Για μας κεντρικό πρόσωπο είναι ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος. Όχι μόνο της συγκεκριμένης υπόθεσης αλλά εν γένει της Οργάνωσης. Της συνενωμένης υπόθεσης που δικάζετε μπροστά σας δηλαδή για μας είναι ο άξονας, είναι αυτός που απορροφά το κάθε τι στην Οργάνωση και αυτός που προσδιορίζει το κάθε τι στην Οργάνωση. Οπότε θεωρώ σωστό να ξεκινήσω με δυο κουβέντες για την ηθική αυτουργία σε αυτό το συγκεκριμένο σημείο χωρίς να υπεισέλθω ξανά στα όσα ανέλυσε ο κ. Ποταμίτης πριν.
Κατά το παραπεμπτικό βούλευμα ο κ. Γιωτόπουλος είναι ο ηθικός αυτουργός με την παραδοχή ότι είναι ο αρχηγός της Οργάνωσης, ως εκ τούτου επειδή είναι ο αρχηγός της Οργάνωσης, είναι και ο ηθικός αυτουργός δηλαδή αυτός έχει προκαλέσει την απόφαση στα συμμετέχοντα μέλη στο εκάστοτε χτύπημα, να το εκτελέσουν.
Έχω την πολυτέλεια να παρίσταμαι σε μια υπόθεση στην οποία υφίστανται στοιχεία για να εξετάσουμε συγκεκριμένα την ηθική αυτουργία, ενώ σε άλλες περιπτώσεις δηλαδή δεν υπάρχει αναφορά στο άτομο Γιωτόπουλος ή στο τι είπε συγκεκριμένα ο Γιωτόπουλος, ή στο αν είχε εμπλοκή, δόξα τω Θεώ στη δική μας υπόθεση υπάρχουν αυτά τα στοιχεία.
Θεωρώ ότι είναι γενικότερα χρήσιμη η συγκεκριμένη υπόθεση γιατί μπορεί να χρησιμεύσει ως –δεν ακριβολογώ σε αυτό- ενδείκτης για να μπορέσουμε να φτάσουμε στο να πούμε καταφάσκουμε την ιδιότητα του Γιωτόπουλου ως αρχηγού και άρα ως ηθικού αυτουργού σε αρκετά από αυτά.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση πως επιβεβαιώνεται αυτός ο ρόλος; Όπως λέει ο Πάτροκλος Τσελέντης ήδη από την προανακριτική του κατάθεση -την οποία υπενθυμίζω ότι ο ίδιος αναφέρει ότι έχει πει τα πράγματα όπως του έρχονταν αβίαστα, χωρίς να θέλει να σκεφτεί τίποτα παραπάνω, γιατί δεν είχε δεχτεί ούτε ερωτήσεις, ούτε να διεκδικήσει τίποτα παραπάνω- υπάρχει η πρώτη αναφορά. Συναντήθηκε με τον κ. Κουφοντίνα και υπάρχει η λέξη «μου είπε ο Κουφοντίνας ότι θα χτυπήσουμε τον Μομφεράτο›. Υποβλήθηκε σχετική ερώτηση –και το επαναφέρω αυτή τη στιγμή μπροστά σας- το «μου είπε› δεν μπορεί να εκληφθεί ως τίποτε άλλο, παρά μόνο ως ανακοίνωση προειλημμένης αποφάσεως. Ως τίποτε άλλο.
Κατ’ αυτό τον τρόπο δε, μπορούμε να υποθέσουμε πάρα πολλά και να εξαγάγουμε πολύτιμα συμπεράσματα για το πώς ακριβώς γινόταν η προεργασία αυτών των περιβόητων συναντήσεων στις οποίες αναλύονταν το σχέδιο των χτυπημάτων. Προφανώς δηλαδή πρέπέι αν είχε γίνει μια προσέγγιση νωρίτερα ενός εκάστου των μελών που θα συμμετείχαν για να προετοιμαστεί με αυτό τον τρόπο η συζήτηση αργότερα.
Αργότερα βεβαίως η ανακοίνωση δεν αποκλείει και δεν αναιρεί το ότι συναντήθηκαν αργότερα και αυτό γίνεται φανερό όχι μόνο από την κατάθεση του κ. Τσελέντη μπροστά σας, αλλά και από τις καταθέσεις των υπόλοιπων κατηγορούμενων για τη συγκεκριμένη υπόθεση. Ο κ. Χριστόδουλος Ξηρός φέρ’ ειπείν αναφέρει όπως προεξετέθη ότι προτάθηκε ο στόχος ο Μομφεράτος, να χτυπήσουμε το Μομφεράτο και κανείς δεν αρνήθηκε, όλοι συμφώνησαν. Αυτή ήταν η συζήτηση.
Να διευκρινίσω εδώ ότι μετά από ερωτήσεις διευκρινίστηκε από τον κ. Τσελέντη ότι αυτοί που εισέφεραν τον στόχο, αυτοί που εισέφεραν το συγκεκριμένο πρόσωπο, ή τα συγκεκριμένα πρόσωπα στη συγκεκριμένη συνάντηση ήταν ο κ. Γιωτόπουλος ομού με τον κ. Κουφοντίνα. Εδώ έχουμε δυο διαφορετικές περιπτώσεις ηθικής αυτουργίας. Η πρώτη είναι αλυσιδωτή δια του Κουφοντίνα, η δεύτερη είναι από κοινού μετά τον Κουφοντίνα. Το αν ο Κουφοντίνας συναποφάσιζε με τον κ. Γιωτόπουλο ήταν μια άλλη υπόθεση και αυτό μπορούμε να το δούμε σ’ ένα άλλο επίπεδο. Πάντως όπως και να έχει το πράγμα εδώ αναδεικνύεται το πρώτο, ο ρόλος ενός εκάστου του Γιωτόπουλου και του Κουφοντίνα, έναντι των υπολοίπων μελών της Οργάνωσης.
Θέλω να σημειώσω εδώ ότι η συγκεκριμένη υπόθεση έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: αποτελεί την πρώτη ενέργεια της Οργάνωσης που τοποθετείται σε αυτό το νέο κοινωνικό επίπεδο. Όλα τα προηγούμενα χτυπήματα ήταν ή εκδικητικά χτυπήματα κατά της CIA, των κακών Αμερικανών κλπ., ή χτυπήματα ομοίως εκδικητικά αστυνομικών και δη αστυνομικών συγκεκριμένων, «βασανιστών› όπως λένε οι ίδιοι της Χούντας κ.ο.κ. Αυτό εδώ ήταν το πρώτο της χτύπημα της Οργάνωσης αν εξαιρέσουμε τη ληστεία του 1984 στην οποία αναφέρθηκε ο κ. Γεωργίου και για την οποία δεν έχει αναληφθεί η ευθύνη, αυτό ήταν το πρώτο χτύπημα που τοποθετείται σε αυτό το νέο κοινωνικό επίπεδο.
Σε αυτή την περίπτωση δηλαδή δεν έχουμε πλέον να προασπίσουμε τη χώρα από τους εξωτερικούς εχθρούς, ούτε καν από τους εσωτερικούς. Δεν έχουμε να εκδικηθούμε κάποιον για τις ενέργειές του, ούτε έχουμε να ξεπληρώσουμε σε κάποιον την εμπλοκή του. Αυτή τη στιγμή τοποθετούμαστε πλέον ενδοκοινωνικά, υπερασπιζόμενοι ως αυτόκλητοι σωτήρες και εκδικητές μια συγκεκριμένη μερίδα του κόσμου χτυπώντας κάποιους άλλους που εντάσσονται στο ίδιο κοινωνικό πλαίσιο, ενός της ίδιας συντεταγμένης κοινωνίας. Αυτοί δεν είναι πλέον ούτε εξωτερικοί εχθροί ούτε οτιδήποτε άλλο.
Θα έλεγα περαιτέρω ότι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης υπόθεσης δεν εξαντλείται εδώ. είναι το πρώτο χτύπημα της Οργάνωσης που δεν γίνεται από τον κ. Γιωτόπουλο αυτοπροσώπως μόνο. Είναι το πρώτο χτύπημα στο οποίο έχουμε επιλογή νέων μελών, έχουμε επιλογή μελών σε νεαρή ηλικία μόλις αντλημένα από τις δεξαμενές του αγώνα, του Κινήματος κλπ., τα οποία θα φέρουν το βάρος των ενεργειών από εκεί και πέρα. Ως εκ τούτου δικαιούμαι να υποθέσω ότι πρόκειται για ένα «εκπαιδευτικό› χτύπημα. Ήταν το πρώτο χτύπημα και έχει την αξία του αυτό.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε τα δύο πρόσωπα που φαίνονται να έχουν την αρχηγία και το πρόσταγμα μέσα στην Οργάνωση, τουλάχιστον αυτούς στους οποίους αναφέρονται οι υπόλοιποι, ως έχοντας μια υπερέτερη θέση: τον Γιωτόπουλο και τον Κουφοντίνα.
Μπορούμε με αυτά που θα δούμε αυτή τη στιγμή να αποκαλύψουμε τη διάρθρωση της ομάδας με τόσο φανερό τρόπο που η περαιτέρω εξέλιξη να νοηματοδοτείται και να χρωματίζεται από αυτό. Εδώ ήταν το στοίχημα του Γιωτόπουλου πως θα κάνει αυτά τα παιδιά αξιόπιστη ομάδα εκτελεστών.
Ευθύς αμέσως στην υπόθεση, από αυτήν θα μπορώ να πω ότι αρύομαι τα συμπεράσματα:
Οι διαφορές με τον προλαλήσαντα συνάδελφο είναι αρκετές. Όντως αξιολογούμε και οι δύο, θεωρούμε και εμείς ότι η κατάθεση του Πάτροκλου Τσελέντη είναι αξιόπιστη ως ένα σημείο και αυτό το λέμε όχι επειδή θέλουμε να δεχτούμε ότι ο Τσελέντης χωρίς περαιτέρω εξέταση είναι αξιόπιστος, είναι κάποιο αμάχητο αποδεικτικό σημείο, αλλά γιατί επιβεβαιώνονται τα όσα έχει πει από τις υπόλοιπες καταθέσεις που έχουν ληφθεί τόσο προανακριτικά αλλά και ενώπιόν σας, από τις εκθέσεις της Αστυνομίας και τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία.
Τι έχετε μπροστά σας γι’ αυτή τη συγκεκριμένη υπόθεση; Έχουμε εκθέσεις της Αστυνομίας όπως είπα, τις καταθέσεις και τις απολογίες. Από τις απολογίες ο μόνος που μας έκανε ουσιαστικά την τιμή να μιλήσει ήταν ο κ. Τσελέντης. Έχουμε κατηγορούμενους που αρνούνται τώρα όψιμα οποιαδήποτε συμμετοχή ακόμη και την ευθύνη της διατύπωσης των όσων έχουν καταθέσει προανακριτικά, όψιμα αμφισβητούν οποιαδήποτε συμμετοχή τους στο χτύπημα, αμφισβητούν οποιαδήποτε συμμετοχή την Οργάνωση με γενικές ρήτρες. Ακόμη και αυτά που είχαν πει είναι στρεβλά και δεν χρησιμεύουν πια σε τίποτα παρά μόνο για την παραπομπή των κατηγορούμενων στο ακροατήριο, για την παραπομπή των εμπλεκομένων, ρόλο, τον οποίο ήδη έχουν επιτελέσει.
Όταν έρχεται ο κ. Χριστόδουλος και καταθέτει προανακριτικά, ο πρώτος που καταθέτει και κάνει λόγο για τους κατηγορούμενους που εμπλέκονται στο χτύπημα χωρίς ο αδελφός του Σάββας να έχει πει οτιδήποτε νωρίτερα, χωρίς να υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο και τους εμπλέκει πρώτος αυτός, τουλάχιστον μας δίνει μια ξεκάθαρη και σαφή εικόνα του ποιος συμμετείχε. Τώρα βεβαίως το αν η κατάθεση του κ. Χριστόδουλου είναι αξιόπιστη ή όχι, σαφώς δεν είναι αξιόπιστη για τον ίδιο λόγο ακριβώς που δεν είναι αξιόπιστες και οι καταθέσεις του κ. Τζωρτζάτου και υπόλοιπων.
Για τον ίδιο λόγο που όταν πήγαιναν σε χτυπήματα κατά τον κ. Τσελέντη προσέθεταν με μαρκαδόρο μια μαύρη ελιά για να την αμφισβητήσουν μετά, για τον ίδιο λόγο που αλλοίωναν τα μαλλιά τους, ο κ. Χριστόδουλος μάλιστα ήταν μετρ της μεταμφιέσεως είχε βάλει ταλκ στα μαλλιά του για να γκριζάρει και να έρθει μετά και να πει στο ακροατήριο -όπως έκανε ερωτήσεις σε κάθε μάρτυρα που πέρναγε από εδώ- «ποιος ήταν αυτός που βλέπει εμένα να έχω μαύρα μαλλιά ή ψαρά;›.
Για τον ίδιο ακριβώς λόγο λένε μεν το ποιοι συμμετέχουν –και αυτό δεν μπορούμε να το αμφισβητήσουμε- αλλά από εκεί και πέρα τα λένε με τέτοιο στρεβλό τρόπο που να μην μπορούν να αξιοποιηθούν στο ακροατήριο. Έχουμε όμως κατηγορούμενους που αρνούνται χωρίς κάποια δική τους θέση επειδή δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο που να προκύπτει.
Ο κ. Νικόλαος Παπαναστασίου επί παραδείγματι στη συγκεκριμένη περίπτωση αν θυμάμαι καλά, έχει προσκομίσει μια βεβαίωση ότι εκείνη την ημέρα εργαζόταν. Η ημέρα εργασίας σαφώς είναι μέχρι τις 15:30 η ώρα, το χτύπημα έγινε 19:10. Αυτό δεν μπορεί να αποτελεί κανένα άλλοθι. Ταυτόχρονα σαφώς δεν μπορεί να εφεύρει και κάτι παραπάνω και είναι προς τιμήν το ότι δεν εφηύρε κάτι παραπάνω, όπως και έγινε μέσα σε αυτή την αίθουσα να εφευρίσκονται άλλοθι.
Ο κ. Παπαναστασίου στη συγκεκριμένη υπόθεση αρνείται –καλά κάνει ο άνθρωπος- χωρίς να έχει δική του θέση. Έχουμε και κατηγορούμενους τον άρχοντα της υπόθεσης, τον κ. Γιωτόπουλο που δια της Υπεράσπισης και δια των μαρτύρων της Υπεράσπισης κρατά μια θέση που είναι προκλητικότερη της πιο φτιαχτής κατάθεσης. Γιατί αυτό που κάνει στην ουσία είναι να αρνείται τα πάντα, χωρίς να ασχολείται με οποιαδήποτε δική του θέση, κοιτώντας μόνο με σοφιστίες όπως προειπώθηκε να καταδείξει τα κενά του κατηγορητηρίου.
Η πιο αυθεντική καταγραφή ως ένα σημείο είναι αυτή του Πάτροκλου Τσελέντη υποκείμενη κι αυτή σε έλεγχο. Όχι γιατί ο Τσελέντης όπως ξαναείπα είναι υπεράνω αμφισβήτησης, αλλά γιατί επιβεβαιώνεται από τις προανακριτικές καταθέσεις και τις καταθέσεις ενώπιόν σας. Όλα αυτά ήταν καλά ως το τέλος, ο Τσελέντης αξιόπιστος και όλοι οι άλλοι αναξιόπιστοι κι εμείς πλήρεις ξεδιψασμένοι πλέον από τη δίψα που είχαμε να ακούσουμε κάποιο από τα μέλη της Οργάνωσης να μιλά και να εισφέρει μια οποιαδήποτε λεπτομέρεια να δούμε το τι γινόταν, εάν δεν υπήρχαν κάποια σημεία που δεν δένουν ακριβώς.
Στην κατάθεση του κ. Τσελέντη επικρατούσε απόλυτη σιωπή στο ακροατήριο. Σε όλους τους άλλους υπήρχαν χειροκροτήματα, υπήρχαν ποιήματα, υπήρχαν δακρύβρεχτες ιστορίες, υπήρχαν οι φτωχογειτονιές της Νίκαιας, στην κατάθεση του κ. Τσελέντη ό,τι και να ειπώθηκε η σιωπή ήταν βαριά και ιερή εδώ μέσα. Θέλω να πιστεύω –και αυτό μου φαίνεται ότι έγινε κιόλας- ότι πέσαμε όλοι να ξεδιψάσουμε. Είχαμε διψάσει.
Αξιολογώντας την κατάθεσή του όμως θα πω το εξής: μέχρι ένα σημείο δηλαδή μέχρι το σημείο που ο Τσελέντης εμπλέκει τον Χριστόδουλο στον πυροβολισμό όλα επιβεβαιώνονται. Από εκείνο το σημείο και μετά, επιτρέψτε μου να διατυπώσω δυο τρεις σκέψεις και έχω λόγο για να διατυπώνω τις σκέψεις, γιατί υπάρχει άμεσος και εμφανής ο λόγος εδώ μέσα.
Ο πρώτος είναι ότι οι μάρτυρες δεν μιλάνε για ένα ψηλό και ευτραφή που δίνει τον τελευταίο πυροβολισμό, δεν το έχει αναφέρει κανένας και απορώ πως ο προλαλήσαντας δεν το επεσήμανε αυτό. Αν θέλουμε να φτιάξουμε τη μαρτυρία του Τσελέντη και στο τελευταίο σημείο να το κάνουμε. Αλλά κανένας δεν έχει μιλήσει για ένα ψηλό και ευτραφή.
Οι μάρτυρες τόσο προανακριτικά όσο και ενώπιόν σας μιλούν για ένα ευκίνητο, ευλύγιστο και ζωηρό εκτελεστή που δίνει τα τελευταία χτυπήματα τα οποία δεν είναι ένα ομοίως, είναι αρκετά, είναι άνω των τριών, είναι τέσσερα με πέντε. Προσδιορίζουν και τον αριθμό. Βλέπετε ήδη ότι δεν δένει η κατάθεση του Τσελέντη στο συγκεκριμένο σημείο.
Βεβαίως θα επισημάνω ότι στο συγκεκριμένο σημείο ο ίδιος ο Τσελέντης έχει επιφυλάξει για τον εαυτό του, το ρόλο του φοβισμένου και σοκαρισμένου συμμετέχοντος. Ο ίδιος ο κ. Τσελέντης έχει ήδη μπει στο αυτοκίνητο εκείνη την ώρα, δεν εκτίθεται παραπάνω. Γιατί αν ήταν έξω θα μπορούσαμε πιθανό να αρχίζουμε να σκεφτόμαστε πολλά για το ρόλο του, που δεν θα επιβεβαιώνονταν αλλά γιατί να το ριψοκινδυνεύσει; Εκείνη την ώρα είναι στο αυτοκίνητο.
Έχω ένα λόγο να αμφισβητώ το ότι ήταν στο αυτοκίνητο ο Τσελέντης εκείνη την ώρα και το λόγο τον αρύομαι από τον πλήρους αναξιοπιστίας μάρτυρα κ. Μπακατσέλο. Τον επικοινωνιακά αναξιόπιστο κ. Μπακατσέλο. Τον κ. Μπακατσέλο που επί 2 και πλέον ημέρες διαδικασίας κατέθετε μπροστά σας, κατά τις επισημάνσεις σας κ. Πρόεδρε δεν απέστη σπιθαμή, πόντο από αυτά που είπε στην αρχή -και δεν το έχετε επισημάνει άπαξ έχω τα πρακτικά μου- κράτησε την ίδια γραμμή μέχρι το τέλος, απλώς αξιολογείται από εκεί και πέρα εάν είναι αληθής ή όχι. Προς τιμήν του την κράτησε.
Τι είπε ο Μπακατσέλος μπροστά σας; Είναι από τα ψιλολόγια, αυτά που περνάνε στα ψιλά και όμως μπορούν να μας δώσουν το νήμα για να διατυπώσουμε κάποιες σκέψεις. Ο Μπακατσέλος είπε εκείνη την ώρα ότι δεν πρόσεξα άλλα χαρακτηριστικά, πρόσεξα απλώς το ότι ένας από τους συμμετέχοντες τους εκτελεστές κρατούσε ένα τσαντάκι. Ψιλολόι. Ο Μπακατσέλος σας υπενθυμίζω ότι βγήκε στο τελευταίο μέρος του χτυπήματος, στην τελευταία φάση και σας υπενθυμίζω ότι -κατά τον κ. Τσελέντη- ο κ. Τσελέντης ήταν στο αυτοκίνητο. Υπενθυμίζω ομοίως όμως στο Δικαστήριό σας ότι ο κ. Τσελέντης είπε ο ίδιος μπροστά σας «Έβγαλα από ένα τσαντάκι που κρατούσα το περίστροφο και πυροβόλησα›. Αυτό το τσαντάκι ακούγεται τσαντάκι, τι είναι τίποτα. Δεν είναι τίποτα, γιατί αυτό δείχνει ακριβώς, ότι ο κατηγορούμενος Τσελέντης εκείνη την ώρα, στην τελευταία φάση, μάλλον, ή δεν θυμάται καλά τα πράγματα, ή δεν λέει την αλήθεια. Και για την ακρίβεια, στην τελευταία φάση, επιβεβαιώνεται κατ’ αρχήν η αξιοπιστία του «αναξιόπιστου› κ. Μπακατσέλου.
Έχουμε την κατάθεση Τσελέντη που σ’ αυτό το σημείο δεν δένει, χρειάζεται πιστολέρο να ρίχνει τα τελευταία χτυπήματα. Γιατί αλλάζει; Έχουμε αναρωτηθεί αρκετά και έχουμε βασανιστεί σ’ αυτό το πράγμα, γιατί άλλαξε την κατάθεση, γιατί άλλαξε μάλλον τα πράγματα. Το εάν είναι έτσι ή δεν είναι πάλι δεν το γνωρίζει κανείς, γιατί δυστυχώς δεν υπήρχε κάποια βιντεοκάμερα στο χώρο, να μπορούμε με ευχέρεια και ευκολία να βλέπαμε την εικόνα, να μεταφερθούμε όπως είπε ο κ. Πρόεδρος σε ανύποπτο χρόνο, δεν υπάρχει κάποια χρονομηχανή να μεταφερθούμε πίσω.
Συμπεράσματα βγάζουμε. Έχω τον λόγο να πιστεύω ότι, δεν μπορεί, το αλλάζει, γιατί δεν μπορεί κανείς από τους συμμετέχοντες κατά Τσελέντη, να φωνάζει επιτακτικά στον Κουφοντίνα. Πάμε να δικαιολογήσουμε τις φωνές. Οι φωνές δεν μπορούν να δικαιολογηθούν με κάποιον άλλο τρόπο. Όταν ο Τσελέντης έχει ήδη μπει στο αυτοκίνητο, ποιος περισσεύει έξω; Ο Χριστόδουλος και ο Κουφοντίνας.
Αυτός που πυροβολεί κατά τις προανακριτικές και ρίχνει καταιγισμό βλημάτων πυροβολισμούς στον οδηγό, με χορευτικές κινήσεις σαν να το απολαμβάνει, το ξανάπα αυτό, ο 1.72 με 1.75 ευκίνητος, δεν μπορεί να είναι ο κ. Χριστόδουλος παρόλο που έχει αδυνατίσει σήμερα, δεν μπορεί να σας αλλάξει την εικόνα. Και τότε μας το είπαν όλοι ότι ήταν παχύς, δεν δένει. Ο κ. Χριστόδουλος ειρήσθω εν παρόδω ο σαστισμένος κατά τον κ. Τσελέντη Χριστόδουλος, που έρχεται μετά και κάθεται από πάνω γιατί τον πιάνει ένα σοκ και συγκινείται, είναι το πρώτο του χτύπημα και η πρώτη του δολοφονία, συγκινείται εκείνη την ώρα και χάνει τον πυροβολισμό. Δείτε πού οδηγούμαστε. Ο Χριστόδουλος μόλις έχει πυροβολήσει με έξι, επτά σφαίρες τον Μομφεράτο. Και όχι απλώς τον έχει πυροβολήσει, αλλά τον έχει πυροβολήσει έξω από το παράθυρο και από απόσταση.
Εδώ σε πεσμένο θύμα, με τελειωμένη την δουλειά, τον μακαρίτη τον Ρουσσέτη, με σπασμένο το παράθυρο, χάνει λέει, δεν έχουμε εξήγηση για το πώς γίνανε τα πράγματα, πάντως δεν μπορεί να βρει στόχο. Είναι στους τριάντα πόντους και δεν μπορεί να βρει πόντο, έχει σαστίσει και χαζεύει. Εκτός άμα είναι τόσο ενδιαφέρον το θέαμα μετά. Για να δικαιολογηθούν οι φωνές, αντί του Γιωτόπουλου, βάζει τον μοναδικό που θα μπορούσε να φωνάζει, τον Κουφοντίνα.
Κατ’ αυτό τον τρόπο και οι φωνές δικαιολογούνται και ο Γιωτόπουλος καλύπτεται. Και ο ίδιος – το σπουδαιότερο – καλύπτεται έναντι του Γιωτόπουλου ηθικά. Αφού για την απουσία του βεβαιώνει, το έχετε δει ποτέ χωρίς να έχει δει χαρακτηριστικά άλλου ανθρώπου, κανένα χαρακτηριστικό στο πρόσωπο, μετά από ερωτήσεις που έγιναν πιστεύω ότι κατεδείχθη στην ακροαματική διαδικασία τις θυμίζω, όταν λες ότι είσαι στο αυτοκίνητο και κοιτάς προς την αντίθετη πλευρά και όταν λες ότι το αυτοκίνητο το λευκό, το οποίο ομοίως δεν αμφισβητείται και θα σας πω γιατί, ήταν παρκαρισμένο σε σειρά τέταρτο μπροστά, 7.15, 7.20 Φλεβάρη μήνα που είναι νύχτα, στην ταραχή και το σοκ που λες ότι σου έχει προξενήσει ο πυροβολισμός γιατί είσαι ευαίσθητη ψυχή, δεν το αμφισβητώ, στο ένα δευτερόλεπτο που γυρνάς, βλέπεις λοιπόν κάποιον ατρόμητο πολίτη που βλέπει μπροστά του στα επτά μέτρα, να εκτελούνται δύο άνθρωποι, βλέπει τρεις ανθρώπους να πηδάνε δεξιά – αριστερά και να τρέχουν μακελεύοντας εκείνη την ώρα και αυτός ο τύπος κάθεται και παρακολουθεί.
Και όταν μπαίνει και ο τελευταίος δηλαδή ο Χριστόδουλος κατά Τσελέντη, μετά τις φωνές Κουφοντίνα κατά Τσελέντη, τότε γυρνάει ο κ. Τσελέντης προς τα εμπρός, προς την αντίθετη κατεύθυνση προς τον ¶γιο Διονύσιο, και βλέπει ο του θαύματος, τον πολίτη για τον οποίο βεβαιώνει ότι είναι πολίτης, βεβαιώνει ότι δεν είναι ο Γιωτόπουλος και δεν το βεβαιώνει άπαξ το βεβαιώνει πάνω από τέσσερις, πέντε φορές. Δεν τον απασχολεί να δώσει λεπτομέρειες, τον απασχολεί να βεβαιώσει, σας λέω δεν είναι ο Γιωτόπουλος, δεν τον απασχολεί τίποτα άλλο.
Την ώρα που γυρνάει και ο άνθρωπος μπαίνει μέσα, την ώρα εκείνη λέει ο ίδιος ότι έμπαινε μέσα και ο πολίτης. Υπάρχουν και καταθέσεις προανακριτικά και το λέει και ο ίδιος, βρίσκονται μαζί τα δυο αυτοκίνητα και εκείνη την ώρα τον έχει δει από μακριά, δεν θέλω να ειρωνευτώ, αλλά γερακομάτης. Βλέπει τα πάντα και χωρίς να εισφέρει χαρακτηριστικά στο δικαστήριο, εισφέρει τη βεβαιότητά του ότι, δεν είναι ο Γιωτόπουλος.
Εκεί είμαστε. Και εκεί είναι και τα κενά αφ’ ενός, πώς βεβαιώνεις κάτι χωρίς να το δεις. Αφ’ ετέρου πώς βεβαιώνεις κάτι όταν αυτό δεν δένει με τα υπόλοιπα στοιχεία; Και τρίτον πλέον, βρισκόμαστε ξέρετε προ του φοβερού μυστηρίου, πριν είχαμε μια σφαίρα που δεν είχε βρεθεί την 765, αυτή από το τρίτο πιστόλι, έχει βρεθεί ένας κάλυκας, όντως η αστυνομία δεν έκανε καλά την δουλειά της, όντως δεν βλέπουμε πού έχει βρεθεί ο κάλυκας, αλλά αυτό με συγχωρείτε επειδή είμαστε έξυπνοι άνθρωποι, τουλάχιστον είναι έξυπνοι άνθρωποι αυτοί που καταθέτουν μπροστά σας, και την ίδια λογική πιστεύω ότι μοιραζόμαστε, αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από τις δυο πλευρές.
Μέχρι τώρα λοιπόν είχαμε, τον Τσελέντη που όπως κατεδείχθη από ερωτήσεις της υπερασπίσεως δεν μπορεί να πει πού πήγε η σφαίρα του και τότε οι ερωτήσεις και νωρίτερα μάλιστα έχοντας εννοώ το 765 καταρχήν το τρίτο πιστόλι δηλαδή που έχει ταυτοποιηθεί ως ανήκον στην οργάνωση, δεν ξέρουμε πού έχει πάει αυτή η σφαίρα; Είναι απορίας άξιον βεβαίως, πώς ο Τσελέντης πυροβολεί από πάνω και δεν βρίσκεται στο κάθισμα, ή κάπου οπουδήποτε μέσα στο αυτοκίνητο, ή σε τελευταία ανάλυση κάπου στο περιβάλλοντα χώρο, στην άσφαλτο, κάπου οπουδήποτε πείτε μου πού;
Τώρα όχι μόνο αυτό, προσθέτουμε και τέταρτο πιστόλι, έχουμε δ δυο σφαίρες φαντάσματα με την δεύτερη να είναι ακόμα προκλητικότερη. Γιατί εάν ο Τσελέντης – δεν έχω λόγο να το αμφισβητήσω – συγκινήθηκε και σοκαρίστηκε, ε, δεν μπορώ να δεχθώ το ίδιο για τον κ. Χριστόδουλο, που σας κάνει κηρύγματα εδώ μπροστά και λέει για τον Θεό και το Ευαγγέλιο, αναίσχυντα εντελώς. Είναι παρένθεση μικρή συγκινησιακή κ. Πρόεδρε, δεν έχω αυτό το στυλ. Αλλά πραγματικά, ο Θεός αυτός στον οποίον αναφέρεται, φωνάζει στον ¶βελ, στο περιστατικό Κάιν και ¶βελ, «βοά το αίμα του αδελφού σου›, έχουμε φθάσει σ’ αυτό το σημείο μπροστά σας.
Ο κ. Χριστόδουλος που έχει αδειάσει το 45άρι του στον Μομφεράτο, έρχεται μπροστά έχει ρίξει πέντε σφαίρες στον Μομφεράτο, περισσεύουν δυο, εισεφέρθη στο Δικαστήριό σας, τον είχε τελειώσει, έρχεται μπροστά και για να καλυφθεί το 765 τι κάνουμε; Έβγαλε το εφεδρικό, είχαν σφαίρες, το ότι δεν πυροβόλησε με το 45άρι είναι εμφανές, δεν πυροβόλησε με το 45άρι, γιατί ο καθένας έχει βληθεί από ξεχωριστό 45άρι και μόνο από 45άρι.
Οπότε έχουμε την φοβερή εικόνα ότι πλησιάζει ο Χριστόδουλος Ξηρός, πάνω από ένα μακελεμένο άνθρωπο, 13 οπές έχουν τα ρούχα του Ρουσσέτη και αυτό είναι στοιχείο δεν είναι συγκινησιακό γεγονός, 13 οπές, μακελεμένος ο άνθρωπος και ο κ. Χριστόδουλος εκείνη την ώρα προφανώς ανατρέχει στο εφεδρικό πιστόλι το βγάζει και πυροβολεί με το εφεδρικό πιστόλι από εμπλοκή ή από οτιδήποτε, ήδη η λογική το να βγάλεις ένα άλλο πιστόλι για να ρίξεις όταν έχει πάθει εμπλοκή το ένα, σου δείχνει ότι ο άνθρωπος αυτός δεν σαστίζει.
Σου δείχνει ότι ο άνθρωπος αυτός δεν είναι σοκαρισμένος. Τι έχει πάθει, έχει συγκινηθεί και αυτός; Πολύ συγκίνηση έχει πέσει σ’ αυτό το χώρο. Κατ’ αυτό τον τρόπο ολοκληρώνει τον αρχηγό ξέρετε και δεν τον καίω άμεσα, θα μπορούσε να έχει πει πολλά άλλα, όπως είπα δια ερωτήσεων στον κ. Γιωτόπουλο, χωρίς κόστος.
Το κόστος αυτό θα μπορούσε να το αποφύγει λέγοντας, δεν γνωρίζω. Ήρθε μάρτυρας υπερασπίσεως του κ. Γιωτόπουλου, η φοβερή κα Μαρουλάτου, δεν είδα τίποτα, δεν άκουσα τίποτα, δεν γνωρίζω τίποτα, αυτό είπε ενώπιόν σας θα φθάσω σ’ αυτό. Και προσέξτε τι είπε για τον τόπο, όπου υποτίθεται ότι βρισκόταν όπου όπως αναφέρεται από καταθέσεις βρισκόταν το λευκό ημιφορτηγό στο οποίο κατηγορείται ότι υπήρχε ο Γιωτόπουλος. Κατέβηκα εκεί και δεν κοίταξα δεξιά, ανατρέξτε στα πρακτικά, δεν κοίταξα δεξιά, ήταν ψηλότερα στην Βουκουρεστίου κατέβαινα προς την διασταύρωση, δεν κοίταξα δεξιά, δεν είχα λόγο να κοιτάξω δεξιά. Σωστό, η μάρτυρας υπερασπίσεως, που άκουσα αυτά τα κακά που είπε ο Μπακατσέλος και ήρθε για να σώσει το Γιωτόπουλο και τον υποχρέωσε να βρει άλλοθι μετά, τόσο ωραία τα είπε.
Δεν θα μπορούσε ο Τσελέντης να βγει εκείνη την μέρα και να πει, ξέρετε, δεν κοίταξα πίσω. Από όσο γνωρίζω όμως, γιατί αυτό είναι το μόνο που εισφέρει, απ’ όσο γνωρίζω δεν θα συμμετείχε ο Γιωτόπουλος. Αυτό το έχει πει κατ’ επανάληψη στην απολογία του μπροστά σας ο Τσελέντης. Θα μπορούσε κάλλιστα να το πει ξανά. Απ’ όσο γνωρίζω, το σχέδιο δεν περιελάμβανε συμμετοχή Γιωτόπουλου. Μαζί το αναλύσαμε. Δεν μπορώ να υποθέσω ότι ήταν κάτι παραπάνω. Τι θα μπορούσαμε να τον κάνουμε; Να του δώσουμε «πορτοκαλάδα› όπως λένε οι άλλοι συγκατηγορούμενοι και εδώ μέσα για να εκμαιεύσουμε κάτι παραπάνω;
Βλέπετε όμως ότι αυτό το σχήμα δυστυχώς πάσχει, δυστυχώς πάσχει. Είπα πριν ότι, όλα αυτά επιβεβαιώνονται και θα σας πω πώς επιβεβαιώνονται στο ακροατήριο. Η αποδεκτή ως αξιόπιστη μάρτυρας από την υπεράσπιση αποδεκτή, μιλούν για ένα άτομο με τα χαρακτηριστικά του Κουφοντίνα και για απανωτούς πυροβολισμούς και σας παραπέμπω στην μάρτυρα Αρσένη, δεν ξέρω εάν την θυμάστε με τους επτακόσιους μάρτυρες που περάσανε μπροστά σας, έχετε επιβαρυμένες τις παραστάσεις, αλλά ήταν μάρτυρας με συγκροτημένη προσωπικότητα, δεν διακινδύνευε κουβέντα παραπάνω. Η κα Αρσένη μάλιστα επαινέστηκε ως αξιόπιστη.
Ο μάρτυρας Μπάλος που λέει το ίδιο πράγμα, ευλύγιστος και ευκίνητος. Ε, δεν μπορώ να θεωρήσω ότι είναι ο Χριστόδουλος Ξηρός. Ο κ. Παυλίδης, ο οποίος τοποθετεί τον Χριστόδουλο από την επάνω μεριά, από την μεριά του συνοδηγού, και η κα Ανουσάκη, επί λέξει, ο ευλύγιστος και επί λέξει, πιστολίδι στην τελευταία φάση, η μια σφαίρα που δεν βρέθηκε το πιστολίδι.
Ομοίως ο μάρτυρας Μπάλος, δένει το στοιχείο, μιλάει για σειρά σταθμευμένων αυτοκινήτων εκεί. Το ίδιο κάνει και ο Τσελέντης βεβαίως. Προανακριτικά έχουμε πλην όλων των άλλων σημαντικότατες μαρτυρίες, αναφορά κάνω απλώς, στην μάρτυρα Ντουντουλάκη, που μιλάει για ένα άτομο με τα χαρακτηριστικά του Κουφοντίνα να πυροβολεί πέντε φορές, στο τέλος. Είναι η ίδια που εισφέρει στην διαδικασία ότι άκουσε άγριες φωνές, «πάμε› και άγριες κραυγές, «γρήγορα› που ερχόντουσαν από την κατεύθυνση της Αγίου Διονυσίου. Δυστυχώς δεν μπόρεσε να έρθει.
Έχω να σας παραπέμψω στον μάρτυρα Κουρνουτό που μιλάει για το λευκό αυτοκίνητο και το συνδέει μάλιστα με την ενέργεια. Γιατί όπως λέει, τους είδα να φεύγουν μαζί και λέει επί λέξει κύριε Πρόεδρε, πρέπει να είχε σχέση το λευκό αυτοκίνητο. Η μάρτυρας Κουτσουμπέλη ομοίως βεβαιώνει ότι ακούει τις φωνές. Η μάρτυρας κα Ανουσάκη μπροστά σας ξαναλέει για το λευκό αυτοκίνητο, η φουκαριάρα κα Ανουσάκη που κατατρομοκρατήθηκε, είχε έρθει εδώ μπροστά δε ξέρω εάν την θυμάστε, έτρεμε, υπολόγιζε την απόσταση από εκεί μέχρι εδώ στα 50 μέτρα, και μετά έλεγε, μη με πάτε μέσα δεν έχω κάνει τίποτα εγώ, συγνώμη δεν διακινδυνεύω τίποτα παραπάνω.
Σε επανειλημμένες ερωτήσεις έλεγε, μπορώ να υποθέσω, αλλά δεν θα το πω γιατί δεν έχω βεβαιότητα. Η μάρτυρας Ανουσάκη, παρά τον τρόμο της μιλάει για λευκό αυτοκίνητο, μπροστά σας, όχι προανακριτικά μόνο, το έχει πει και προανακριτικά και μάλιστα μιλάει για άνθρωπο που έτρεξε προς αυτή τη κατεύθυνση.
Οι αντίθετοι ισχυρισμοί στη συγκεκριμένη περίπτωση κ. Πρόεδρε δεν λένε από τον αθώο Γιωτόπουλο, ρε παιδιά εγώ δεν ξέρω τι έχει γίνει, εγώ δεν είχα συμμετοχή. Δεν έχει παρουσία και επιχειρηματολογία αυτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε συνήγορε κατά την άποψή σας, ποιος πυροβόλησε το δικό σας τον πελάτη για να καταλάβουμε και εμείς. Γιατί εγώ δεν έχω καταλάβει τίποτα μέχρι τώρα. Εάν τα λέτε βέβαια να τα ακούσουμε και εμείς και πιστεύω για μας τα λέτε, εγώ δεν έχω καταλάβει.
Γ. ΠΑΠΑΛΑΜΠΡΟΣ: Ναι κύριε Πρόεδρε θα φθάσω. Να σας το πω ήδη και τώρα κ. Πρόεδρε, για μας υπάρχουν δυο πιστόλια, γι’ αυτό αναφέρθηκα στην προηγούμενη αγόρευση, υπάρχουν δυο 45άρια. Δεν αμφισβητώ τον κ. Τσελέντη, στο ότι ο κ. Κουφοντίνας ήταν αυτός που είχε την τιμή ο δικός μου να πυροβοληθεί απ’ αυτόν, είχε την τιμή γιατί ήταν ?στέλεχος, αυτό εννοώ, δεν εννοώ τίποτα άλλο. Ο κ. Κουφοντίνας τον δικό μου, εξηγώ από το σημείο που αμφιβάλω είναι από το σημείο που ρίχνονται τα τελευταία χτυπήματα στον Ρουσσέτη. Και θεωρώ ότι το αποτελειωτικό χτύπημα το οποίο κατά Τσελέντη δεν χρειαζόταν καν, γιατί εβλήθη ο Ρουσσέτης, αυτό δεν το έχει ρίξει ο Χριστόδουλος, έγινε αλλιώς η διαδικασία, αυτό λέω.
Δυο 45άρια , ο Κουφοντίνας πυροβολεί τον κ. Ρουσσέτη, τον συγχωρεμένο Ρουσσέτη, ο Χριστόδουλος πυροβολεί τον Μομφεράτο, απλά πράγματα. Την τρίτη σφαίρα κατ’ εμέ, την έχει ρίξει απλούστατα ο Τσελέντης από την πάνω μεριά. Εξηγώ γιατί φθάσαμε στο διαφορετικό σενάριο τόση ώρα, σε περίπτωση που δεν έχω γίνει κατανοητός.
Οι αντίθετοι ισχυρισμοί από τον κ. Γιωτόπουλο, τον αθώο Γιωτόπουλο, δεν είναι ισχυρισμοί, ούτε στυλ, ούτε ύφος, ούτε παρουσία του αθώου. Προσέξτε το σημείωσα, όχι μόνο στη δική μας υπόθεση, το σημείωσα και σε άλλη αποστροφή του λόγου του, δεν έρχεται στο Δικαστήριό σας να πει, εγώ δεν ξέρω τι με ρωτάτε; Έρχεται και λέει, έρχεται και αμφισβητεί συνολικά το γεγονός, δια της υπεράσπισης και δια των μαρτύρων.
Αναφέρω το εξής, ότι όταν ερωτήθη από το Δικαστήριο, τι έγινε σ’ αυτή την συνάντηση της Πεντέλης; Δεν είπε, ποια συνάντηση, εγώ μεταφραστής είμαι. Είπε, δεν έγινε τέτοια συνάντηση. Πού το ξέρουμε εμείς τι έγινε και τι δεν έγινε; Πού το ξέρει ο Γιωτόπουλος τι έγινε και τι δεν έγινε;
Η λογική του δεν είναι θέση, είναι αντίθεση, είναι αμφισβήτηση αόριστη στα πάντα. Έχουμε υπεράσπιση και σχετικούς από μηχανής μάρτυρες που αμφισβητούν τα πάντα. Προσέξτε, πρώτον, δεν υπήρχαν σταθμευμένα αυτοκίνητα. Δεύτερον, δεν υπήρξαν φωνές. Τρίτον δεν υπήρξε λευκό αγροτικό, όπως ειπώθηκε μάλιστα σε πολύ καυστική τοποθέτηση της υπερασπίσεως, είναι δυνατόν, να συμμετέχεις σε χτύπημα και να οδηγείς λευκό αγροτικό; Υπάρχει μια εύκολη απάντηση. Ναι, για να μην συνδέσουν, και για να μπορείς να τα λες αυτά ακριβώς τώρα.
Αλλά η πιο εύκολη απάντηση είναι αντιστρόφως, οι σκευωροί στους οποίους αποδίδει ο κ. Γιωτόπουλος την εις βάρος του κατηγορία, η CIA που ασχολήθηκε το ’97, ’96, ’98 ξέρω εγώ πότε, οι σκευωροί εφεύραν ένα λευκό αγροτικό, αντί να εφεύρουν δυο FIAT ή κάτι σύνηθες.
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επιτρέπεται να λέμε τώρα στο συνήγορο τέτοια έκφραση; Σκεφθείτε να πεταχτεί αύριο η πολιτική αγωγή και να λέει στον κ. Χρυσικόπουλο το δικό σας, να μην κάνει?δεν κάνουν αυτά τα πράγματα.
Γ. ΠΑΠΑΛΑΜΠΡΟΣ: Κύριε Πρόεδρε είναι καταδεικτικό της τοποθέτησής του, δεν ενοχλούμε, όλοι συμπεριφέρθηκαν έτσι, εγώ δεν θα το μεταχειριστώ με το δέος που του επιφυλάσσουν όλοι οι άλλοι. Δεν υπήρχε θόρυβος λοιπόν. Κυρία Μαρουλάκου, η μάρτυρας η από μηχανής. Όταν πετιέται μπροστά της το FIAT και κλείνει το δρόμο και σταματάει η MERCEDES ακούστε τι διαπιστώνει η μάρτυρας κα Μαρουλάκου. Τον ωραίο ήχο χωρίς αυτοκίνητο, τόσο πολύ, που εύχεται μάλιστα να έχει ένα μαγνητόφωνο εκείνη την ώρα, για να καταγράψει τον ήχο της απόλυτης σιωπής στην Αθήνα. Δεν ακούει πόρτες, τρέξιμο, πυροβολισμούς, τίποτα. Η κυρία μάρτυρας κάπου υπάρχει αλλού. Ακούει μόνο, όπως λέει, όχι πολλές, παφ – παφ, έτσι έχει πει από τα πρακτικά είναι, παφ – παφ. Ομοίως η κα μάρτυρας, προσέξτε το αυτό, δεν είδε κανένα αυτοκίνητο, όχι δεν είδε το λευκό, δεν είδε κανένα αυτοκίνητο. Επί λέξει, «δεν είδα κανένα αγροτικό αυτοκίνητο, έτσι κι αλλιώς εγώ, δεν είδα κανένα αυτοκίνητο›.
Συνεχίζει, «ο δρόμος ήταν άδειος›. Συνεχίζει, έχει φύγει προς τα πάνω ψηλά στην Βουκουρεστίου και ξανακατεβαίνει, «όταν έφθασα πλέον›, εκεί που τη θέλουμε για να εισφέρει τα στοιχεία της, «άκουσα μπαμ, μπαμ›. Τώρα το παφ έχει γίνει μπαμ, όταν είναι μακρύτερα έχει γίνει μπαμ, αλλά δεν είδε παρόλα αυτά τον Κουφοντίνα να στέκεται και να λέει στο Χριστόδουλο έλα, γιατί τότε δεν υπήρχε ο Τσελέντης για να επιβεβαιώσει την κατάθεση που διευκολύνει και ελαφρύνει τον αρχηγό. «Δεν είδα τρίτο άνθρωπο, όταν βγήκα στην Τσακάλωφ δε, δεν είχα κανένα λόγο να κοιτάξω στα αυτοκίνητα τα σταματημένα δεξιά.›
Δείτε και ένα τελευταίο σημείο, αρκετά ασχολήθηκα με την κα Μαρουλάκου, δεν στέκει η κατάθεσή της. «Δεν είχε μούσι κανείς, ούτε μουστάκι›. Μας είπε ακριβώς και υπάρχει προανακριτικά, ότι πέρασε περαστικός τυχαία και τους είπε παιδιά, με γεια τα μουστάκια ή τα γένια πως τους το είπε. Εν τω μεταξύ όλοι οι μάρτυρες, εισφέρουν ακριβώς το ότι ήταν μεταμφιεσμένοι, φορούσαν κάτι επάνω τους.
«Μπροστά δε στο πεζοδρόμιο που εγώ ήμουν δεν υπήρχε οτιδήποτε παρκαρισμένο›. Φταίει η υπερασπιστική γραμμή του κ. Γιωτόπουλου. Αυτό το είπαμε από την πρώτη στιγμή δε, αναφερθήκαμε στην κα Μαρουλάκου αμέσως. Ο κ. Ραχιώτης θυμάμαι ότι το είχε πει εδώ πέρα, ότι τον πήραν τηλέφωνο επειδή άκουσαν αναξιόπιστο τον Τσελέντη. Εκείνη την στιγμή όπως έχω ξαναεπισημάνει δεν κραύγασε κανένας «τί είναι αυτά που λέτε, εγώ έχω άλλοθι, ήμουν στα Ζαγοροχώρια›. Τα Ζαγοροχώρια δεν ξέρει πού πέφτουν, δεν ξέρει από πόσα χωριά. Τα Ζαγοροχώρια πιστεύει μάλλον ότι είναι ένα χωριό ή κάτι ανάλογο.
Τη βδομάδα του μάρτυρά του την κάνει 4 μέρες, το ότι ο μάρτυράς του είπε ότι μένει στο ένα σημείο, αυτός κάθεται και λέει ότι γύριζαν δεξιά και αριστερά. Το επεσήμανα κ. Πρόεδρε και δια των ερωτήσεων ότι όταν έχει εφαρμοστεί το σχέδιο Ξενοκράτης για σφοδρότατες και βαρύτατες χιονοπτώσεις, ο Γιωτόπουλος που του κάνουν την τιμή να ασχολούνται όλες οι Μυστικές Υπηρεσίες και όλος ο κόσμος μαζί του, ο Γιωτόπουλος που αποτελεί ένα ιδιότυπο κέντρο του σύμπαντος έχει το ιδιαίτερο προνόμιο ως μάλλον αρχηγός της μοναδικής Οργάνωσης που ασκεί ουσιαστική αντιπολίτευση ή κάποιου είδους συνετή πολιτική, έχει το προνόμιο να του κάνει και καλό καιρό στα Ζαγοροχώρια για να κάνει τις βολτίτσες του ωραία και εύκολα. Τη διαδρομή των 2,5 και 3 ωρών το ΄85 να την κάνει με το χιόνι κάθε μέρα.
Ο Γιωτόπουλος τώρα πώς επιβεβαιώνει την όλη εξέλιξη; Στο σημείο αυτό ο Γιωτόπουλος δέχεται ως αξιόπιστο τον Τσελέντη-«πουλημένο κορμή›, δέχεται ως αξιόπιστο ξαφνικά απομονώνοντας ένα τμήμα της καταθέσεως το «πουλημένο κορμί›-Τσελέντη. Και πάλι δεν έχει πειστική εξήγηση. Σας είπε μπροστά σας γιατί το κάνει αυτό; Το κάνει αυτό γιατί είχε εκτεθεί λέει ο Τσελέντης και δεν θα μπορούσε να πει «δεν ξέρω›. Είχε εκτεθεί και έπρεπε ουσιαστικά να τον βοηθήσει. Δεν λέει καν «ευχαριστώ› γι’ αυτό.
Την ράτσιο παρουσίας του στον τόπο εξελίξεως της επίθεσης δε την εισφέρει ο ίδιος. Έχει πει ο ίδιος εδώ μπροστά σας ότι ο αρχηγός δεν νοείται να κάθεται σε ένα γραφείο. Μάλλον του ξέφυγε. Ο αρχηγός πρέπει να παρίσταται, να είναι κοντά για να έχει την επίβλεψη και να έχει τη δυνατότητα παρεμβάσεως και επεμβάσεως για να σώσει την ενέργεια εάν κάτι δεν πάει καλά. Ο ίδιος το είπε. Υπάρχει στα πρακτικά της απολογίας του μπροστά σας.
Δείτε ομοίως κάτι άλλο, ότι στη δεύτερη προκήρυξη που αφορά το χτύπημα κατά Παλαιοκρασσά και στην ουσία απολογείται για τον Αξαρλιάν, για τον χαμό του Αξαρλιάν ο ίδιος λέει ότι στον τόπο εκεί υπήρχαν δύο ομάδες της Οργανώσεως. Υπήρχε η εκτελεστική των τεσσάρων και η δεύτερη – επιτρέψτε μου να πω – της επιβλέψεως της ηγεσίας. Εάν αυτό γινόταν χρόνια αργότερα πώς είναι δυνατόν να μην το κάνει το ΄85 στο πρώτο χτύπημα της νέας ουσιαστικής εποχής δράσης της Οργάνωσης; Πώς είναι δυνατόν ο ίδιος να εμπλέκεται, να εκτίθεται, να γράφει προκηρύξεις, να συζητάει το σχέδιο και παρόλα αυτά να θέλει τους πιτσιρικάδες;