Η χρήση ιτιών και άλλων παρόμοιων δέντρων αποτελεί έναν από τους πιο οικονομικούς και αποδοτικούς τρόπους αποκατάστασης μολυσμένων εδαφών από ορυχεία, χωματερές και άλλες πηγές, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου της Ανατολικής Φινλανδίας, με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ερευνητές παρατήρησαν την ανάπτυξη ιτιών σε μολυσμένα εδάφη της Φινλανδίας και της Ρωσίας.
«Πρόκειται για μία φθηνή και αποδοτική λύση για τον καθαρισμό και την αποκατάσταση μολυσμένων εδαφών. Δεν υπάρχει καμία ανάγκη για χωματουργικά έργα, καθώς τα επιβλαβή υλικά μπορούν να εξαχθούν από το έδαφος φυσικά, με τη βοήθεια των φυτών. Επιπλέον, η βιομάζα ξύλου που καλλιεργείται στην διεργασία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για παραγωγή ενέργειας καθώς και ως πρώτη ύλη για βιοδιυλιστήρια», δήλωσε ο ερευνητής Άκι Βίλα.
Η παρακολούθηση της ικανότητας αποκατάστασης του εδάφους απαιτεί πολλά χρόνια έρευνας. Ωστόσο, με βάση τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, εκτιμάται ότι οι ιτιές μπορούν να καθαρίσουν το χώμα από ψευδάργυρο μέσα σε έξι χρόνια, από νικέλιο σε δέκα χρόνια, και από χρώμιο και χαλκό σε 15 με 50 χρόνια υπό ευνοϊκές συνθήκες, σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα.
Οι ιτιές μπορούν να αναπτυχθούν σε εδάφη με υψηλή οξύτητα (pH 3.7-4), όπως και με υψηλή μόλυνση από βαρέα μέταλλα, όπως χαλκό, ψευδάργυρο, νικέλιο, χρώμιο ή μόλυβδο.
Η «φυτοθεραπεία» εμφανίζει διαφορές μεταξύ των διαφορετικών ειδών δέντρων ιτιάς. Μετά από μία καλλιεργητική περίοδο δύο ετών, το καλύτερο ποσοστό επιβίωσης παρατηρήθηκε στο είδος Salix schwerinii. Ένα υβρίδιο του Salix schwerinii και του Salix viminalis αποδείχθηκε ο καλύτερος παραγωγός μάζας ξύλου, με 2,9 τόνους στερεάς ύλης ανά δέκα χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα.