησε να τον αφήσουν να αναρτήσει το μαύρο λάβαρο του Ι.Κ. στο δωμάτιο του νοσοκομείου όπου νοσηλεύεται.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, εμπνευσμένος από το άφθονο προπαγανδιστικό υλικό του Ι.Κ. το οποίο βρέθηκε στα δύο κινητά του τηλέφωνα, ο Σαΐποφ προετοίμαζε την επίθεση του «εδώ και περίπου έναν χρόνο» και αποφάσισε να τη διαπράξει χρησιμοποιώντας αυτοκίνητο πριν από δύο μήνες.
Ο ίδιος διευκρίνισε πως είχε νοικιάσει το φορτηγάκι την 22α Οκτωβρίου για να εκπαιδευτεί κι ότι διάλεξε τη μέρα του Χαλοουίν για «να είναι σίγουρος ότι θα υπήρχε πολύς κόσμος στους δρόμους», αναφέρει το ίδιο έγγραφο. Αφού παρέσυρε τους ανθρώπους, φώναξε «Αλλάχου Άκμπαρ» βγαίνοντας από το αυτοκίνητο. Σύμφωνα με την εισαγγελία, αν δεν έπεφτε πάνω σε ένα σχολικό λεωφορείο με αποτέλεσμα το ανοιχτό ημιφορτηγό να ακινητοποιηθει, ο Σαΐποφ σκόπευε να συνεχίσει να χτυπάει πεζούς και ποδηλάτες μέχρι τη γέφυρα του Μπρούκλιν, που συνδέει το Μανχάταν με το Μπρούκλιν.
Ο Σαΐποφ αναγνώρισε ότι αυτός είχε γράψει τα μηνύματα στα αραβικά που αναφέρονταν στο Ι.Κ. και βρέθηκαν κοντά στο αυτοκίνητό του από τους αστυνομικούς.
Αν και η εισαγγελία υπογράμμισε ότι η έρευνα απέχει πολύ από το να έχει τερματιστεί, τα μέχρι τώρα ευρήματα επιτρέπουν την ταχεία απαγγελία κατηγοριών σε βάρος του Σαΐποφ.
Ήδη κατηγορείται για ομοσπονδιακά αδικήματα όπως χρήση βίας, καταστροφή οχημάτων και υποστήριξη σε ξένη τρομοκρατική οργάνωση, τα οποία επισύρουν ισόβια κάθειρξη. Ο εισαγγελέας του Μανχάταν Τζουν Κιμ αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο να του επιβληθεί η θανατική ποινή.
Ο Σαΐποφ προσήχθη με αναπηρικό αμαξίδιο στο δικαστήριο, όπου του απαγγέλθηκαν κατηγορίες το βράδυ της Τετάρτης. Κατόπιν οδηγήθηκε σε φυλακή της Νέας Υόρκης, σύμφωνα με το γραφείο του εισαγγελέα.
Επιβολή θανατικής ποινής στον δράστη ζητεί ο Τραμπ
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ απαίτησε να σταματήσει αμέσως το πρόγραμμα χορήγησης θεωρήσεων διαβατηρίου από το οποίο είχε ωφεληθεί ο Σαΐποφ. Ο Αμερικανός πρόεδρος άφησε επίσης ανοικτό το ενδεχόμενο ο ύποπτος να σταλεί στη στρατιωτική φυλακή των ΗΠΑ στο Γκουαντάναμο. Ο Λευκός Οίκος έκρινε ότι ο Σαΐποφ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «εχθρικός μαχητής», κάτι που θα μείωνε δραστικά τα δικαιώματα της υπεράσπισής του.
Επίσης με ανάρτησή του στο Τwitter o πρόεδρος των ΗΠΑ ζήτησε την επιβολή θανατικής ποινής στον δράστη της επίθεσης. «Ο τρομοκράτης της Νέας Υόρκης ήταν χαρούμενος και ζήτησε να κρεμάσει τη σημαία του Ι.Κ. στο δωμάτιό του στο νοσοκομείο. Σκότωσε οκτώ ανθρώπους, τραυμάτισε βαριά 12. Πρέπει να του επιβληθεί θανατική ποινή» έγραψε.
Ενισχυμένα μέτρα ασφαλείας στη Ν. Υόρκη
Η αστυνομία επισήμανε ότι μια από τις βασικές πτυχές της έρευνας αφορά το εάν ο δράστης της επίθεσης ριζοσπαστικοποιήθηκε μετά την άφιξή του στις ΗΠΑ. Οδηγός της Uber, ο Σαΐποφ σύχναζε στο τέμενος της πόλης Πάτερσον, 60 χλμ. από τη Νέα Υόρκη, όπου είχε εγκατασταθεί πρόσφατα, αφού είχε δουλέψει ως οδηγός φορτηγών στη Φλόριντα, σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ.
Γνωστός στην αστυνομία μόνο για παραβάσεις του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, ο Σαΐποφ δεν είχε αποτελέσει ποτέ «το αντικείμενο έρευνας» του FBI ή άλλων υπηρεσιών που δρουν για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, όπως διευκρίνισε η νεοϋορκέζικη αστυνομία.
Ο δημοκρατικός δήμαρχος της Νέας Υόρκης Μπιλ ντε Μπλέζιο διαβεβαίωσε την Τετάρτη ότι δεν υφίσταται «καμιά άλλη απειλή» για την πόλη. Ωστόσο, τα μέτρα ασφαλείας στην πόλη, μια από τις πιο τουριστικές του κόσμου, ενισχύθηκαν. Η αστυνομία ανέφερε ότι διπλασίασε το προσωπικό της σε στρατηγικά σημεία, σταθμούς του τρένου, αεροδρόμια, ενώ την Κυριακή αναμένεται να διεξαχθεί ο μαραθώνιος της Νέας Υόρκης, ο οποίος κάθε χρόνο προσελκύει πάνω από 50.000 δρομείς και 2,5 εκατ. θεατές.
Τόσο ο Ντε Μπλέιζιο όσο και άλλοι αξιωματούχοι στη Νέα Υόρκη τάχθηκαν κατά του στιγματισμού της κοινότητας των μουσουλμάνων. Ο δημοκρατικός κυβερνήτης της Πολιτείας της Νέας Υόρκης Άντριου Κιούμο κατηγόρησε μάλιστα τον πρόεδρο Τραμπ πως «παίζει το παιχνίδι των τρομοκρατών» και αποπειράται «να διχάσει» και να ενσταλάξει «τον φόβο».
Η αστυνομία επιβεβαίωσε ότι από τους οκτώ ανθρώπους οι οποίοι σκοτώθηκαν την Τρίτη, οι έξι ήταν ξένοι (πέντε υπήκοοι της Αργεντινής, μία του Βελγίου). Από τους άλλους δώδεκα ανθρώπους που τραυματίστηκαν, τρεις είναι Βέλγοι κι ένας Γερμανός. Εννέα από τους τραυματίες συνέχιζαν να νοσηλεύονται την Τετάρτη, εκ των οποίων οι τέσσερις σε «σοβαρή αλλά σταθερή» κατάσταση.
Την Τετάρτη το FBI ανακοίνωσε ότι εντόπισε άλλον έναν Ουζμπέκο, τον Μουχαμαντζόιρ Καντίροφ, 32 ετών, τον οποίο καταζητούσε για να ανακρίνει. Το Ομοσπονδιακό Γραφείο Έρευνας απέφυγε να δώσει οποιαδήποτε διευκρίνιση για τον Καντίροφ ή το πού εντοπίστηκε. Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στις υπηρεσίες που χειρίζονται την υπόθεση, ο Σαΐποφ βρισκόταν σε επαφή με τον Καντίροφ και άλλο ένα άτομο.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από ΑΜΠΕ, Reuters, AFP