Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Δεν πρόκειται απλώς για μια διαπραγμάτευση με ιδεολογικούς ή μη όρους, με άρθρωση ή μισόλογα πολιτικού προβληματισμού, με τολμηρή ή άτολμη ρητορεία, ξεκάθαρες ή νεφελώδεις θέσεις.
Είναι μια παλιά ιστορία, που αντικαθιστά τη στρατηγική με την τακτική. Οι στρατιωτικοί το ξέρουν καλά. Ενώ η μάχη δίνει έμφαση στον χώρο, η αντίσταση βασίζεται στον χρόνο. Δίχως αλλαγή φάσης, η επιρροή της τακτικής του χώρου αφοπλίζεται από την αντίσταση της στρατηγικής του χρόνου.
Εξηγούμαι. Θυμάστε τον αξιωματούχο των Βρυξελλών, που δήλωσε τη Δευτέρα στους «Financial Times»: «Δεν είναι τόσο δραματικά τα πράγματα, αλλά (σ.σ. η Αθήνα) έστειλε λάθος κείμενο» στους εταίρους; Θυμάστε ότι αχάραγα ο επικεφαλής του γραφείου του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «τιτίβισε» στο Twitter: «Νέα ελληνική πρόταση... Καλή βάση για πρόοδο κατά την ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής»;
Ε, λοιπόν, «πουλάκια» κελαηδούν ότι ήταν σκόπιμο το «λάθος» και ότι κάποιος/οι θρεμμένος/οι με τον αέρα των Βρυξελλών συμβούλεψε/αν την ελληνική κυβέρνηση να το κάνει, προκειμένου να αποτρέψει συντονισμένη αντίδραση των θεσμών.
Πουλάκια είναι κι ας κελαηδούν, πουλάκια είν’ κι ας λένε; Μπορεί. Μόνο που το χθεσινό πρωινό οδηγεί σε δεύτερες σκέψεις. Ξημερώματα της Τετάρτης κατέθεσαν και οι πιστωτές τη νέα πρόταση προς την ελληνική πλευρά. Δεν θα ’πρεπε να μας εκπλήσσει. Μετράει κάθε ώρα και μόνο αθεράπευτα αφελείς θα έδιναν χρόνο στην άλλη πλευρά για να οργανώσει την αντίδρασή της, ιδίως όταν καταγράφεται διαφορά φάσης στην οικογένεια των δανειστών.
Το θέμα δεν είναι ότι το ΔΝΤ «ζητά αλλαγές», γιατί ανακάλυψε ότι «οι μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να βασιστούν μόνο σε αύξηση φόρων» (το πιθανότερο είναι ότι θέλει να «σώσει την τιμή του» και βρίσκεται ήδη σε πορεία αναχώρησης) ή ότι «υπάρχουν χώρες, ειδικά οι νεότερες στην Ε.Ε., που θέλουν να κλείσουν οριστικά οι λογαριασμοί με την Ελλάδα», αλλά ότι το πολιτικό παιχνίδι συνεχίζεται, ενώ σφύριξε τη λήξη του ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Μετράει κάθε ώρα, αλλά κυρίως κάθε ευρώ, διότι «στην πολιτική δύο πράγματα έχουν σημασία: το πρώτο είναι τα λεφτά και δεν μπορώ να θυμηθώ το δεύτερο».