Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Εναλλαγές ρόλων και αντιστροφή πόλων. Ηταν Φεβρουάριος του 2014, όταν το μπλόκο στη Νίκαια επισκέφθηκε ο τότε πρόεδρος της αντιπολίτευσης και ανεβαίνοντας στην καρότσα ενός αγροτικού, υποσχέθηκε: «Δεν έχουμε επιλογή: ή θα συντρίψουμε τα μνημόνια ή θα συντριβούμε».
Μας συνθλίβει η πραγματικότητα. Από τον Μάρτιο του 1995, όταν οι Θεσσαλοί πρώτοι και στη συνέχεια οι συνάδελφοί τους, από τον Εβρο μέχρι την Κρήτη, έκλεισαν την εθνική οδό Αθήνας-Θεσσαλονίκης και βασικούς επαρχιακούς οδικούς κόμβους και η τότε κυβέρνηση τους χαρακτήρισε «υπονομευτές της δημοκρατίας», ως τις κινητοποιήσεις του 1996, που ανέδειξαν την πρώτη αναγνωρίσιμη πανελλαδικά γενιά αγροτοσυνδικαλιστών και έληξαν με τις επιχειρήσεις των ΜΑΤ που ξεφούσκωσαν τα λάστιχα των τρακτέρ και λίγωσαν με ζάχαρη τις μηχανές, ως «τη μεγαλύτερη έως τώρα κινητοποίηση στον αγροτικό χώρο, που έληξε με τον καλύτερο τρόπο, οι αγρότες επιστρέφουν στα κτήματα και στα σπίτια τους» τον Ιανουάριο του 2009.
Κι όμως «βράζουν ακόμη τα αίματα, μούστος ακαταστάλαχτος», όπως έγραφε ο Ν. Καζαντζάκης. Τα μάτια και τ’ αφτιά ξετσιπώνονται και η απόσταση μεγαλώνει. Φυσικό να χάνεται το χνούδι και να συνθηκολογούμε. Δεν είναι το τελετουργικό με τα «τρακτέρ της οργής» και η «κάθοδος της γης» στην Αθήνα της παρακμής, είναι του χειμάρρου η βουή, που σκεπάζει τα πάντα και απαλλάσσει από το χρέος συγκεκριμένων πράξεων. Προσωρινά.
Καλύπτουμε τις ελλείψεις μας με συνθήματα, όταν τα πράγματα κινούνται με ασυμμετρίες.
Ποιοι είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, ποιοι παριστάνουν τους ιππότες, ποιοι κλείνουν πόρτες, όλα ένα κουβάρι. Ο θόρυβος, τα καπνογόνα, οι ντομάτες και οι πέτρες, οι σκηνές στο Σύνταγμα, οι κατσούνες, τα κεφαλομάντιλα, τα στιβάνια, αυτά δίνουν τα «πατήματα». Ανέγγιχτα τα προβλήματα.
Καταδίκη των επεισοδίων με αντιδικία, τροφή για νέα φασαρία, κερδίζει η πονηρία σε μια παραδοσιακή λιτανεία που καλύπτει πραγματική αδυναμία.