Ένα νέο μαθηματικό μοντέλο για την περιγραφή της βαρύτητας μελετούσε το τελευταίο χρονικό διάστημα ο διάσημος Αμερικανός μαθηματικός και νομπελίστας Τζον Νας, πριν το τροχαίο δυστύχημα στο Νιου Τζέρσεϊ στις 24 Μαΐου στερήσει τη ζωή στον ίδιο και τη σύζυγό του.
Αυτό αποκαλύπτουν δημοσιεύματα εφημερίδων στις ΗΠΑ και τη Βρετανία, όπως των Times του Λονδίνου, επικαλούμενα δηλώσεις φίλων και συναδέλφων του επιστήμονα, στους οποίους είχε εκμυστηρευθεί πως είχε ανακαλύψει μια εξίσωση που φαινόταν να βελτιώνει ή ακόμη και να αντικαθιστά τη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας του Άλμπερτ Αϊνστάιν.
Κλείνοντας φέτος 100 χρόνια από τη διατύπωσή της, η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας περιγράφει με εντυπωσιακή ακρίβεια τη φύση σε επίπεδο καθημερινών αντικειμένων, πλανητών ή και μεγαλύτερων κοσμικών δομών.
Ωστόσο, οι προβλέψεις της χάνουν την ισχύ τους στον μικρόκοσμο. Έτσι, η προσπάθεια του Νας ήταν μια περιγραφή της βαρύτητας που να επεκτείνεται με επιτυχία και στον «κόσμο» των ατόμων και των σωματιδίων.
Το άρθρο των Times του Λονδίνου βασίζεται σε δηλώσεις του παγκοσμίου φήμης γάλλου μαθηματικού Σεντρίκ Βιλανί, ο οποίος αναφέρει πως ο Νας συζήτησε μαζί του για τα αποτελέσματα της δουλειάς του τρεις μόλις μέρες πριν από το δυστύχημα. Ο Βιλανί χαρακτηρίζει τις ιδέες του Αμερικανού μαθηματικού ως «προϊόν ξεχωριστής έμπνευσης» και «εντελώς καινοτόμες».
Περισσότερες λεπτομέρειες για αυτές τις ιδέες πιθανότατα θα βρεθούν στο γραφείο του στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον, όπου δίδασκε εδώ και χρόνια. Εντούτοις, θα χρειασθούν μήνες ή ακόμη και χρόνια, πριν μελετηθούν διεξοδικά οι σημειώσεις που άφησε ο Νας.
Η πρώτη φορά που ο Νας αναφέρθηκε στη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας ήταν πριν από 12 χρόνια, στα πλαίσια μιας διάλεξης του στο πολιτειακό πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια. Η ομιλία του είχε τίτλο «Μια Ενδιαφέρουσα Εξίσωση» και βρίσκεται αναρτημένη στην προσωπική του ιστοσελίδα στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον.
Σε αυτήν, αναθεωρεί την έννοια των βαρυτικών κυμάτων, δηλαδή των ρυτιδώσεων στο χωροχρονικό συνεχές που προκαλεί υπό προϋποθέσεις οποιαδήποτε επιταχυνόμενη μάζα. Έτσι, προβλέπει μια μεγαλύτερη ποικιλία διαταραχών απ’ ό,τι η Γενική Θεωρία της Σεχτικότητας του Αϊνστάιν.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης οι παρατηρήσεις του για την κβαντική φυσική, η οποία φαίνεται πως το βρίσκει αντίθετο, όπως συνέβαινε και με τον Αϊνστάιν, παρά το γεγονός ότι οι προβλέψεις της συμφωνούν με τις παρατηρήσεις και τα πειράματα που αφορούν τον μικρόκοσμο.
«Μου φαίνεται πως η “κβαντική θεωρία” μοιάζει με τις βοτανοθεραπείες που χρησιμοποιούσαν οι κομπογιαννίτες», γράφει χαρακτηριστικά. «Ουσιαστικά δεν καταλαβαίνουμε τι πραγματικά συμβαίνει, ποια είναι η απώτερη αλήθεια, έχοντας απλώς ένα “συνταγολόγιο” με διαδικασίες που παρέχουν χρήσιμους και πρακτικούς υπολογισμούς, ανεξάρτητα από τη θεμελιώδη αλήθεια».
Τώρα, το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσο το πρόσφατο μοντέλο στο οποίο κατέληξε συμβαδίζει ή όχι με τις παραπάνω απόψεις, όπως τις εξέφρασε το 2003.