Του Παναγιώτη Κακούρη
[email protected]
Μέχρι τώρα, όλες οι συναντήσεις στο Brussels Group έγιναν σε «καλό κλίμα», υπήρξε «παραγωγική συζήτηση», αλλά αποτέλεσμα ακόμη δεν είδαμε.
Τις ίδιες διαρροές έχουμε και για το τελευταίο εν εξελίξει BG, που πραγματοποιείται στο Παρίσι για τεχνικούς λόγους (δεν υπήρχαν δωμάτια στις Βρυξέλλες), αλλά αυτή τη φορά πρέπει να υπάρξει αποτέλεσμα και δεν υπάρχει η πολυτέλεια της αποτυχίας.
Οι προθεσμίες είναι ασφυκτικές. Το Δημόσιο πρέπει να πληρώσει κάπου 750 εκατ. ευρώ στις 12 Μαΐου χρεολύσια προς το ΔΝΤ.
Υπό κανονικές συνθήκες μια χώρα τα χρεολύσια τα αποπληρώνει με νέα δάνεια ή και ένα μέρος με διαθέσιμα, εάν έχει βιώσιμα και πραγματικά πρωτογενή πλεονάσματα, ώστε να μειώσει και το χρέος της. Ομως στην περίπτωση της Ελλάδας, ευρισκόμενη εκτός αγορών, αποκλειστικοί δανειστές είναι οι «θεσμοί», οι οποίοι από τον περασμένο Αύγουστο έχουν ανάψει «κόκκινο» στην όποια εκταμίευση, πιέζοντας για την εφαρμογή της ατζέντας η οποία έχει συμφωνηθεί από τον Μάρτιο του 2014.
Στη συζήτηση που γίνεται οι δανειστές φέρονται να έχουν κάνει μια σημαντική παραχώρηση και δεν είναι άλλη από τη μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος. Από 3% του ΑΕΠ για φέτος που προέβλεπε το πρόγραμμα, ή 5,7 δισ. ευρώ, αποδέχονται να μειωθεί μεταξύ 1,2% και 1,5% του ΑΕΠ ή 2,2-2,8 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει μια ελάφρυνση στην ένταση της δημοσιονομικής προσαρμογής περίπου 3 δισ. ευρώ.
Αναμένουμε και από την πλευρά της κυβέρνησης τον «έντιμο συμβιβασμό» ώστε να λήξει αυτή η ιστορία, που κρατάει σε ομηρία ολόκληρη την κοινωνία.
Βέβαια, το όφελος αυτό κινδυνεύει να εξανεμιστεί από την καθυστέρηση της συμφωνίας και την απόλυτη απραξία των τελευταίων μηνών. Η κυβέρνηση ας έχει κατά νου το παράδειγμα του 2014. Αντί για πλεόνασμα 1,5%-1,8% του ΑΕΠ ή 2,7 δισ. ευρώ, ή 3,3 δισ. ευρώ, η απραξία που επιδείχτηκε από την προκάτοχό της το μετέτρεψε σε πρωτογενές έλλειμμα (σε όρους τρόικας) ύψους 82 εκατ. ευρώ.