Άλλοι τέσσερις κινέζοι ακτιβιστές οδηγήθηκαν τη Δευτέρα σε δίκη, κατηγορούμενοι για διασάλευση της δημόσιας τάξης επειδή κάλεσαν αξιωματούχους να αποκαλύψουν τα περιουσιακά στοιχεία τους, στην τελευταία μιας σειράς από διώξεις ακτιβιστών οι οποίοι μάχονται κατά της διαφθοράς.
Οι δίκες μελών του «Κινήματος Νέων Πολιτών» έχουν προκαλέσει επικρίσεις από τη Δύση και οργανώσεις υπεράσπισης των δικαιωμάτων, οι οποίες τις θεωρούν απόδειξη της αποφασιστικότητας του κυβερνώντος Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας να συντρίψει οποιαδήποτε αμφισβήτηση της εξουσίας του.
Η κυβέρνηση διεξάγει εδώ και 10 μήνες εκστρατεία εναντίον του κινήματος, το οποίο ιδρύθηκε από τον Σου Ζιγιόνγκ, έναν από τους πιο γνωστούς ακτιβιστές υπέρ των δικαιωμάτων στην Κίνα, ο οποίος φυλακίσθηκε την Κυριακή για τέσσερα χρόνια.
Οι τέσσερις ακτιβιστές που δικάζονται τη Δευτέρα - οι Ντινγκ Τζιασί, Λι Γουέι, Ζανγκ Μπαοτσένγκ και Γιουάν Ντονγκ - εργάζονταν μέσα στους κόλπους του συστήματος για να πιέσουν για αλλαγή, μεταξύ άλλων καλώντας αξιωματούχους να δημοσιοποιήσουν λεπτομέρειες για τα περιουσιακά στοιχεία τους, όπως σημειώνει το πρακτορείο Reuters.
Σε βάρος τους απαγγέλθηκε η κατηγορία ότι «συγκέντρωναν πλήθος για να διαταράξουν τη δημόσια τάξη», η οποία επισύρει μέγιστη ποινή φυλάκισης πέντε ετών.
«Τα άτομα αυτά και η δίωξή τους αποτελούν μέρος ενός σχεδίου συλλήψεων δικηγόρων του δημοσίου συμφέροντος, ακτιβιστών του Διαδικτύου, θρησκευτικών ηγετών και άλλων που αμφισβητούν τις επίσημες κινεζικές πολιτικές και δράσεις», δήλωσε ο αμερικανός διπλωμάτης Ντάνιελ Ντελκ.
Ο κ. Ντελκ, δεύτερος γραμματέας στην πρεσβεία των Ηνωμένων Πολιτειών στο Πεκίνο, κάλεσε την Κίνα να απελευθερώσει αμέσως τους ακτιβιστές, να άρει τους περιορισμούς στην ελευθερία κινήσεών τους και να εγγυηθεί την προστασία τους και τις ελευθερίες που εξασφαλίζονται από τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η αστυνομία κατηγορεί τους ακτιβιστές ότι σχεδίασαν, οργάνωσαν και πραγματοποίησαν σχεδόν 30 «αγοραίες πολιτικές δράσεις», από ανάρτηση πανό μέχρι ομιλίες στις οποίες ζητούσαν την αποκάλυψη των περιουσιακών στοιχείων αξιωματούχων.