Από την έντυπη έκδοση
Του Δ. Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]
Η Ελλάδα, μετά την καταστροφική επταετία της δικτατορίας, η οποία κατέρρευσε υπό το βάρος της εθνικής προδοσίας στην Κύπρο, με επίμονες, συνετές κινήσεις διαδοχικών πρωθυπουργών και κυβερνήσεων επέτυχε να εξέλθει από το καθεστώς της διεθνούς απομόνωσής της και να καταστεί μια ευρωπαϊκή χώρα στα Βαλκάνια και τη ΝΑ Μεσόγειο, αποτελώντας πρότυπο για τις χώρες του περίγυρό της, τις οποίες και ρυμούλκησε -στην περίπτωση της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας- στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, παγιώνοντας τη θέση τους στους πολιτικοοικονομικούς θεσμούς της Δύσης.
Καθοδηγούμενη από την αντίληψη ότι η κατίσχυση της δημοκρατίας και στην Τουρκία θα απαμβλύνει και τις εντάσεις που χαρακτηρίζουν τις διμερείς σχέσεις, η Αθήνα πρωταγωνίστησε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι, το 1999, να αναγνωριστεί στην Άγκυρα η δυνατότητα να χρισθεί υποψήφια χώρα για ένταξη στην Ε.Ε., υπό τις προϋποθέσεις που ίσχυσαν για όλες τις χώρες που εντάχθηκαν στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Παράλληλα, επέτυχε να μετριάσει, ως έναν βαθμό, τα τετελεσμένα της εισβολής του Αττίλα στην Κύπρο, επιβάλλοντας την ένταξή της στην Ε.Ε., δίχως να προηγηθεί η επίλυση του πολιτικού της προβλήματος, διασφαλίζοντας τη συνέχεια της ιστορικής παρουσίας του Ελληνισμού σε μια κρίσιμη, γεωπολιτικά, περιοχή του πλανήτη, ενώ εξασφάλισε και τη συμφωνία της Άγκυρας να αχθεί στο Δ.Δ. της Χάγης το μοναδικό, μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ανοικτό ζήτημα, της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας. Η αμετάκλητη σύνδεση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής με την ευρωπαϊκή ενοποιητική διαδικασία υπήρξε μια σοφή επιλογή, όπως έδειξε η πορεία-εξέλιξη των εξωτερικών υποθέσεων της χώρας.
Αυτές οι κατακτήσεις φαίνεται το τελευταίο διάστημα να δοκιμάζονται δεινώς, γεγονός που δεν είναι απότοκο μόνον της παρατεταμένης οικονομικής - πολιτικής κρίσης στην οποία η Ελλάδα παραμένει παγιδευμένη επτά χρόνια τώρα, αλλά και ραγδαίας αλλαγής των δεδομένων στην περιοχή.
Η εντεινόμενη ρευστότητα σε όλον τον περίγυρό μας -Β. Αφρική, Μ. Ανατολή, Τουρκία-, σε συνδυασμό με την απουσία ενός αποτελεσματικού πολιτικού κέντρου ελέγχου των εξελίξεων, ενθαρρύνει την εκδήλωση και προβολή αναθεωρητικών και αλυτρωτικών βλέψεων από την Άγκυρα και τα Τίρανα, στον βαθμό που εκτιμούν ότι η πολυεπίπεδη κρίση που βιώνει η Ελλάδα έχει κάμψει και το φρόνημά της, έχει αμβλύνει την αποφασιστικότητά της να προασπίσει τα ζωτικά της συμφέροντα.
Οι στιγμές είναι κρίσιμες, η Ελλάδα δεν μπορεί να κατρακυλήσει σε καθεστώς βαλκανικής χώρας απομακρυσμένης από τις Βρυξέλλες και πάνω απ’ όλα η κυβέρνηση δεν νοείται να χειρίζεται την εξωτερική πολιτική με την αδολεσχία της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές.