Ενστάσεις αντισυνταγματικότητας εκφράζει η Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής για τα άρθρα 144 και 137 του νομοσχεδίου για τις «Αρχές Δημοσιονομικής Διαχείρισης και Εποπτείας (Ενσωμάτωση της οδηγίας 2011/85/ ΕΕ) - Δημόσιο Λογιστικό» που ψηφίζεται σήμερα από το πρώτο θερινό τμήμα της Βουλής. Το άρθρο 144 αναφέρεται στους συμψηφισμούς οφειλών ανάμεσα στο Δημόσιο και τους ιδιώτες.
Ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας κατέθεσε νομοτεχνικές ρυθμίσεις με τις οποίες κάνει αλλαγές και στο άρθρο 137, που αφορά τις κατασχέσεις, προκειμένου να εναρμονιστεί με την Επιστημονική Υπηρεσία.
Η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής
α) κάνει λόγο στο άρθρο 144 για «ευνοϊκότερη μεταχείριση του Δημοσίου ως οφειλέτη, έναντι του ιδιώτη οφειλέτη», η οποία «θίγει την αρχή της ισότητας, χωρίς, ούτε από την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, ούτε από αυτή του ν. 2362/1995, να προκύπτει ο λόγος δημοσίου συμφέροντος που καθιστά συνταγματικώς ανεκτή την προνομιακή μεταχείριση».
Σημειώνεται ότι στο άρθρο 144 το νομοσχέδιο επαναλαμβάνει την διατύπωση του άρθρου 94 του ν. 2362/1995, ότι «η παραγραφείσα απαίτηση κατά του Δημοσίου δεν αντιτάσσεται για συμψηφισμό», ενώ στο άρθρο 139 επαναλαμβάνει τη ρύθμιση του άρθρου 89 του ν. 2362/1995, ότι «η απαίτηση του Δημοσίου που έχει παραγραφεί αντιτάσσεται σε συμψηφισμό και για 3 έτη μετά τη συμπλήρωση της παραγραφής».
β) εγείρει προβληματισμό για άλλη ρύθμιση του άρθρου 144, συμφώνως προς την οποία, «κάθε ποσό που κατέβαλε το Δημόσιο μετά την παραγραφή της απαιτήσεως κατ’ αυτού, έστω και αν γνώριζε την παραγραφή, δικαιούται να το αναζητήσει». «Στον ιδιώτη δεν παρέχεται τέτοια δυνατότητα από τις κείμενες διατάξεις», τονίζει.
γ) στην παράγραφο 4 του άρθρου 137 ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι, σε περίπτωση ακύρωσης κατάσχεσης ή άλλης πράξης της διοικητικής εκτέλεσης, εφόσον, εντός προθεσμίας ενός έτους από την κοινοποίηση της απόφασης στο Δημόσιο, επαναληφθεί η ακυρωθείσα πράξη ή εκδοθεί άλλη πράξη «αναγκαστικής (διοικητικής) εκτέλεσης, επί του ιδίου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου, του ιδίου ή άλλου προσώπου κατά το νόμο ευθυνομένου, η με την ακυρωθείσα πράξη επελθούσα διακοπή της παραγραφής λογίζεται ως μηδέποτε εξαλειφθείσα, και οι λοιπές συνέπειες της ακυρωθείσας πράξης αναβιώνουν αναδρομικά». Η Επιστημονική Υπηρεσία προειδοποιεί ότι αντίκειται στα άρθρα 20 παρ. 1 και 26 του Συντάγματος η ρύθμιση κατά την οποία, «οι λοιπές συνέπειες της ακυρωθείσας πράξης αναβιώνουν αναδρομικά», εφόσον κατ’ αποτέλεσμα, άγει σε αναδρομική αναβίωση πράξεων που ακυρώθηκαν με διαπλαστική δικαστική απόφαση.
newsroom naftemporiki.gr