Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Το τελευταίο διάστημα το κυβερνητικό αφήγημα για το success story εστιάζει σε ένα μέτωπο που δύσκολα θα φανταζόταν κανείς ότι μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα επιτυχίας: την αγορά εργασίας. Το επίσημο ποσοστό της ανεργίας έχει μειωθεί στο 21,7% από 27,2% το 2014, με την αναπληρώτρια υπουργό Εργασίας Ράνια Αντωνοπούλου να εκφράζει προ ολίγων ημερών την πεποίθησή της ότι θα υποχωρήσει κάτω από το 20% το 2018, «σπάζοντας επιτέλους το ψυχολογικό όριο του ενός εκατομμυρίου ανέργων». Η μείωση είναι βέβαια καλοδεχούμενη, αλλά όσο και εάν έχουμε μάθει τα τελευταία χρόνια να ρίχνουμε τον πήχη των προσδοκιών και των απαιτήσεων, η γενική εικόνα παραμένει άκρως απογοητευτική.
Ακόμη και εάν δεν εστιάσουμε στη σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη, όπου η ανεργία έχει μειωθεί στο 9,1%, ή παραβλέψουμε την επισήμανση της ΕΚΤ ότι στην Ελλάδα το πραγματικό ποσοστό υπερβαίνει το 31%, μία πιο προσεκτική ματιά στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, της Εργάνης και του ΙΟΒΕ αρκεί για να δει κανείς ότι ουσιαστικός λόγος αισιοδοξίας δεν υπάρχει. Το ποσοστό της ανεργίας στις γυναίκες είναι άνω του 26% και στους νέους έως 24 ετών φτάνει το 44,4%. Βαίνει δε αυξανόμενο στην ηλικιακή ομάδα 55-64 ετών, στην οποία όποιος βρεθεί εκτός αγοράς εργασίας δύσκολα θα βρει τον δρόμο της επιστροφής. Δεν είναι η απουσία των προσόντων το πρόβλημα, είναι ότι αυτά δεν έχουν πια και τόση σημασία. Το ποσοστό απασχόλησης των απόφοιτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι περίπου 65% έναντι μέσου όρου 80% στην Ε.Ε.
Και τι είδους απασχόληση είναι αυτή; Το διάστημα Ιανουαρίου- Ιουλίου το 54,26% των νέων θέσεων που δημιουργήθηκαν ήταν μερικής απασχόλησης και εκ περιτροπής εργασίας. Θέσεις που κινούνται μεταξύ ευελιξίας και επισφάλειας, με αμοιβή χαμηλότερη των 400 ευρώ μικτά. Το φαινόμενο των ελαστικών (στα όρια του ξεχειλώματος) μορφών εργασίας είναι πανευρωπαϊκό, αλλά πουθενά αλλού δεν συναντάται με τόση ένταση όσο εδώ. Στην Ε.Ε. υπολογίζεται ότι στο σύνολο των νέων θέσεων, μερικής απασχόλησης είναι το 23%. Δεν είναι, λοιπόν, δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί το Ευρωβαρόμετρο μας θέλει σταθερά τους πλέον απαισιόδοξους στην Ευρώπη, με το 70% πεπεισμένο ότι τα χειρότερα έρχονται...