Οι συνεργοί, ποιοι είναι οι συνεργοί: Ο Τσελέντης έχει πει ότι αυτός ήταν με ρόλο εποπτείας και μάλιστα πυροβολεί κατά του Ρουσσέτη προς εκφοβισμό όταν τον βλέπει να γυρίζει προς τα δεξιά. Δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφισβητήσουμε αυτό το οποίο λέει ούτε έχει προκύψει κάποιο αντίθετο στοιχείο.
Θα μπορούσε βεβαίως να του είχε αποδοθεί ο ρόλος του οδηγού και αυτό νομίζω είναι η θέση την οποία χτίζει και φαντάζομαι θα αναπτύξει και ενώπιόν σας η Υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου, ότι οδηγός δεν ήταν ο Τζωρτζάτος γιατί οδηγός υπήρχε, ήταν ενδεχομένως ο Τσελέντης και φαίνεται αυτό από το γεγονός ότι οι Τσελέντης και Μπακατσέλος έρχονται τώρα και μιλούν για το τέταρτο άτομο, άρα αυτό είναι κατασκευή, είναι σκευωρία για να ρίξουν βάρος ευθύνης στον Τζωρτζάτο που κατά τα λοιπά, στην πραγματικότητα δεν την έχει.
Δεν προκαλεί μεγάλη εντύπωση βεβαίως κ. Πρόεδρε και κ.κ. Δικαστές, ότι ένας οδηγός που μένει μέσα στο αυτοκίνητο σε όλη τη διάρκεια των μερικών δευτερολέπτων που διαρκούν αυτές οι δυο δολοφονίες δεν έχει παρατηρηθεί. Δεν αρκεί όμως αυτός ο αρνητικός συλλογισμός για να συμπεράνουμε ότι πράγματι υπήρχε.
Θα ήθελα να θέσω υπόψη σας τα εξής: Προκύπτει από αυτά που γράφει η αστυνομία και από την κατάθεση του κ. Μπάλλου, ότι η MERCEDES πήγαινε κάθε μέρα από τον ίδιο δρόμο, έμπαινε στην Τσακάλωφ και έστριβε αριστερά στη Βουκουρεστίου κατεβαίνοντας προς τα κάτω, προς την Ακαδημίας. Για να κόψει κανείς τη στροφή της MERCEDES όπως και έγινε –αυτό προκύπτει από πάρα πολλά στοιχεία, ότι πράγματι το αυτοκίνητο της ανέκοψε την πορεία- θα έπρεπε το FIAT να παρεμβληθεί στη στροφή της MERCEDES, να μπει δηλαδή ακριβώς στο σημείο από το οποίο πέρασε η MERCEDES πηγαίνοντας προς την GODIVA.
Όταν όμως πια από τη MERCEDES έχει πέσει στην GODIVA προκύπτει από διάφορους μάρτυρες ότι το FIAT δε βρίσκεται σε εκείνη τη θέση και προφανώς δε θα μπορούσε γιατί αλλιώς θα κόλλαγε πάνω του το MERCEDES. Η κα Μαρουλάκου έχει πει ότι το FIAT είναι πια κοντά στο φαρμακείο, πιο κοντά στη διασταύρωση δηλαδή. Ο κ. Μπάλλος είπε ότι όταν πλέον το MERCEDES έπεσε στη GODIVA δεν έκλεινε το δρόμο του το FIAT, ήταν στην πάνω μεριά της διασταύρωσης.
Η κα Αρσένη που είναι και ο τελευταίος μάρτυρας αν δεν κάνω λάθος, λέει ότι όταν εκείνη πια βλέπει τη σκηνή της δολοφονίας, το FIΑΤ είναι στην άλλη μεριά της διασταύρωσης, έχει μπει πια στο κομμάτι που οδηγεί προς τον ¶γιο Διονύσιο. Είναι προφανές ότι σ’ αυτό τον ελάχιστο χρόνο που διαρκεί η επίθεση το FIAT μετακινείται για να διευκολύνει την ενέργεια. Έχει οδηγό και οδηγός είναι προφανώς κάποιος άλλος –αυτό είναι το λογικό- απ’ αυτούς οι οποίοι ένοπλοι είναι στο χώρο της δολοφονίας.
Υπάρχει ένας μάρτυρας ο οποίος έχει καταθέσει κάτι που ενδεχομένως να μας δίνει στοιχεία για τον οδηγό. Ο κ. Παυλίδης είπε «ένα άτομο εύσωμο, μελαχρινό, με μικρά μαύρα σπαστά μαλλιά και μουστάκι πυροβόλησε και μετά κάθισε στη θέση του οδηγού›. Θα μπορούσε να περιγράφει τον κ. Τζωρτζάτο αλλά είναι πολύ αβέβαιη αυτή η κατάθεση για να τη χρησιμοποιήσουμε σε πολύ μεγαλύτερη έκταση.
Ο κ. Τσελέντης όμως κατονομάζει ως οδηγό του FIAT τον Τζωρτζάτο. Λέει «είμαι 95% βέβαιος ότι αυτός οδηγούσε›. Αν κοιτάξουμε το τί λέει ο Τζωρτζάτος πειθόμαστε ακόμα περισσότερο για το ότι αυτός ήταν ο οδηγός. Να σας πω γιατί: Λέει ότι «τον είχα βάλει να παρατηρεί και να τους πει ότι έρχεται το αυτοκίνητο με τον Μομφεράτο μέσα και μετά αφού σήκωσε το χέρι ένευσε προς τους δράστες, 100 μέτρα μακριά, πήρε ένα ταξί και πήγε σπίτι του›. Μας είπε όμως η κα Ρουσσέτη ότι την ημέρα εκείνη τα ταξί είχαν απεργία και η ίδια το θυμάται καλά, πήγε στο νοσοκομείο να δει τον βαριά τραυματισμένο σύζυγό της με το αυτοκίνητο του αδελφού της.
¶ρα λέει ψέματα ο Τζωρτζάτος για το θέμα του ταξί. Γιατί λέει ψέματα για το ταξί γιατί δεν έφυγε με ταξί, έφυγε με το FIAT και μετά με κάποιο άλλο μέσο που οι δράστες χρησιμοποίησαν για να φύγουν από το σημείο στο οποίο εγκατέλειψαν το FIAT. Για να καλύψει αυτό κατασκευάσει την ιστορία του ταξί, η οποία δυστυχώς γι αυτόν αποδεικνύεται ψευδής.
Για τα άλλα που μας έχει πει, για το τί κάνει συνήθως, και από εκεί προκύπτει λογικό ότι αυτής ήταν ο οδηγός. Λέει ενώπιον της ανακρίτριας: «Τον καιρό που συμμετείχα στις ενέργειες, εγώ προσωπικά δεν χειριζόμουν τα όπλα, συνήθως οδηγούσα τις μηχανές. Στις δολοφονίες που συμμετείχα δεν είχα δει ποτέ ποιος πυροβολούσε γιατί συνήθως ήμουν σε κάποια απόσταση και περίμενα στο αμάξι ή στη μηχανή για να πάρω τους υπόλοιπους και να φύγουμε›.
Συμπεραίνω απ’ όλα αυτά κ. Πρόεδρε, κ.κ Δικαστές, ότι ο κ. Τζωρτζάτος είναι παρών, συμμετέχει στη δολοφονία ως οδηγός του FIAT και αυτή η συμμετοχή είναι σημαντική.
Υπάρχει το θέμα των τσιλιαδόρων. Έχει ειπωθεί από ορισμένους ότι ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος πρέπει να ήταν τσιλιαδόρος. Αυτό είναι μια ενδιαφέρουσα πιθανότητα, δεν υπάρχουν όμως άλλα στοιχεία και απ’ ό,τι γνωρίζω δεν κατηγορείται γι αυτό άρα δεν πρόκειται να επεκταθώ περαιτέρω σ’ αυτό το θέμα. Δεν ξέρουμε ποιοι ήταν, φαντάζομαι θα μείνει άγνωστο.
Έχω τελειώσει με την πράξη και θα ήθελα να μπω στο θέμα της ηθικής αυτουργίας, πάντα σε σχέση με τη συγκεκριμένη δολοφονία. Είναι σίγουρα από τα σημαντικότερα ερωτήματα και από τα πιο δύσκολα. Πιστεύω όμως ότι υπάρχουν πάρα πολλά στοιχεία διαθέσιμα και δεν μιλώ μόνο για μαρτυρίες και ομολογίες συγκατηγορουμένων, μιλώ για πολλά στοιχεία από τα οποία πιστεύω ότι το κατηγορητήριο είναι σωστό.
Πράγματι ο κ. Γιωτόπουλος προέτρεψε τους άλλους να δολοφονήσουν τους Μομφεράτο και Ρουσσέτη και θα σας πω για ποιο λόγο το πιστεύω αυτό. Τα χτυπήματα προκύπτει ότι τα πρότεινε ο κ. Γιωτόπουλος. Οι Χριστόδουλος Ξηρός, Τσελέντης και Τζωρτζάτος έδειξαν στις αρχικές καταθέσεις τους τον Γιωτόπουλο ως την ισχυρή μορφή της ομάδας στην οποία συμμετείχαν στην περίοδο που εξετάζουμε, περί το’ 85 και το ίδιο είπαν και άλλοι απ’ τους κατηγορουμένους.
Ο Χριστόδουλος Ξηρός γνωρίζει τον Γιωτόπουλο το ’84, καταθέτει ότι τον Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου, οι Γιωτόπουλος και Κουφοντίνας πρότειναν στους υπολοίπους το χτύπημα κατά του Τσαντ. Αντίθετα με τον Κουφοντίνα ο Γιωτόπουλος δε συμμετέχει στο χτύπημα το ίδιο, δεν είναι φυσικός αυτουργός, δεν είναι παρών.
Γενικότερα, την 17/7/2002 ο Χριστόδουλος Ξηρός όταν μάλιστα αναγνωρίζει τον Λάμπρο από φωτογραφία αν θυμάμαι καλά ως αρχηγό της Οργάνωσης τονίζει «τον αρχηγικό ρόλο του Γιωτόπουλου σε όλες τις ενέργειες που ο ίδιος είχε συμμετάσχει›. Επίσης ήταν γνωστό σε όλα τα μέλη ότι αυτός ήταν ο συντάκτης των προκηρύξεων και αυτός πρότεινε στα μέλη τον εκάστοτε στόχο.
Είπε αργότερα σε συμπληρωματική απολογία του: «Μπορώ να πω ότι στην κορυφή φαινόταν να είναι ο Λάμπρος, αυτός καθόριζε κάθε φορά τους εκάστοτε στόχους μας τους οποίους συζητούσε μαζί μας αλλά πάντα περνούσε η δική του άποψη γιατί μας έπειθε με τα ιδεολογικά του επιχειρήματα. Στη συνέχεια έφερνε μαζί του χειρόγραφες προκηρύξεις τις οποίες μας διάβαζε για να τις σχολιάσουμε. Πολλές φορές σημείωνε κάποια πρόσθετα στοιχεία επάνω σε αυτές που εμείς συζητούσαμε. Τα γράμματά του ταυτίζονταν με αυτά της χειρόγραφης προκήρυξης. Στη συνέχεια αυτή η χειρόγραφη προκήρυξη για την οποία είχαμε όλοι συμφωνήσει –και αυτό είναι σημαντικό- δακτυλογραφείτο σε κάποια γραφομηχανή, αλλά το περιεχόμενο της δημοσιευμένης προκήρυξης, ταυτίζετο με το περιεχόμενο της χειρόγραφης που μας είχε ήδη επιδείξει ο Λάμπρος› -και αυτό προφανώς πάρα πολύ σημαντικό στοιχείο-. «Πιστεύω ότι αυτές τις προκηρύξεις τις έγραφε μόνος του γιατί και ο λόγος του και η συγκρότησή του με έπειθαν ότι αυτός ήταν ο συντάκτης τους. Εγώ προσωπικά δεν είχα δει στην ομάδα πρόσωπο ιεραρχικά ανώτερο από τον Λάμπρο ούτε είχα υποψιαστεί ότι υπήρχει κάποιο άλλο πρόσωπο πίσω του που τον καθοδηγούσε›.
Με την εικόνα αυτή συμφωνεί και ο Τζωρτζάτος που λέει τα εξής συνοπτικά: «Ως προς την ιεραρχία της ομάδας δεν γνωρίζω αν κάποιος υπήρχε σε ηγετικό επίπεδο, όμως στη μεταξύ μας ομάδα που την αποτελούσαν εγώ, ο Κουφοντίνας, Χριστόδουλος Ξηρός και ο Γιωτόπουλος, ήμαστε περίπου ισότιμα μέλη. Βέβαια διανουητικά υπερείχαν ο Γιωτόπουλος και ο Κουφοντίνας. Ο Γιωτόπουλος θα μπορούσε να γράφει τις προκηρύξεις της Ομάδας γιατί υπερείχε διανοητικά απ’ όλους μας› -η διανοητική υπεροχή είναι ένα σημαντικό στοιχείο- ενώ ο Λουκάς ήταν ικανός στο χειρισμό των ενεργειών. Πάντως τις προτάσεις και τις εκάστοτε ενέργειες που θα συμμετείχαμε, τις έφερναν στην ομάδα ο Λάμπρος με τον Λουκά, τις οποίες στη συνέχεια συζητούσαμε.
Όταν απολογήθηκε στον κ. Ζερβομπεάκο πολύ εμφατικά ο Σάββας Ξηρός είπε τα ακόλουθα: «Οι επιλογές των στόχων γίνονταν πάντα από τον Λάμπρο. Ακόμα και αν κάποιος άλλος έλεγε μια ιδέα, ο Λάμπρος έλεγε «θα το σκεφτώ› και στη συνέχεια το αποσιωπούσε. Ο Λάμπρος είχε τον τρόπο και την ικανότητα να πείθει και εμείς είχαμε την ανάλογη εμπιστοσύνη στο κριτήριό του›.
Παρακάτω: «Κατά καιρού αναρωτιόμουν αν ο Λάμπρος αποφασίζει μόνος του ή αν υπήρχε κοινή αρχηγία, αλλά βλέποντας τον χαρακτήρα του πίστεψα ότι δεν δεχόταν ούτε εντολές ούτε ιδέες από κάποιον άλλον. Ο συντάκτης των προκηρύξεων ήταν πάντα ο Λάμπρος›
Και καταλήγει ο κ. Σάββας Ξηρός: «Εκ των υστέρων θεωρώ ότι είναι πιθανό ο Λάμπρος να μας εκμεταλλεύτηκε ιδεολογικά και οικονομικά αλλά τότε του είχαμε τυφλή εμπιστοσύνη›. Τα ίδια περίπου έχει πει και ο Τσελέντης. Ο ρόλος του Γιωτόπουλου κατά τον Τσελέντη δεν ταυτίζεται βεβαίως με αυτόν του παραδοσιακού αφεντικού και μίλησε γι αυτό το θέμα του αρχηγού σε μια ας την πούμε Αριστερή οργάνωση και ο κ. Αναγνωστόπουλος και άλλοι μάρτυρες.
Όπως λέει ο κ. Τσελέντης, συνήθως ο Γιωτόπουλος συζητούσε τα πάντα. «Ποτέ κανείς δεν μου είπε πήγαινε εκεί και πήγα, δεν με έβαλε κανείς. Στόχους πρότειναν και μέλη›. Τί λέει ο Τσελέντης γι αυτό: «Ο Γιωτόπουλος μπορούσε να υποβάλλει τις ενέργειες, αλλά όχι να της επιβάλλει›. Είναι η υποβολή επομένως η οποία μας ενδιαφέρει περισσότερο από την επιβολή.
Αυτό επομένως που έχει πει ο Κουφοντίνας για την έλλειψη αρχηγική δομής και την ιεραρχική δομή της Οργάνωσης γενικά, είναι εν μερει σωστό. Δεν υπάρχει θεσμοθετημένη θέση αρχηγού, υπάρχει όπως ακούσαμε ένα είδος δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και υπάρχει κι ένας έλεγχος του κέντρου στην ομάδα. Αυτό που κυρίως υπάρχει και αυτό στηρίζει αυτή τη δομή, είναι η πνευματική υπεροχή του Γιωτόπουλου και σε κάποιο βαθμό η ηθική υπεροχή, ας την πούμε έτσι, του Κουφοντίνα και η σημαντική ψυχική επιρροή στα άλλα μέλη, ιδιαίτερα στα νεώτερα και τα πιο άπειρα.
Έτσι, συμπέρανε ο κ. Τσελέντης στο ακροατήριο, αν ο Γιωτόπουλος διαφωνούσε οι ενέργειες δεν θα γίνονταν. Ο Γιωτόπουλος έκανε παρατηρήσεις έχει πει επίσης στα θέματα ασφαλείας και λειτουργίας. Ήταν μεγαλύτερο και οι πιο έμπειρος. Ο ίδιος δεν θα λογοδοτούσε στην Οργάνωση είπε σε απάντηση ερωτήσεων. Τη σημαντική θέση του Γιωτόπουλου στην Οργάνωση την επιβεβαίωσε και η ο Κουφοντίνας. Είπε ότι κλειδιά στις γιάφκες είχαν προφανώς τα σημαντικά στελέχη. Κλειδιά στη μία τουλάχιστον, είχε ο Γιωτόπουλος. ¶ρα είναι σημαντικό στέλεχος.
Ένα από τα πράγματα που προσέφερε ο Γιωτόπουλος το πιο σημαντικό ενδεχομένως, είναι η ιδεολογική αιτιολογία, η ιδεολογική θεμελίωση των ενεργειών. Εκεί νομίζω κανείς πρέπει να αναζητήσει τη ρίζα, τον πυρήνα της ηθικής αυτουργίας.
Θα ήθελα να σας πάω στο λεγόμενο καταστατικό. Θυμάστε την αναφορά σε μέτρα ασφαλείας που υπάρχει ένα κείμενο διά χειρός Γιωτόπουλου και τη σύνδεση δηλαδή του Γιωτόπουλου με την καταστατική δομή της Οργάνωσης. Από αυτή την άποψη δεν είναι αυτό που με ενδιαφέρει, έχει αναπτυχθεί αυτό επαρκώς, με ενδιαφέρει κάτι άλλο και ειδικά για το διάστημα που μας ενδιαφέρει γιατί τότε ο Τσελέντης αντιγράφει το κείμενο αυτό: Όταν έρχεται να δώσει τον ορισμό των μελών ή τις απαραίτητες προϋποθέσεις θα έλεγα των μελών της Οργάνωσης λέει τα εξής:
«Μέλη της Οργάνωσης είναι όσοι αποδέχονται την αναγκαιότητα της ένοπλης λαϊκής βίας. Όχι μόνο θεωρητικά και αφηρημένα αλλά την εφαρμογή της ένοπλης λαϊκής βίας σύμφωνα με την πολιτική στρατηγική της Οργάνωσης και όχι γενικά, όπως αυτή εκφράστηκε στα καίρια σημεία, τόσο του κειμένου που δημοσιεύθηκε στον Τύπο το ’77, όσο και αυτό του ’81 ενάντια στους εμπρησμούς των πολυκαταστημάτων›.
Και συνεχίζει: «Τα πρόσωπα όπου είναι μέλη της 17Ν αποδέχονται τις τέσσερις πρώτες ενέργειες της Οργάνωσης μέσα στη συγκεκριμένη οργανωτική δομή της›. Τα τέσσερα πρώτα χτυπήματα και τα δυο κείμενα αυτά που δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες είναι επομένως το ιδεολογικό θεμέλιο της Οργάνωσης αυτής. Θεμελιώνεται στις δολοφονίες Γουέλς, Μάλλιου, Πέτρου, Σταμούλη, Τσάντες και Βελούτσου και σε δυο κείμενα που δεν συνοδεύουν ένοπλες ενέργειες το ’77 και το ’81.
Δυο σημαντικά συμπεράσματα θα σας έλεγα: το ιδεολόγημα της 17Ν είναι συγκεκριμένο και εξειδικεύεται σε συγκεκριμένες δικές της αναλύσεις. Δεύτερον, η συμμετοχή στη 17Ν συνδέεται με την αποδοχή αυτού του συγκεκριμένου ιδεολογήματος που αναπτύχθηκε και αποκρυσταλλώθηκε μεταξύ ’75 και ’83 δια χειρός του συντάκτη των προκηρύξεων του Γιωτόπουλου.
Η ιδεολογική άποψη της 17Ν δεν αναπαράγει κάποια ευρύτερα γνωστή αριστερή θέση, ούτε μπορούμε να βρούμε αυτό το συγκεκριμένο ιδεολόγημα σε κάποιο βιβλίο στο εμπόριο. Είναι ιδιόρρυθμο ιδεολόγημα, είναι προσωποπαγές ιδεολόγημα, είναι η σύνθεση από διάφορες συνιστώσες που την κάνει συγκεκριμένο μυαλό και την έχει αποτυπώσει αυτό το μυαλό μεταξύ του ’75 και του ’83. Θα έλεγα ότι δεν μπορεί να είναι άλλος παρά ο Γιωτόπουλος από αυτή την ομάδα σίγουρα ηλικιακά.
Αλλά ικανοποιεί κι άλλες προϋποθέσεις. Λέει ο ίδιος ότι είναι αντισυστημικός, βέβαια ότι ιδιώτευε ως αντισυστημικός δεν καταλαβαίνω, μου φαίνεται κάπως αντιφατικό αυτό. Βρίσκεται στην Ελλάδα το ’72 με άλλο όνομα. Έχει υιοθετήσει την ένοπλη βία ως μέσο πολιτικής δράσης αυτό το είδαμε σε αυτό το έγγραφο που αναφέρεται στην κατάσταση το ’74. Έχει απομακρυνθεί από όλο το φιλικό και συγγενικό του περιβάλλον. Είναι ασαφές αν έχει κάποια βιοποριστική απασχόληση και ποια είναι αυτή. Δεν ξέρουμε αυτό το τεράστιο συγγραφικό έργο που ανέφερε χιουμοριστικά θα έλεγα ο κ. Αναγνωστόπουλος που βρίσκεται, έχουμε όμως τον τόμο με τις προκηρύξεις. Έχει και το χρόνο και το χώρο ν’ ασχοληθεί σε βάθος με την Οργάνωση και την επεξεργασία του ιδεολογήματος και των ενεργειών.
Δεν είναι μόνο αυτό: ο Παύλος Σερίφης στην απολογία του στην ανακρίτρια λέει ότι ο Γιωτόπουλος πρότεινε σε αυτόν και στο θείο του να χτυπήσουν τον Γουέλς και τους έπεισε με τα επιχειρήματά του. Ανέλαβε να συντάξει κείμενο για την ιδεολογική υποστήριξη του χτυπήματος, πρότεινε να ονομάσουν την Οργάνωση 17Ν. Οργάνωσε το χτύπημα, συνέταξε την προκήρυξη και μετά τη δαχτυλογράφησε. Στη συνέχεια πρότεινε τα ίδια για τη δολοφονία του αστυνόμου Πέτρου, έκανε το σχεδιασμό, συνέταξε το ιδεολογικό κείμενο, την προκήρυξη. Θυμίζω ότι αυτές οι προκηρύξεις είναι οι θεμελιώδεις λίθοι του ιδεολογήματος το οποίο πρέπει να δεχτούν τα πρόσωπα που θέλουν να γίνουν μέλη της 17Ν, αυτά -λέει ο κ. Σερίφης- τα συνέταξε ο Γιωτόπουλος.
Έχει αναφερθεί επίσης συνέντευξη του Σάββα Ξηρού στον Τριανταφυλλόπουλο στις 8/9/2002. Χαρακτηριστικά λέει εκεί ο Σάββας ότι «Είμαι πια ο Σάββας δεν είμαι εκείνος που έγινα μετά με τις συνθήκες κράτησης στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ. Πλέον έχω ανακτήσει την προσωπικότητά μου› και αφού αρχίζει και λέει διάφορα, λέει μετά «Δεν ήξερα ότι ο Λάμπρος ήταν ο Γιωτόπουλος, αλλά θα τον ήξερε σαν τέτοιο ο Κουφοντίνας και σίγουρα οι παλιοί, αυτοί που συμμετείχαν στις πρώτες ενέργειες. Γιατί βεβαίως σε αυτές συμμετείχε με ρόλο ηγετικό ο ίδιος ο Γιωτόπουλος›. Λέει πάλι ο Σάββας «Ο Λάμπρος μας έμαθε όλους να στεκόμαστε στο δρόμο, να βγάζουμε πληροφορίες. Τα πάντα τα μάθαμε από αυτόν›. Ακόμη πιο σημαντικά γι’ αυτό που αναπτύσσω τώρα: «Ο Γιωτόπουλος είχε τη δυνατότητα να συγκεντρώνει από όλους αυτό που θέλαμε να πούμε και να το βάζει σ’ ένα κείμενο›. Είναι πράγματι ο θεματοφύλακας και ο εκφραστής του ιδεολογήματος και προκύπτει και από αυτό.
Τι προκύπτει; Υπάρχει μια συμβιωτική σχέση μεταξύ των Κουφοντίνα, αδελφών Ξηρού, Τζωρτζάτου από τη μια μεριά και του Γιωτόπουλου από την άλλη. Αυτοί έχουν εμπλακεί σε μια Οργάνωση δολοφονιών και ληστειών. Δεν θα έκαναν τις ενέργειες αυτές αν δεν είχαν δικές τους ανάγκες και επιθυμίες που τους οδηγούσαν σε αυτό, χρειάζονται όμως να τις νομιμοποιήσουν και εδώ έρχεται ο Γιωτόπουλος ο οποίος τις ερμηνεύει πολιτικά, ιδεολογικά και τους λέει «έτσι εξυπηρετείτε με τα εγκλήματα κάποια υψηλά πολιτικά ιδεώδη›. Έτσι μπορούν αυτές τις πράξεις να τις δικαιολογούν στον εαυτό τους και να αποφεύγουν την πραγματικότητα των φοβερών αυτών εγκλημάτων.
Έρχομαι στο ιδιόρρυθμό. Παρατηρήθηκε και χτες και νομίζω ότι είναι σημαντικό ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιδιότυπη σύνθεση μαρξισμού, πατριωτισμού, πακτορολογίας –θα πω γι’ αυτό λίγο παρακάτω- και διαφοροποίησης αυτής της Οργάνωσης 17Ν από κάθε άλλο γνωστό Αριστερό Κίνημα: τα δύο ΚΚΕ, την ΕΔΑ σε διάφορες περιόδους αναφέρομαι προφανώς, το Συνασπισμό, το ΕΚΚΕ (φολκλορικό το χαρακτήρισε ο συντάκτης), τους Τροτσκιστές, τους εμπρηστές, άλλες Οργανώσεις της Κοινοβουλευτικής Αριστεράς που γράφει μια προκήρυξη «δεν είναι σε θέση ούτε μια μολότοφ να χρησιμοποιήσουν›.
Η οργάνωση και η εκλογίκευση άρα εξαρτάται από το να υπάρχει κάποιος που να μπορεί να συνεχίζει να κάνει αυτές τις ιδεολογικές ακροβασίες και το μόνο πρόσωπο με την απαραίτητη δεξιότητα πνευματική να το κάνει, είναι ο κ. Γιωτόπουλος. Όπως είδαμε σε όλη τη δίκη ο κ. Γιωτόπουλος έχει ιδιαίτερη επίδοση στη σοφιστική.
Όπως είπε και ο Τσελέντης είναι ένας άνθρωπος με μεγάλο πείσμα στις ιδέες του, ασχέτως αν αυτές οι ιδέες -προκύπτει και για τον ίδιο πλέον- να είναι λανθασμένες. Αποδέχεται το διάλογο επιφανειακά, αλλά όχι τις σκέψεις και τις απόψεις των άλλων.
Θα ήθελα ν’ αναφερθώ σε αυτό και να χρησιμοποιήσω αυτό που είπε πολύ εύστοχα πιστεύω ο κ. Αναπληρωτής Εισαγγελέας κ. Μαρκής. Βλέπουμε μπροστά μας άτομα που πάσχουν από ιδεοληψία. Τι χρειάζεται ο ιδεολήπτης; Αυτόν που θα του δώσει το ιδεολόγημα. Το ιδεολόγημα, βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Γιωτόπουλου. Με τον τρόπο αυτό ο Γιωτόπουλος ελέγχει και την Οργάνωση και τα μέλη της. Ο έλεγχος αυτός είναι βαθύς, είναι απόλυτος γι’ αυτό και λέει ο Σάββας Ξηρός στη συνέντευξη που ανέφερα και πριν, «Τα μέλη της Οργάνωσης είναι παιδιά του Γιωτόπουλου και περίμεναν τουλάχιστον όταν πιάστηκαν και συνελήφθηκε ο ίδιος να τους αναγνωρίσει σαν παιδιά του›.
Θα ήθελα να καταλήξω κ. Πρόεδρε και κύριοι Δικαστές ότι αυτό δεν ισχύει μόνο γενικά ισχύει και ειδικά. Θα έλεγα ότι η προκήρυξη στη δολοφονία Μομφεράτου και Ρουσσέτη είναι έργο του κ. Γιωτόπουλου. Έχει το αποτύπωμά του, όπως έχουν το αποτύπωμά τους –δεν μιλώ κυριολεκτικά- και αυτές στις οποίες αναφέρεται το Καταστατικό. Τον είδατε, προσπαθώντας να αποφύγει τα στοιχεία τα οποία εμφανίστηκαν εδώ με διάφορες μορφές είχε δυο πολιτικές, δυο τακτικές. Η μία τακτική είναι αντίφαση, λογικό σφάλμα «άλλα είπε ο άλλος›. Η δεύτερη τακτική είναι η σκευωρία. Κάποιοι πράκτορες, κάποιες μυστικές υπηρεσίες αυτά που δεν μπορούν αλλιώς να αντικρουστούν έτσι εξηγούνται: «Αυτοί τα έφτιαξαν και αυτοί τα έβαλαν και αυτοί τα κατασκεύασαν› και εδικότερα οι αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες.
Αυτή η ροπή προς την πρακτορολογία χαρακτηρίζει και τις προκηρύξεις. Θ’ αναφερθώ στην προκήρυξη στη δολοφονία του Γουέλς. Γράφει: «Όπου και να στρέψουμε το βλέμμα μας θα δούμε το δάχτυλο της CIA από πίσω και τα εγκλήματα και οι συνομωσίες τελειωμό δεν έχουν κανείς δεν μπορεί να αγγίξει τους εκπροσώπους του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, τους πράκτορες της CIA που συνεχίζουν ανενόχλητοι και προστατευόμενοι από τις δικές μας μυστικές υπηρεσίες να συνωμοτούν με τους διάφορους μοναρχοχουντικούς και ορισμένους λεγόμενους αντιχουντικούς σε βάρος του λαού μας και των εθνικών συμφερόντων›. Συνεχίζει παραληρηματικά αναφερόμενος στο κλιμάκιο της CIA στην Ελλάδα που –όπως γράφει- αποτελεί τεράστιο δίκτυο αληθινής στρατιά ντόπιων έμμισθων πρακτόρων, πέμπτη φάλαγγα του ιμπεριαλισμού στη χώρα μας.
Την ίδια ακριβώς πρακτορολογία της πρώτης προκήρυξης και άλλων και της απολογίας -και αυτό είναι το σημαντικό- του κ. Γιωτόπουλου, συναντάμε στην προκήρυξη της δολοφονίας Μομφεράτου Ρουσσέτη, που όπως παραδέχτηκε ο κ. Κουφοντίνας είναι γνήσια. Αναφέρεται η προκήρυξη και θυμίζω ότι είχαν εκραγεί πρόσφατα 6 βόμβες στο κέντρο της Αθήνας και ο στόχος φαίνεται ότι ήταν άδηλος. Κανένα πρόβλημα για το συντάκτη της προκήρυξης. Είναι προφανές ότι τις βόμβες τις έβαλε η CIA. Ποιος άλλος; Και ξέρει και γιατί. Είναι γενικότερη πολιτική, αλλά το ενδιαφέρον είναι ότι έχει ένα στόχο το πιο σημαντικό, δηλαδή την ίδια την 17Ν. Και γράφει: «Ήδη στο κυνήγι του στόχου αυτού η Ελληνική Αστυνομία λειτουργεί υπό τις διαταγές της CIA και ως απλά εκτελεστικά της όργανα ομάδες πρακτόρων φονιάδων αλωνίζουν την Αθήνα με θωρακισμένα αυτοκίνητα με ελληνικούς αριθμούς για να βρουν τη 17Ν›. Ασχολείται όλο το συγκρότημα των μυστικών υπηρεσιών με τη 17Ν. Αυτοί οι ίδιοι έχουν μαζί τους και κάτω από τις διαταγές τους Έλληνες πράκτορες της ΚΥΠ και της Αστυνομίας.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτοί που είναι πράκτορες. Και ο Μομφεράτος ήταν πράκτορας και με χρήματα μάλιστα της CIA αγόρασε την «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ›. Δεν πρόκειται να αμφισβητήσω αυτό που είναι προφανώς ψευδές. Είναι επικίνδυνος πράκτορας περαιτέρω γιατί σαν Πρόεδρος της Ένωσης ιδιοκτητών ημερησίου Τύπου τι κάνει; «Περνάει τα διάφορα ξένα εμπιστευτικά και απόρρητα έντυπα του δυτικού ιμπεριαλισμού και στους άλλους ιδιοκτήτες. Έτσι ρίχνει τη γραμμή σε όλο τον Τύπο για όλα τα θεμελιώδη ζητήματα›. Ό,τι καταλάβατε, κατάλαβα κι εγώ.
Αυτός όπως έχει γίνει προφανές κ. Πρόεδρε επιλέγει το Μομφεράτο σαν στόχο (ο Γιωτόπουλος δηλαδή) αιτιολογεί την επιλογή και κατευθύνει τους άλλους σε αυτό το στόχο. Αυτό πρώτος το κατέθεσε –και το θυμάστε που το είπα στην αρχή- ο Χριστόδουλος Ξηρός, το επιβεβαίωσε ο Τσελέντης ενώπίον σας. Τι είπε; «Με τον Κουφοντίνα και τον Γιωτόπουλο συζητούσαμε για τον Μομφεράτο. Δεν διαφώνησα. Δεν είχα λόγο γιατί νόμιζα ότι όλα αυτά είναι σωστά. Με έπεισαν κι εγώ δέχτηκα. Ήμουν νέος χωρίς πάρα πολλές γνώσεις. Το τι έκανε ο καθένας συζητιόταν από πριν› στη συνέχεια: «Είχα δει σε χειρόγραφο την προκήρυξη που έφερε ο Γιωτόπουλος αυτό γινόταν και τις επόμενες φορές. Κάναμε παρατηρήσεις, αλλάζαμε πράγματα και ο Κουφοντίνας το δαχτυλογραφούσε›.
Όπως ειπώθηκε και από τον κ. Αναγνωστόπουλο η προκήρυξη που διανέμεται μετά τη δολοφονία προφανώς έχει συνταχθεί πριν τη δολοφονία και αυτό είναι σημαντικό από πολλές απόψεις και από την άποψη της προμελέτης –δεν το συζητώ αυτό- αλλά και από μια άλλη άποψη. Οι προκηρύξεις είναι μέσο προβολής προς τα έξω. Είναι όμως και μέσο διαμόρφωσης της βούλησης των μελών εσωτερικά. Η προκήρυξη, γιατί όλοι έχουν καταθέσει ότι συζητιέται μεταξύ των μελών; Για λόγους δημοκρατίας; Όχι. Γιατί μέσα από την εμπλοκή με το ιδεολόγημα σχηματίζεται η απαραίτητη απόφαση των μελών, να ενεργήσουν όπως ενεργούν.
Γι αυτό και ο Σάββας Ξηρός και ο Κονδύλης και άλλοι επιμένουν στο θέμα της συζήτησης των προκηρύξεων και οι προκηρύξεις είναι –όπως είπε και ο κ. Κουφοντίνας- θέμα συλλογικής δουλειάς όχι γιατί με τη συμβολή των άλλων της «βάσης› θα γινόταν καλύτερη, αλλά γιατί θα έπρεπε και οι άλλοι να έχουν την ευκαιρία από πριν να υιοθετήσουν την ιδεολογική θεμελίωση της παράνομης ενέργειας.
Ο κ. Τσελέντης είπε 4/8/2003 ενώπιον του Δικαστηρίου τα εξής: «Θυμάμαι ότι διάβασα αργότερα ένα άρθρο που έγραφε ότι ο μακαρίτης Μομφεράτος δεν ήταν αυτό που τον κατηγόρησε η Οργάνωση. Αυτό με έβαλε σε προβληματισμό. Δεν είχα όμως το θάρρος να το πω στην Οργάνωση, πίστευα ότι αυτές οι πληροφορίες που είχαν, ήταν θέσφατα› και παρακάτω λέει: «Πρέπει να πω ότι πριν από όλα αυτά είχα δει σε χειρόγραφο την προκήρυξη για ποιο λόγο κάνουμε αυτή την πράξη. Το χειρόγραφο το είχε φέρει ο Γιωτόπουλος. Είχαμε διαβάσει σε χειρόγραφο σε γενικές γραμμές όχι ακριβώς όπως ήταν η προκήρυξη, η εξωτερική χρήση διαφημιστική προς τα έξω, τους λόγους που γίνεται η πράξη η εσωτερική χρήση›.
Δεν θα σας κουράσω άλλο κ. Πρόεδρε από όλα τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι η προκήρυξη έχει συνταχθεί από τον Γιωτόπουλο, που επίσης έχει επιλέξει τον στόχο κι έχει κατευθύνει και αυτή την ενέργεια της 17Ν. Χωρίς να έχει κάποιο τίτλο κατά το Καταστατικό -τουλάχιστον στην περίοδο που εγώ έχω την ευκαιρία να εξετάσω- λειτούργησε η Οργάνωση προκύπτει σαν ενεργούμενο τον Γιωτόπουλο, υλοποίησε τα σχέδια και τις επιθυμίες του με όλα τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα. Είναι βέβαιο γι’ αυτού τους λόγους ότι ο κ. Γιωτόπουλος είναι ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του Νίκου Μομφεράτου. Ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήσασταν πράγματι στο χρόνο που είπατε, νομίζω ότι μετά θα είναι ο κ. Παπαλάμπρος. Το Δικαστήριο διακόπτει για το διάλειμμα.
ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ
Γ΄ ΜΕΡΟΣ
13:05 – 14:40
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.
Ο κ. Παπαλάμπρος έχει τον λόγο.
Γ. ΠΑΠΑΛΑΜΠΡΟΣ: Έχω την ατυχή πολυτέλεια να τοποθετούμαι δεύτερος σε αυτή την ιστορία. Το ατυχής δεν προσδιορίζει τίποτα παραπάνω παρά μόνο το ότι ο προλαλήσας συνάδελφος ο κ. Ποταμίτης εξέδωσε διεξοδικά τα πάντα τουλάχιστον κατά το μέτρο που αφορά την άποψή τους, την οπτική τους στην αποδεικτική διαδικασία. Το τι προέκυψε από την αποδεικτική διαδικασία βεβαίως ποτέ δεν είναι θέσφατο, δεν μπορεί να είναι και σήμερα και ως εκ τούτου η αξιολόγηση είναι αυτή που διαφέρει και αυτήν καλούμεθα να εισφέρουμε αυτή τη στιγμή προτείνοντας.
Σε αυτό το επικοινωνιακό ενέργημα όπως έχετε ήδη χαρακτηρίσει τη Δίκη κ. Πρόεδρε πολλάκις, οι μάρτυρες που πέρασαν μπροστά?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συγγνώμη μου το αποδίδεται. Εγώ το λέω κοινωνικό ενέργημα όχι επικοινωνιακό. Επικοινωνιακό το βλέπουν άλλοι.
Γ. ΠΑΠΑΛΑΜΠΡΟΣ: Δεν σας αποδίδω τίποτα. Θα προχωρήσω λέγοντας απλώς ότι και να το είπε ο Πρόεδρος παίζει πολύ μικρό ρόλο γιατί όντως οι κατηγορούμενοι χρησιμοποίησαν τη Δίκη από ένα σημείο και μετά αν όχι ορισμένοι από την αρχή, ως ένα επικοινωνιακό κατ’ εξοχήν ενέργημα, απαξιώνοντας αυτομάτως μάρτυρες που δεν τους συνέφεραν στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης με δεδομένο ότι οι υπόλοιποι από εμάς τουλάχιστον από τους συναδέλφους που εκπροσωπούμε θύματα παριστάμενα ως πολιτικώς ενάγοντες στη Δίκη που δεν θέλουν να εκτίθενται στα μέσα Ενημέρωσης, δεν έχουν φωνή παραπέρα εσκεμμένα κιόλας και δεν το έχουν επιδιώξει ποτέ, όλες αυτές οι κουβέντες που ειπώθηκαν τότε, όλες αυτές οι δηλώσεις και όλες αυτές οι απαξιωτικές τοποθετήσεις που γίνονταν μετά την αποδεικτική διαδικασία, έμειναν αναπάντητες.
Σε αυτή την αποδεικτική διαδικασία ερχόμαστε να τοποθετηθούμε αυτή τη στιγμή και είναι η πρώτη φορά που θα μιλήσουμε αξιολογώντας όλα τα στοιχεία που υπάρχουν και αφορούν αυτή την υπόθεση. Οφείλω να πω ευθύς αμέσως ότι ο προλαλήσας συνάδελφος ο κ. Ποταμίτης έχει εκθέσει διεξοδικά και συμφωνώ σ’ ένα μεγάλο μέρος με τη δική του τοποθέτηση, τις διαφορές μου θα τις διευκρινίσω άμεσα.