Ο πρώτος μήνας της νέας κυβέρνησης ήταν ταραχώδης. Μέσα σε ένα κλίμα οικονομικής ανασφάλειας και κινδύνου χρηματοδοτικής ασφυξίας, η κυβέρνηση έπρεπε να πετύχει μια συμφωνία με όσο το δυνατόν καλύτερους όρους μέσα σε ασφυκτικά χρονικά όρια. Οι προεκλογικές εξαγγελίες είχαν εγκλωβίσει την κυβέρνηση με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διαπραγματευθεί έναν έντιμο συμβιβασμό. Περαιτέρω, η δυνατότητα συμμαχίας της Ελλάδας με άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού νότου ή της Ευρωπαϊκής περιφέρειας δεν ήταν εφικτή, καθώς οι περισσότερες χώρες έχουν ήδη μπει σε τροχιά σταθεροποίησης, ενώ χώρες που ήταν σε μνημόνιο βγήκαν ήδη στις αγορές (Πορτογαλία, Ιρλανδία). Η Ελλάδα αντιμετώπισε ένα πολυ αρνητικό κλίμα στην Ευρωζώνη. Παρολαυτά, ο φόβος μιας ενδεχόμενης εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, με ότι αυτό συνεπάγεται, λειτούργησε υπέρ μας και, λίγο πριν την τελική ρήξη, επετεύχθη ο αναγκαίος συμβιβασμός. Δικαίως, η κυβέρνηση δέχθηκε την συμφωνία, παρά τις σημαντικές υποχωρήσεις απο τις προεκλογικές της δεσμεύσεις, καθώς η εντολή του Ελληνικού λαού ήταν να διαπραγματευθούμε σκληρά, αλλά να παραμείνουμε στην Ευρωζώνη. Η οικονομική πραγματικότητα είνα σκληρή και χρειάζεται ρεαλισμός για να αντιμετωπιστεί, κάτι που πλέον αρχίζει να συνειδητοποιεί η νέα κυβέρνηση.
Έτσι, μετά από μια ομολογουμένως σκληρή διαπραγμάτευση, η οποία δεν απέφυγε τις λαϊκιστικές ακρότητες, φτάσαμε σε μια συμβιβαστική συμφωνία για παράταση της τρέχουσας Δανειακής Σύμβασης στο Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου 2015. Το χρονικό σημείο ήταν οριακό καθώς, ελλείψει συμφωνίας, θα είχαμε έλεγχο κίνησης κεφαλαίων και όριο αναλήψεων κατά το παράδειγμα της Κύπρου το 2013. Έτσι λοιπόν, μετά την επίτευξη συμφωνίας και την αποδοχή της λίστας μεταρρυθμίσεων από το Eurogroup, η οικονομία μας πήρε μια ανάσα για το επόμενο τετράμηνο δίνοντας στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να ξεκινήσει τις μεταρρυθμίσεις. Η έννοια της «ευελιξίας», όπως εμπεριέχεται στο κείμενο της συμφωνίας, είναι το πιο σημαντικό κέρδος της Ελλάδας, καθώς αυτό θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να αλλάξει το μίγμα πολιτικής αντικαθιστώντας κάποια μέτρα λιτότητας με ισοδύναμα μέτρα. Η αναφορά στην ανάγκη επίτευξης του απαραίτητου πρωτογενούς πλεονάσματος το 2015 ανάλογα με τις οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα επιτρέπει την μείωση του στόχου – που ήταν 3% του ΑΕΠ για φέτος - ώστε να αποφεύχθούν περαιτέρω σκληρά δημοσιονομικά μέτρα. Βέβαια, ο όρος «απαραίτητο πρωτογεννές πλεόνασμα» χωρίς αναφορά σε συγκεκριμένο νούμερο είναι αρκετά ευρύς και επιδέχεται πολλών ερμηνειών.
Το μεγάλο στοίχημα της Ελλάδας για το επόμενο κρίσιμο τετράμηνο είναι να αποδείξει ότι είναι αποφασισμένη να πετύχει τους στόχους της. Η κυβέρνηση πρέπει να αντιμετωπίσει την δυσπιστία των εταίρων μας, οι οποίοι έχουν την εμπειρία των προηγούμενων κυβερνήσεων που δεν ολοκλήρωναν τις μεταρρυθμίσεις υπό τον φόβο του πολιτικού κόστους. Η αξιοπιστία της Ελλάδας έχει πληγεί με αποτέλεσμα οι δανειστές να μην μας πιστεύουν πια. Για να μας δανείσουν τα εναπομείναντα ποσά, οι δανειστές πρέπει να πεισθούν ότι οι μεταρρυθμίσεις θα προχωρήσουν και ότι υπάρχουν ισοδύναμα μέτρα που θα αντικαταστήσουν τα μέτρα λιτότητας. Ήδη υπάρχει αυξανόμενο χρηματοδοτικό κενό, καθώς μέχρι την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης τον Απρίλιο από τους Θεσμούς, χρήματα δεν θα εκταμιευθούν από την Ελλάδα. Η κυβέρνηση πρέπει, σε μικρό χρονικό διάστημα, να αντιμετωπίσει χρόνιες παθογένειες του Ελληνικού κράτους. Κορυφαίο ζήτημα η καταπολέμιση της φοροδιαφυγής, με την διαφθορά και το λαθρεμπόριο να ακολουθούν στη λίστα των μεταρρυθμίσεων. Η ριζική αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης και της κρατικής μηχανής είναι απαραίτητη για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων. Επίσης, όσες αποκρατικοποιήσεις είναι απαραίτητες πρέπει να προχωρήσουν, αλλά στη βάση διεθνών διαγωνισμών με μεγάλη προσέλκυση επενδυτών ώστε να υπάρξει πραγματική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Αν οι μεταρρυθμίσεις δεν προχωρήσουν αποφασισιτκά αυτό το τετράμηνο, τον Ιούνιο θα έχουμε νέο χρηματοδοτικό κενό. Ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός δεν θα αργήσει να εμφανιστεί. Η Ελλάδα έχασε πολύ χρόνο εμμένοντας σε μια ατέρμονη διαμάχη μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών δυνάμεων χωρίς να γίνεται καμία ουσιαστική μεταρρύθμιση. Το αποτέλεσμα είναι, μετά από πέντε χρόνια, η Ελλάδα να παραμένει ακόμα σε πρόγραμμα διαπραγματευόμενη και νέο πρόγραμμα για μετά τον Ιούνιο. Αντίθετα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία έκαναν γρήγορα σκληρές μεταρρυθμίσεις χωρίς διχασμούς και παλινδρομήσεις και βγήκαν στις αγορές. Η Κύπρος έκανε σκληρή προσαρμογή αλλά τώρα είναι κοντά στην έξοδο από το μνημόνιο.
Συνολικά, η ελληνική κυβέρνηση κέρδισε χρόνο για να μπορέσει να ξεδιπλώσει το κυβερνητικό της πρόγραμμα και να πείσει τους δανειστές ότι έχει την βούληση να προχωρήσει τις μεταρρυθμίσεις. Το κρίσιμο στοίχημα για την κυβέρνηση είναι να περάσει επιτυχώς την αξιολόγηση και να μπορέσει διαπραγματευθεί ένα νέο πρόγραμμα με ρήτρα ανάπτυξης για μετά το καλοκαίρι. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα κάνει τη χώρα πιο ανταγωνιστική και θα εξασφαλίσει την αποπληρωμή του χρεόυς μέσω ανάπτυξης και όχι μέσω λιτότητας. Για να γίνει αυτό απαιτείται σκληρή δουλειά από όλους, πολίτες και πολιτικούς. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος, αν και ανηφορικός, για να κερδίσουμε το στοίχημα της εθνικής αξιοπρέπειας.
Δρ Παναγιώτης M. Σφαέλος - Δικηγόρος, καθηγητής, διδάκτωρ Ευρωπαϊκού Δικαίου του Πανεπιστημίου του Kent.
[email protected]