Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Ιωαννίδη
[email protected]
Τελειώνει ένας χρόνος που αξίζει να τοποθετηθεί σε ξεχωριστή θέση στην περίοδο των μνημονίων. Της επίσημης δηλαδή παραδοχής ότι η χώρα δεν μπορεί να λειτουργεί χωρίς στήριξη με δανεικά.
Γιατί ίσως φέτος, καθώς ο χρόνος περνά στην Ιστορία, η κοινωνία συνειδητοποιεί ότι η ελπίδα αλλάζοντας κυβέρνηση να αλλάξει και η μοίρα της χώρας είναι μάταιη.
Τελευταία μάλιστα υπάρχει μέτρηση μιας διογκούμενης δυσαρέσκειας μεταξύ πολιτών που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, που σχετίζεται με έναν κορεσμό στην έκφραση πίστης σε κάτι που τελικά δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί.
Το 2015 οι πολίτες έλαβαν μέρος σε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις και σε όλες πίστευαν ότι με την ψήφο τους θα άλλαζε το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα συνεχιζόταν ο αγώνας τους για επιβίωση, για δουλειά και προκοπή (ή πλούτο για όσους δεν χρησιμοποιούν αριστερή φρασεολογία) και για αξιοπρεπή γηρατειά.
Είχαν «τιμωρήσει» προηγουμένως τον Κ. Καραμανλή, που τους είχε ζητήσει να τον ψηφίσουν για να συμμαζέψει τα δημοσιονομικά.
Επιλέγοντας τον Γ.Α. Παπανδρέου, που τους είχε κλείσει το μάτι για καλύτερες μέρες, τον οποίον «τιμώρησαν» αργότερα γιατί υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο, έχοντας στιβαρή πεποίθηση πως ήταν δυνατό να το αποφύγει.
Αυτό υποστήριζε τότε η αντιπολίτευση της Ν.Δ. του Α. Σαμαρά και κέρδισε τις εκλογές.
Κατάφερε μάλιστα να σχηματίσει κυβερνητικό συνασπισμό με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ και να προχωρήσει στο δεύτερο μνημόνιο, με την αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ να υπόσχεται πως τα μνημόνια θα σκιστούν.
Ζητώντας εκλογές γρήγορα, κατάφερε να τις φέρει μέσω της αδυναμίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας από την τότε Βουλή στις αρχές του 2015.
Βάση της προεκλογικής του εκστρατείας ήταν το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, στο οποίο δεσμευόταν να δώσει πίσω αυτά που για ιδεολογικούς λόγους στέρησαν από όλους οι υπηρέτες των μνημονίων.
Για πολλοστή λοιπόν φορά οι πολίτες επέλεξαν αλλαγή του κυβερνώντος συνασπισμού, «τιμωρώντας» τους προηγούμενους. Νομίζοντας ότι μετά τη λιτότητα που προκάλεσαν αυτοί, η αλλαγή μόνο καλύτερα θα μπορούσε να φέρει.
Αλλά στη ζωή πολλές φορές συνήγορος στο «αναγκαίο κακό» είναι η πιθανότητα να έρθει το ακόμα χειρότερο.
Στην οικονομία μάλιστα αυτό είναι νόμος σχεδόν, όταν η κατάσταση αφορά σε ύφεση.
Η παρατεταμένη περίοδος που απαιτήθηκε για να καταλάβουν οι πολίτες ότι η χώρα πτώχευσε και θα περάσει από σκληρή λιτότητα ωσότου ορθοποδήσει, επέτρεψε ή επέβαλε για ψηφοθηρικούς λόγους την παρατεταμένη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές.
Φέτος κατάλαβαν οι περισσότεροι πως η διαρκής διαπραγμάτευση γεννά και παρατεταμένη ύφεση και παρατεταμένη ανεργία.
Οι δε συχνές αλλαγές στους κυβερνητικούς θώκους μόνο χάος στο σύμπαν των δανεικών, που κινείται η οικονομία, φέρνουν και μηδενική ανακούφιση στα νοικοκυριά.
Η τιμωρία κοστίζει ακριβά όταν γίνεται σε βάρος της συνειδητής προσπάθειας, με δουλειά και σφιγμένο ζωνάρι, για έξοδο από το τέλμα.