Τα βιοδιασπώμενα πλαστικά σπάνια διαλύονται στον ωκεανό επειδή απαιτούν βιομηχανική κομποστοποίηση και παρατεταμένη έκθεση σε υψηλές θερμοκρασίες προκειμένου να διασπαστούν, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα των Ηνωμένων Εθνών.
Τα πλαστικά απορρίμματα αποτελούν ένα σημαντικό πρόβλημα, καθώς περίπου 20 εκατομμύρια τόνοι πλαστικού καταλήγουν στους ωκεανούς κάθε χρόνο, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις του ΟΗΕ.
Τα πλαστικά διασπώνται πλήρως μόνο όταν δεν απομένει κανένα από τα αρχικά πολυμερή και διασπώνται σε διοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο και νερό.
Τα βιοδιασπώμενα πλαστικά δημιουργήθηκαν για να βοηθήσουν στη μείωση των αποβλήτων. Ωστόσο, η νέα έκθεση αποκαλύπτει πως ορισμένα πολυμερή πρέπει να εκτίθενται για παρατεταμένη διάρκεια σε θερμοκρασίες άνω των 50 βαθμών Κελσίου προκειμένου να διαλυθούν.
Αυτές οι συνθήκες είναι εξαιρετικά σπάνιο να προκύψουν φυσικά, ενώ στον ωκεανό πέρα από τη χαμηλότερη θερμοκρασία υπάρχει επιπλέον περιορισμένη διείσδυση υπεριώδους ακτινοβολίας και λιγότερο οξυγόνο.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η διάσπαση των βιοδιασπώμενων πλαστικών να χρειάζεται χρόνια για να ολοκληρωθεί. Ωστόσο ακόμα και μετά τη διάσπαση, τα υπολειπόμενα μικροπλαστικά επηρεάζουν αρνητικά το θαλάσσιο περιβάλλον.
Στην Αρκτική, η ποσότητα των μικροπλαστικών είναι τρεις φορές μεγαλύτερη από ό,τι σε άλλες περιοχές των ωκεανών, καθώς ο πάγος επιδεινώνει το πρόβλημα.
Η κακή διαχείριση των αποβλήτων έχει οδηγήσει στην εκτεταμένη παρουσία των πλαστικών στους ωκεανούς, προκαλώντας σημαντική φυσική και χημική ρύπανση στα θαλάσσια οικοσυστήματα.
Εξάλλου σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Δεκέμβριο του 2014, εκτιμάται ότι τουλάχιστον 5,25 τρισεκατομμύρια πλαστικά σωματίδια βάρους 268.940 τόνων βρίσκονται σήμερα στη θάλασσα.