Από την έντυπη έκδοση
Του Πάνου Φ. Κακούρη
[email protected]
Η επικείμενη συμφωνία στο Eurogroup της 24ης Μαΐου έχει ανάψει φωτιές στο πολιτικό σκηνικό, καθώς η κυβέρνηση τη θεωρεί επιτυχία, ενώ η αντιπολίτευση τη θεωρεί αποτυχία.
Και οι δύο πλευρές έχουν προφανείς λόγους να υποστηρίζουν αυτά που λένε, χάρη της επικοινωνιακής πολιτικής, αλλά κρίνουν μια συμφωνία η οποία για την ώρα δεν υπάρχει. Εφόσον υπάρξει, θα γνωστοποιηθεί την ερχόμενη Δευτέρα και τότε μπορούμε όλοι να κρίνουμε εκ του ασφαλούς, έχοντας το κείμενο στα χέρια μας.
Σε κάθε περίπτωση, το περιεχόμενό της θα δοκιμαστεί σε δύο μέτωπα. Αρχικά, θα κριθεί από τους οίκους αξιολόγησης. Ναι, αυτοί που βαθμολογούσαν την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας με Α, έδιναν πιστοποιητικά φερεγγυότητας μέχρι το 2007 στις αμερικανικές τράπεζες κ.λπ., καλώς ή κακώς, αυτοί είναι οι κριτές και η ετυμηγορία τους θα μετρήσει στους διεθνείς επιχειρηματικούς κύκλους και θα καθορίσει εάν η Ελλάδα θα ξαναμπεί στον διεθνή επενδυτικό χάρτη και εάν θα κινητοποιηθεί και η εγχώρια επιχειρηματική κοινότητα.
Ό,τι και αν λέμε στο εσωτερικό δεν μετράει καθόλου, όπως έχει αποδείξει η πρόσφατη και παλαιότερη ελληνική οικονομική ιστορία. Οι επιλογές των επιχειρηματιών απέχουν αρκετά από τις πολιτικές κορόνες.
Ο δεύτερος παράγοντας, με εξίσου βαρύνουσα σημασία, είναι το ελληνικό νοικοκυριό. Το πώς θα βιώσει δηλαδή τη συμφωνία, τι θα αλλάξει στην καθημερινότητά του από το πακέτο των μέτρων ύψους 5,4 δισ. ευρώ και την απειλή ενεργοποίησης του «κόφτη» των δαπανών, αλλά και από τη ρύθμιση του χρέους. Το όφελος που μπορεί να προσδοκά ο Έλληνας πολίτης είναι η βελτίωση του κλίματος, που θα φέρει παραγωγικές επενδύσεις, οι οποίες θα προσφέρουν θέσεις απασχόλησης και νέα εισοδήματα.
Ωστόσο, άμεσα θα κληθεί να πληρώσει αυξημένους φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, που θα συρρικνώσουν ακόμη περισσότερο το εισόδημά του και θα περιμένει σε βάθος χρόνου τα οφέλη από τη ρύθμιση του χρέους. Είναι δύσκολο να του ζητήσει κανείς να επιδείξει καρτερία, έπειτα από μια εξαετία αφόρητης πίεσης.
Αυτά είναι τα κρίσιμα στοιχήματα. Η γνώμη των οίκων αξιολόγησης, που εάν είναι θετική θα πρέπει σταδιακά να μετουσιωθεί σε επενδύσεις και αύξηση της απασχόλησης και η αντοχή και η υπομονή της κοινωνίας να περιμένει την άνοιξη της οικονομίας. Εάν είναι αρνητική, τότε δεν υπάρχει λόγος να συζητάμε.
Ακόμη και αν επαληθευτεί το καλό σενάριο, δηλαδή της συμφωνίας για την αξιολόγηση και τη ρύθμιση του χρέους, υπάρχει και ένας τρίτος παράγοντας που θα κρίνει την πορεία της οικονομίας στο άμεσο μέλλον. Η συμφωνία μόνη της απλώς βελτιώνει το κλίμα και αίρει, ως ένα βαθμό, την αβεβαιότητα.
Κατόπιν, χρειάζεται κάτι απλό και συνάμα δύσκολο. Η κυβέρνηση, να κυβερνήσει.