Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Μήπως πλησιάζει το τέλος της εποχής των μηδενικών επιτοκίων;
Eπειτα από συντονισμένες προσπάθειες μείωσης του κόστους δανεισμού σε επίπεδα ναδίρ και διοχέτευσης «πακτωλού» ρευστότητας στις αγορές μέσω συντονισμένων παρεμβάσεων, οι μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο αναδείχθηκαν σε «άγρυπνους φρουρούς», συμβάλλοντας αποφασιστικά στη διάσωση της παγκόσμιας οικονομίας, που δέχθηκε αλλεπάλληλα χτυπήματα κατά την πιστωτική κρίση του 2008 και τη μετέπειτα κρίση χρέους στην Ευρωζώνη.
Εχοντας καθησυχάσει τους επενδυτές τα τελευταία επτά χρόνια με πολύ χαμηλά επιτόκια, αγορές κρατικών ομολόγων και άλλων παρεμβάσεων, που είχαν ως στόχο τη στήριξη των αδύναμων οικονομιών και την επιστροφή τους σε πορεία σταθερής ανάκαμψης, ορισμένες κεντρικές τράπεζες αρχίζουν σιγά σιγά να αποχωρούν από τις αγορές, με ορισμένες εξ αυτών να προσανατολίζονται προς τη σταδιακή εξομάλυνση της νομισματικής τους πολιτικής, αποσύροντας τα έκτακτα μέτρα διοχέτευσης ρευστότητας.
Και σε αυτό το «κεφάλαιο» της οικονομικής ιστορίας -όπως και στην πιστωτική κρίση- πρωταγωνιστικό ρόλο έχει και πάλι η Φέντεραλ Ριζέρβ των ΗΠΑ.
Εχοντας ήδη ολοκληρώσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης τον Οκτώβριο του 2014, η αμερικανική κεντρική τράπεζα προετοιμάζεται για ένα ακόμη ιστορικό βήμα, προλειαίνοντας το έδαφος για την πρώτη αύξηση των επιτοκίων, για πρώτη φορά από τον Ιούνιο του 2006.
Το παράδειγμά της αναμένεται να ακολουθήσει και η Τράπεζα της Αγγλίας, όταν κρίνει ότι η βρετανική οικονομία αναπτύσσεται αρκετά δυναμικά ώστε να μη χρειάζεται πλέον το «δεκανίκι» της υπερχαλαρής νομισματικής πολιτικής.
Η νέα εποχή εξομάλυνσης της νομισματικής πολιτικής δεν βρίσκει ενωμένες τις κεντρικές τράπεζες, αλλά χωρισμένες σε δύο «μέτωπα»:
Την ώρα που η Fed προετοιμάζεται για αύξηση του κόστους δανεισμού, η Ιαπωνική Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεχίζουν τις «ενέσεις» ρευστότητας και τα μέτρα νομισματικής στήριξης, επιδιώκοντας την αποκατάσταση του πληθωρισμού κοντά στον στόχο του 2% και την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι ενεργοποίησε τον Μάρτιο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης ύψους 1,1 τρισ. ευρώ, το οποίο αναμένεται να διαρκέσει έως τον Σεπτέμβριο του 2016.
Από το 2007 οι κεντρικές τράπεζες έχουν διοχετεύσει συνολική ρευστότητα 11 τρισ. δολαρίων (9,8 τρισ. ευρώ) στην παγκόσμια οικονομία.
Αυτός, όμως, ο «πακτωλός» ρευστότητας είναι και ένας από τους παράγοντες που συμβάλλει στην αυξημένη μεταβλητότητα που βιώνουν οι αγορές τις τελευταίες εβδομάδες, εγκυμονώντας και τον κίνδυνο μιας νέας «φούσκας».
Ηταν, ωστόσο, και ο βασικός παράγοντας πίσω από την ευφορία των χρηματιστηρίων, οδηγώντας τις μετοχές σε επίπεδα ρεκόρ. Θα ήταν, όμως, αυταπάτη να πιστέψει κανείς ότι η ευφορία θα κρατήσει για πάντα.
Ο ίδιος ο κ. Ντράγκι, εξάλλου, φρόντισε να προειδοποιήσει τους επενδυτές να εξοικειωθούν στη νέα τάξη πραγμάτων, στέλνοντας το «μήνυμα» για τις τάσεις της νέας εποχής.