Το τελευταίο εικονογραφημένο μυθιστόρημα του Φρανκ Μίλερ «Xerxes», το οποίο επικεντρώνεται στον Ξέρξη και στον μεγάλο έλληνα πολιτικό και στρατηγό Θεμιστοκλή, μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη, με τίτλο «300: Η Άνοδος της Αυτοκρατορίας».
Η τρισδιάστατη ταινία – που θα κάνει πρεμιέρα στις ελληνικές αίθουσες στις 22 Αυγούστου - διαδραματίζεται 10 χρόνια πριν τους «300». Ξεκινάει αμέσως μετά τη μάχη του Μαραθώνα, όπου ο Θεμιστοκλής ήταν ένας από τους στρατηγούς, και καλύπτει ένα χρονικό διάστημα 10 ετών, μέχρι την ναυμαχία του Αρτεμισίου.
Επτά χρόνια μετά την επιτυχημένη ταινία του Ζακ Σνάιντερ (300) - με την ιστορική φράση «Τhis is Sparta» – οι ήρωες του Φρανκ Μίλλερ επιστρέφουν και πάλι τον Αύγουστο, με νέο σκηνοθέτη τον Νόαμ Μούρο.
COURTESY OF WARNER BROS. PICTURE
Τον ρόλο του Θεμιστοκλή αναλαμβάνει ο Σάλιβαν Στάπλετον (Gangster Squad), της Αρτεμισίας η Εύα Γκριν (Dark Shadows, Casino Royale), του Ξέρξη ο Ροντρίγκο Σαντόρο, του Εφιάλτη ο Άντριου Τίρναν, ενώ η 40άχρονη βρετανίδα ηθοποιός Λένα Χέντι υποδύεται την βασίλισσα της Σπάρτης.
Ο σκηνοθέτης Νόαμ Μούρο, αναφέρει για την νέα δημιουργία του: «το γεγονός ότι καταλήγει στη θάλασσα, μέσα σε καράβια, δίνει στο φιλμ μια εντελώς διαφορετική χορογραφία στις μάχες». Σε αντίθεση με την πρώτη ταινία που διαδραματιζόταν στο μεγαλύτερο μέρος της στα στενά των Θερμοπυλών, «εδώ έχουμε πολλές διαφορετικές τοποθεσίες, με έξι μάχες, που η κάθε μια έχει την δική της στρατηγική και την δική της τακτική. Η δυναμική των λίγων απέναντι στους πολλούς είναι όμως ακόμη εκεί. Πρόκειται για μερικές εκατοντάδες άντρες απέναντι σε έναν στρατό εκατοντάδων χιλιάδων».
Στο ρόλου του Ξέρξη επιστρέφει ο Ροντρίγκο Σαντόρο.
Για τον Θεμιστοκλή, ο Μούρο αναφέρει πως «δεν είναι βασιλιάς, αλλά ένας δημοκρατικά εκλεγμένος ηγέτης, πράγμα που κάνει την εξουσία του διαφορετική, ενώ έχει να ηγηθεί έναν διαφορετικό στρατό. Δεν πρόκειται για πολεμιστές, αλλά για απλούς ανθρώπους που δεν διψάνε να πολεμήσουν, που όπως λένε και οι ίδιοι δεν είναι Σπαρτιάτες. Όλα αυτά μεταμορφώνουν το φιλμ σε μια διαφορετική ταινία, που ακόμη κι αν κρατά την ίδια γεύση με τους «300» δεν είναι αντίγραφό της».