«Υπερβολικά ακριβό» είναι σύμφωνα με τον ανεξάρτητο βουλευτή, Κ. Μαρκόπουλο, το φυσικό αέριο για τις επιχειρήσεις στη χώρα μας.
Όπως καταγγέλλει ο βουλευτής σε ερώτηση που κατέθεσε προς τον υπουργό Ανάπτυξης, το κόστος του φυσικού αερίου στη χώρα μας φτάνει ακόμα και το 30 ή 40% του συνολικού κόστους ορισμένων κλάδων της ελληνικής βιομηχανίας με την αγορά αυτού έως και 40% ακριβότερη από εκείνη που απολαμβάνουν οι ανταγωνίστριες γειτονικές χώρες.
Συγκεκριμένα, εξηγεί ο βουλευτής, κατόπιν τις δραματικής μείωσης των τιμολογίων στη Βουλγαρία (κατά 22%) στο τέλος του προηγούμενου έτους, η Ελλάδα έχει καταστεί η χώρα με τα πλέον επιβαρυμένα τιμολόγια για τους βιομηχανικούς καταναλωτές, με το κόστος της μεγαβατώρας να είναι 55% υψηλότερο από αυτό της Βουλγαρίας.
Τα αίτια της «άδικης τιμολόγησης» είναι σύμφωνα με τον κ. Μαρκόπουλο τρία:
-
Πρώτον, οι μεσάζοντες, φυσικά πρόσωπα και εταιρείες, που πλουτίζουν από την κερδοφόρο διαμεσολάβηση τους μεταξύ του ρωσικού ενεργειακού κυκλώματος και του τελικού αποδέκτη, κράτους – καταναλωτή για την πώληση φυσικού αερίου.
-
Δεύτερον, η μη διαπραγμάτευση από την κυβέρνηση της απαλοιφής όρων στις σχετικές συμβάσεις, όπως αυτός της «ρήτρας προορισμού», όπου ο εν Ελλάδι χρήστης δεν δύναται να αγοράσει φυσικό αέριο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και πιο συγκεκριμένα την γειτονική Βουλγαρία, που θεωρητικά θα μπορούσε να προβεί σε πωλήσεις επί ελληνικού εδάφους.
-
Τρίτον, η αντιαναπτυξιακή πολιτική υψηλής φορολόγησης του ελληνικού κράτους στον ενεργειακό τομέα.
Ο κ. Μαρκόπουλος ερωτά τον αρμόδιο υπουργό εάν έχουν θεσμοθετηθεί οι σχετικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί που θα επιβλέπουν τους πάροχους και την υπογραφή των συμβάσεων με αυτούς.
Ζητεί επίσης να ενημερωθεί η Βουλή για «το πώς το υπουργείο Ανάπτυξης εξασφάλισε τα συμφέροντα του ελληνικού Δημοσίου, των ιδιωτών καταναλωτών και των ελληνικών επιχειρήσεων, όταν η χώρα μας εμφανίζεται να κατέχει τα πρωτεία της ακρίβειας των τιμολογίων φυσικού αερίου σε όλη την Ε.Ε.».