Του Στράτου Στρατηγάκη
μαθηματικού - ερευνητή
Μαθήματα μετά το σχολείο. Συμβαίνει μόνο σ’ εμάς ή υπάρχει και αλλού; Είναι απαραίτητα; Μα τόσο κακό είναι το σχολείο; Πολλά είναι τα ερωτήματα των γονέων όταν διαπιστώνουν ότι η δουλειά στο σχολείο δεν αρκεί για να καταφέρουν τα παιδιά τους να πετύχουν τους στόχους τους, που, συνήθως, είναι η συνέχιση των σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Το ζήτημα είναι πολύπλοκο και η πραγματικότητα είναι διαφορετική από αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι. Η συμμετοχή σε μαθήματα μετά το σχολείο (Attendance in after-school lessons) το λέει ο Οργανισμός Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασίας (ο γνωστός μας ΟΟΣΑ) είναι πολύ διαδεδομένη σε όλες τις χώρες του κόσμου. Ακόμη και στη Φινλανδία που έχει καταστεί το πρότυπο εκπαίδευσης για πολλούς το ποσοστό των 15χρονων που συμμετέχουν σε μαθήματα μετά το σχολείο ανέρχεται στο 47,4%.
Στην παρούσα μελέτη βλέπουμε τη συμμετοχή σε μαθήματα μαθηματικών μετά το σχολείο και τις επιδόσεις στα μαθηματικά, όπως τις μετρά ο διαγωνισμός PISA, με όλες τις λογικές αντιρρήσεις που μπορεί να υπάρχουν. Η δεύτερη στήλη περιλαμβάνει το ποσοστό των μαθητών που κάνει επιπλέον μαθήματα μαθηματικών. Η τρίτη στήλη περιλαμβάνει τη μέση επίδοση των μαθητών κάθε χώρας. Η τέταρτη στήλη περιλαμβάνει το ποσοστό των μαθητών με πολύ χαμηλή επίδοση. Πρόκειται για μαθητές που δεν μπορούν να παρακολουθήσουν και να καταλάβουν το μάθημα στο σχολείο και η τελευταία στήλη περιλαμβάνει το ποσοστό των μαθητών με πολύ υψηλή επίδοση στα μαθηματικά.
Στον πίνακα βλέπουμε ότι οι χώρες με πολύ υψηλές επιδόσεις στα μαθηματικά έχουν ταυτόχρονα και τα υψηλότερα ποσοστά εξωσχολικής βοήθειας. Δείτε την Ιαπωνία όπου το 69,8% των μαθητών της δικής μας Α Λυκείου κάνει επιπλέον μάθημα. Το ποσοστό των μαθητών που έχουν πολύ χαμηλή επίδοση είναι μόλις 11,1%. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες χώρες της Άπω Ανατολής με πολύ υψηλές επιδόσεις στα Μαθηματικά. Η Κορέα έχει ποσοστό μαθητών που κάνουν φροντιστήριο 66% και ποσοστό μαθητών με χαμηλές επιδόσεις μόλις 9.1%. Πρόκειται για χώρες με πολύ υψηλές απαιτήσεις εκπαίδευσης και πολύ μεγάλη αποτελεσματικότητα.
Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 37,9% των μαθητών κάνουν επιπλέον μάθημα, με το 23,1% να έχει πολύ χαμηλές επιδόσεις. Στην Ελλάδα κάνουν φροντιστήριο πολύ περισσότεροι μαθητές από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Το ελληνικό ποσοστό είναι 55,3% και το ποσοστό των μαθητών με πολύ χαμηλές επιδόσεις ανέρχεται στο 35,7%. Αυτό σημαίνει ότι περισσότεροι από ένας στους τρεις μαθητές δεν έχει τις προαπαιτούμενες γνώσεις για να παρακολουθήσει το μάθημα στην Α' Λυκείου.
Πολλοί έχουν αντιρρήσεις για το διαγωνισμό PISA, λέγοντας ότι οι δικοί μας μαθητές δεν διδάσκονται πρακτικές εφαρμογές των μαθηματικών που ζητά ο PISA, αλλά θεωρητικά μαθηματικά υψηλού επιπέδου, που οι μαθητές των άλλων χωρών δεν διδάσκονται στο Λύκειο αλλά στο Πανεπιστήμιο. Γι’ αυτό και οι Έλληνες φοιτητές στο εξωτερικό ξεχωρίζουν.
Πράγματι ο διαγωνισμός PISA εξετάζει πρακτικά προβλήματα που λύνονται με μαθηματικά. Τα δικά μας παιδιά με υψηλό επίπεδο μαθηματικών δεν μπορούν να τα λύσουν. Αλλά και στις δικές μας εξετάσεις, τις πανελλήνιες, που τα θέματα συμφωνούν με αυτά που διδάσκονται τα παιδιά η αποτυχία είναι πολύ μεγάλη. Από τα 100.000 παιδιά που γεννιούνται κάθε χρόνο αφαιρούμε τα 30.000 που πάνε στα ΕΠΑΛ, αφαιρούμε άλλες 30.000 που πηγαίνουν στη θεωρητική κατεύθυνση. Πρόκειται για παιδιά που στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν πολύ χαμηλές επιδόσεις στα μαθηματικά. Οι υπόλοιποι είναι περίπου 40.000, που έχουν κλίση στα μαθηματικά. Από αυτούς τους 41.932, για την ακρίβεια, μαθητές που έχουν επιλέξει να διαγωνιστούν στα μαθηματικά οι 29.143 έγραψαν κάτω από τη βάση. Δηλαδή μόνο 12.000 μαθητές έγραψαν πάνω από τη βάση. Το θέμα δεν είναι λοιπόν μόνο αν τα παιδιά κάνουν ή όχι φροντιστήριο. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι όπως και αν το μετρήσεις τα παιδιά δεν ξέρουν.
Ας δούμε το παράδειγμα της Πορτογαλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας, τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου. Οι μαθητές τους κάνουν επιπλέον μαθήματα σε ποσοστό 53,6%, 51,2% και 38,7% αντίστοιχα. Ίδιο ποσοστό με εμάς για τους Πορτογάλους και τους Ιταλούς χαμηλότερο για τους Ισπανούς. Το ποσοστό των μαθητών με πολύ χαμηλές επιδόσεις είναι 24,9%, 24,7% και 23,6%. Πρόκειται για ποσοστά πολύ χαμηλότερα από το δικό μας 35,7%. Αυτό είναι το πρόβλημα. Κουράζουμε τα παιδιά μας με επιπλέον μαθήματα χωρίς αποτέλεσμα, γιατί το παιχνίδι έχει ήδη χαθεί από το Δημοτικό. Για να φτάσει το 35,7% των μαθητών στην Α Λυκείου να μην καταλαβαίνει τίποτα (όποιος έχει μπει σε τάξη ξέρει πολύ καλά ότι αυτή είναι η πραγματικότητα) το πρόβλημα έχει ξεκινήσει από πολύ νωρίτερα. Η επαφή χάνεται σταδιακά. Εμείς αντί να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα αλλάζουμε κάθε τόσο το σύστημα εισαγωγής στην Ανώτατη Εκπαίδευση, βάζοντας αγράμματους στα Πανεπιστήμια, που δυσκολεύονται να τελειώσουν τις σπουδές τους και τις παρατάνε σε ποσοστό 25%. Πρόκειται περί εθνικής ήττας…