Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
«Στήνουμε θέατρα και τα χαλνούμε/όπου σταθούμε κι όπου βρεθούμε/στήνουμε θέατρα και σκηνικά/όμως η μοίρα μας πάντα νικά/και τα σαρώνει και μας σαρώνει/και τους θεατρίνους και το θεατρώνη/υποβολέα και μουσικούς/ στους πέντε ανέμους τους βιαστικούς/ Σάρκες, λινάτσες, ξύλα, φτιασίδια/ρίμες, αισθήματα, πέπλα, στολίδια/μάσκες, λιογέρματα, γόοι και κραυγές/κι επιφωνήματα και χαραυγές/Ριγμένα ανάκατα μαζί μ’ εμάς/(πες μου πού πάμε; Πες μου πού πας;) (Ημερολόγιο Καταστρώματος Β’, Γιώργος Σεφέρης).
Ποιος θα αναλάβει να μας πει; «Ανθρωποι που αν δεν είχανε γίνει υπουργοί, απροσδόκητα, θα περνούσαν το υπόλοιπο της ζωής τους σ’ ένα ελληνικό χωριουδάκι κουβεντιάζοντας με τον αστυνόμο, περιμένοντας την προχτεσινή εφημερίδα της Αθήνας»; Κακίες απογοητευμένων από την πολιτική ποιητών ή συμπύκνωση επαναλαμβανόμενων παραλογισμών;
Ακόμη κι αυτά τα ερωτήματα με μπερδεύουν, πόσω μάλλον τα διλήμματα μπροστά στην κάλπη, γιατί αυτοί που τα θέτουν τους αποδίδουν απόλυτη αξία και φτάνουν σε κάποιο είδος φανατισμού, στο πλαίσιο του οποίου η αντίθετη επιλογή είναι ανεπίτρεπτη.
Με τα διλήμματα έχω προβλήματα, με τις λύσεις ανάγκης ζητήματα. Πες μου πού πάμε; Οπου αντέχουμε κι όπου βαστάμε, το πιθανότερο.
Ολα τ’ άλλα στην εποχή της τριλογίας των μνημονίων, όπου η ελπίδα έχει γίνει λεπίδα -ποιος θα είναι πρώτος, ποιος θα είναι δεύτερος, ποιος θα μπει στη Βουλή, ποιος θα βγει από τη Βουλή, ποιες είναι οι εκπλήξεις στα ψηφοδέλτια και γιατί έμειναν κάποιοι εκτός, οι μπαλαντέρ και οι εξπέρ- είναι πρόβες για την παράσταση. Ακόμη και ο πληθωρισμός δηλώσεων κομματικών στελεχών, που διαμορφώνουν μία στικτή εικόνα για τις μετεκλογικές συνεργασίες.
Υπάρχει λόγος σοβαρός που στήνονται θέατρα και σκηνικά. Το πρόγραμμα.
Η δραστική ουσία δεν αφήνει πολύ χώρο στη φαντασία. Οκτώ ή εννέα κόμματα, αλλά μόλις δύο πολιτικές. Και μπόλικη μικροπολιτική.