«Είναι το τελευταίο βιβλίο που γράφω για το Παρίσι και στο Παρίσι. Από εδώ και στο εξής θα περνώ τον περισσότερο χρόνο μου στην Αθήνα. Πολλοί φεύγουν τώρα από την Ελλάδα, πρέπει και κάποιος να γυρίσει. Η Ελλάδα προσφέρει αυτή τη στιγμή μεγάλα θέματα για μυθιστόρημα». Έτσι παρουσίασε ο Βασίλης Αλεξάκης το μεσημέρι της Τρίτης στο σπίτι του, στο Κολωνάκι, το καινούργιο του βιβλίο με τίτλο «Ο μικρός Έλληνας».
Το αποτέλεσμα ενός προβλήματος υγείας
«Ο μικρός Έλληνας» είναι το αποτέλεσμα ενός προβλήματος υγείας. Μια εγχείριση για ανεύρυσμα στο πόδι ανάγκασε τον συγγραφέα να μείνει για ένα μεγάλο διάστημα σε ξενοδοχείο, αφού δεν μπορούσε να ανέβει στον πέμπτο όροφο, όπου βρίσκεται το διαμέρισμά του στο Παρίσι.
«Η κατάσταση της προσωρινής αναπηρίας με έκανε να αισθανθώ και πάλι ξένος στην πόλη και να επιστρέψω στα πρόσωπα της παιδικής μου ηλικίας, τα οποία αποφάσισα να μετατρέψω σε μυθιστορηματικούς ήρωες. Σε αυτό βοήθησε ιδιαίτερα το γεγονός ότι επισκεπτόμουν καθημερινά τον κήπο του Λουξεμβούργου, όπου έχουν ζήσει ήρωες του Μπαλζάκ και του Ουγκό, αλλά και ιστορικές προσωπικότητες, όπως ο Ναπολέων και ο Ρισελιέ. Μέσα στον κήπο υπάρχει ένα κουκλοθέατρο στο οποίο έχουν παρουσιαστεί όλα τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας σε εκδοχή κούκλας. Κάπως έτσι επέστρεψα στις μορφές των παιδικών μου χρόνων, δίνοντάς τους μυθιστορηματική υπόσταση».
«Υπάρχει ζωή έξω από το μυθιστόρημα;»
«Στις περιπλανήσεις μου στο Παρίσι με την ιδιότητα του προσωρινού ανάπηρου», είπε ο συγγραφέας, «γνωρίστηκα με έναν άστεγο, ο οποίος έμοιαζε με τον Ροβινσώνα Κρούσο και με οδήγησε σ’ ένα κέντρο όπου μαζεύονται οι άστεγοι τη νύχτα και συζητούν. Με κάποιους από αυτούς έκανα εργαστήριο δημιουργικής γραφής. Δεν είναι περιθωριοποιημένοι, αλλά καθημερινοί άνθρωποι όπως όλοι μας».
«Το ερώτημα του βιβλίου είναι αν υπάρχει ζωή έξω από το μυθιστόρημα. Μέσα στο μυθιστόρημα υπάρχει σίγουρα. Έξω, όμως;»» κατέληξε ο βραβευμένος έλληνας συγγραφέας.
Φανταστικοί καρποί από τον κήπο των ηρώων
Ομολογώντας ότι από μικρός έμαθε να ονειρεύεται όχι τη νύχτα, αλλά την ημέρα, ένας συγγραφέας ανοίγει μία μαγική πύλη σε έναν απέραντο φανταστικό κόσμο, όπου όλοι οι κλασσικοί ήρωες των παιδικών μας χρόνων -και όχι μόνο- σπάνε τα όρια ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη ζωή. Ο Ντ’ Αρτανιάν, ο Συρανό, ο Ροβινσώνας, ο Ταρζάν, ο Λονγκ Τζον Σίλβερ, ο Όλιβερ Τουίστ, ο Γιάννης Αγιάννης, ο Μιχαήλ Στρογκόφ, ο Γιώργος Θαλάσσης ζωντανεύουν μέσα από τις σελίδες του καινούριου βιβλίου του συγγραφέα Βασίλη Αλεξάκη, με τίτλο «Ο μικρός Έλληνας», που -μετά τη μεγάλη του επιτυχία στη Γαλλία- κυκλοφορεί και στη χώρα μας, από τις εκδόσεις Εξάντας.
Στον αχαλίνωτο κόσμο ενός ανάπηρου συγγραφέα
Με τον τίτλο του να μνημονεύει το γνωστό φιλελληνικό ποίημα, που έγραψε ο Βίκτωρ Ουγκό τον Ιούνιο του 1828, για τον αφανισμό της Χίου από τον οθωμανικό στρατό, ο «Μικρός Έλληνας» κέρδισε το Βραβείο Γαλλικής Γλώσσας, που απονέμει από το 1986 επιτροπή ακαδημαϊκών, με την υποστήριξη της πόλης Μπριβ.
Μέσα από το νέο του μυθιστόρημα, ο Βασίλης Αλεξάκης αναρωτιέται: «Υπάρχουν, άραγε, όρια ανάμεσα στον κόσμο της φαντασίας και αυτόν που θεωρούμε πραγματικό;», βάζοντας αυτό το βασικό ερώτημα να απασχολεί τον αφηγητή του «Μικρού Έλληνα», έναν συγγραφέα προσωρινά ανάπηρο, που περιφέρεται -όπως μπορεί- στον περίφημο παρισινό κήπο του Λουξεμβούργου.
Το Λουξεμβούργο παραπέμπει τον συγγραφέα στον κήπο της Καλλιθέας, όπου μεγάλωσε και όπου τον περιμένει ο Γιώργος Θαλάσσης, το θρυλικό παιδί - φάντασμα, που -γερασμένο πια- μονολογεί για τη σημερινή κρίση της Ελλάδας.
Όπως σε όλα τα περιπετειώδη μυθιστορήματα, ο θάνατος είναι και εδώ παρών, υπό τη μορφή μιας λευκής μαριονέτας που συνεχώς μεγαλώνει, όπως ακριβώς και η Αλίκη του Λιούις Κάρολ. Ο αφηγητής αναρωτιέται μήπως ανήκει και ο ίδιος στα μυθιστορηματικά πρόσωπα, δεδομένου ότι η μοίρα τον οδηγεί, εντέλει, όπως και τον Αγιάννη, στους υπονόμους του Παρισιού.
Τεχνοτροπία προσωπικής προοπτικής
Γεννημένος στην Αθήνα, το 1943, ο Βασίλης Αλεξάκης σπούδασε με υποτροφία στην Ανωτάτη Δημοσιογραφική Σχολή της Λιλ. Μετά από 3 χρόνια, επέστρεψε στην Ελλάδα, για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία και, το 1968, μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι.
Εκεί, δούλεψε ως δημοσιογράφος, κριτικός βιβλίου στην εφημερίδα «Le Monde» και χρονογράφος. Έτσι, εξοικειώθηκε με τη γαλλική γλώσσα, στην οποία έγραψε τα πρώτα του μυθιστορήματα. Τα έργα του αντλούν και από τους δύο πολιτισμούς και είναι μεστά μιας λεπτής ειρωνείας, ενώ η τεχνοτροπία του προσφέρει στον αναγνώστη μια οικεία και προσωπική προοπτική των ιστοριών του.
Έχει, επίσης, ασχοληθεί με το χιουμοριστικό σκίτσο και τη σκηνοθεσία, έχοντας αποσπάσει βραβεία. Ως πεζογράφος, έχει τιμηθεί στη Γαλλία με τα βραβεία Αλμπέρ Καμύ, Αλεξάντρ Βαιλάτ, Σαρλ Εσμπραγιά, Medicis, το 1995, για το βιβλίο του «Η μητρική γλώσσα» και με το Βραβείο Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας, το 2007, για το βιβλίο του «μ.Χ.».