Οι «παλιές καλές εποχές» της Goldman Sachs;

Παρασκευή, 16 Μαρτίου 2012 16:08
UPD:17/03/2012 18:46

A- A A+

Εκ πρώτης όψεως η δημόσια επιστολή παραίτησης του Γκρεγκ Σμιθ από την Goldman Sachs στο φύλλο της Τετάρτης των New York Times αποτελεί έναν «κόλαφο» για τον κολοσσό, που «βγάζει στη φόρα τα άπλυτα» της «κακής» τράπεζας η οποία αψηφά το συμφέρον των πελατών προς ίδιον όφελος και μία ακόμα ένδειξη της ανηθικότητας της Wall Street. Μια πιο προσεκτική ματιά όμως αποκαλύπτει ότι η πραγματικότητα είναι κάπως πιο σύνθετη.

«Μπορώ να πω με ειλικρίνεια ότι το περιβάλλον αυτή τη στιγμή είναι τοξικό και καταστροφικό όσο ποτέ», γράφει στο άρθρο του στην αμερικανική εφημερίδα ο Γκρέγκ Σμιθ. «Για να το πω απλά, το συμφέρον του πελάτη εξακολουθεί να παραμερίζεται με τον τρόπο που λειτουργεί και σκέφτεται η εταιρεία για το πώς θα βγάλει χρήματα... Η εταιρεία έχει παρεκκλίνει τόσο πολύ αυτό που ήταν όταν ήρθα αμέσως μετά το πανεπιστήμιο που δεν μπορώ πλέον να ταυτιστώ με αυτό που αντιπροσωπεύει», επισημαίνει.

«Αρρωσταίνω με το πόσο κυνικά μιλούν για "γδύσιμο" των πελατών τους. Μέσα στους τελευταίους 12 μήνες έχω δει πέντε διαφορετικούς διευθυντές να αναφέρονται στους πελάτες τους ως ανόητους».

Κεραυνός εν αιθρία;

Η επιστολή φάνηκε να αιφνιδιάζει απόλυτα την επιχείρηση και όσους την παρακολουθούν, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων.

Ήταν το τελευταίο πλήγμα στη δημόσια εικόνα της Goldman Sachs, μετά από σειρά απανωτών χτυπημάτων, με πιο σημαντικό ίσως τη διευθέτηση με την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC) για την πληρωμή προστίμου ύψους 550 εκατ.δολαρίων για παραπλάνηση επενδυτών το 2010 όταν κατέρρεε η αγορά ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ-ήταν το μεγαλύτερο πρόστιμο στην ιστορία της SEC.

Σύμφωνα με τους NYT, ο Σμιθ έστειλε την επιστολή παραίτησής του μέσω email στους προϊσταμένους του στις 6.40 ώρα Λονδίνου (εργαζόταν τον τελευταίο χρόνο στο ευρωπαϊκό τμήμα της αμερικανικής τράπεζας)το πρωί της Τετάρτης. Τίποτα όμως δεν είχε προετοιμάσει την Goldman Sachs για το γεγονός ότι περίπου 15 λεπτά αργότερα ένα άρθρο του στους ΝΥΤ θα περιέγραφε με λεπτομέρειες τους λόγους που τον οδήγησαν να παραιτηθεί.

Λίγες ώρες αργότερα η επιχείρηση απάντησε με μια σύντομη επίσημη ανακοίνωση: «Διαφωνούμε με τις απόψεις που εκφράστηκαν, οι οποίες δεν πιστεύουμε ότι αντανακλούν τον τρόπο που λειτουργούμε. Κατά την άποψή μας, θα είμαστε επιτυχείς μόνο εάν οι πελάτες μας είναι επιτυχείς. Αυτή η θεμελιώδης αλήθεια οδηγεί τη συμπεριφορά μας».

Η εταιρεία έσπευσε επίσης να διορθώσει την ανακρίβεια στον τίτλο του Σμιθ όπως αναγράφεται στο τέλος του άρθρου του.«Ο Γκρεγκ Σμιθ δεν ήταν "Executive Director and Head of the firm's United States equity derivatives business in Europe, the Middle East and Africa" όπως αναφέρεται στην NYT, αλλά Vice President in Derivatives Sales στο Λονδίνο».

Οι θέσεις στην ιεραρχία των αμερικανικών επενδυτικών τραπεζών είναι δύσκολο να αποδοθούν στα ελληνικά, πάντως σε καμιά περίπτωση ο Σμιθ δεν ήταν επικεφαλής κάποιου τμήματος, ούτε ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος. Θα ήταν μάλλον πιο ακριβές να περιγραφεί ως «μεσαίο» στέλεχος στην ιεραρχία της επιχείρησης (όπου κατώτερη βαθμίδα είναι analyst, η δεύτερη associate, η τρίτη vice-president/executive director, η τέταρτη managing director και η πέμπτη και ανώτερη partner).

Σε εσωτερικό μήνυμα προς τους υπαλλήλους της εταιρείας ο διευθύνων σύμβουλός της υπεραμύνθηκε των πρακτικών της. «Απογοητευτήκαμε όταν διαβάσαμε τους ισχυρισμούς αυτού του ατόμου που δεν αντανακλούν τις αξίες, τη νοοτροπία ή το πώς η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων της Goldman Sachs αντιλαμβάνονται την εταιρεία και τη δουλειά που κάνει εκ μέρους των πελατών της. Όλοι έχουν δικαίωμα να έχουν τη δική τους άποψη. Αλλά είναι ατυχές που μία μεμονωμένη άποψη για την Goldman Sachs προβάλλεται σε μία εφημερίδα και ακούγεται δυνατότερα από τη τακτική, λεπτομερή και ενδελεχή κριτική που παρέχετε εσείς στην εταιρεία και τις ανεξάρτητες, δημόσιες έρευνες για το περιβάλλον εργασίας».

Οι αντιδράσεις από αναλυτές, πρώην και νυν εργαζομένους, σχολιαστές, πολιτικούς ήταν τόσες που δεν άργησε και η σάτιρα. «Γιατί εγκαταλείπω την Αυτοκρατορία, του Νταρθ Βέιντερ», τιτλοφορείται χιουμοριστικό άρθρο στην Daily Mash. «Μπορώ να πω με ειλικρίνεια ότι το περιβάλλον αυτή τη στιγμή είναι τοξικό και καταστροφικό όσο δεν το έχω δει ποτέ ξανά», «γράφει» ο «κακός» του «Πολέμου των Αστρων». «Για να το πω απλά, το να στραγγαλίζεις τους ανθρώπους με το μυαλό σου εξακολουθεί να παραμερίζεται στον τρόπο με τον οποίο η εταιρεία λειτουργεί και σκέφτεται για το πώς θα σκοτώσει ανθρώπους», γράφει στην «επιστολή παραίτησής» του από την Αυτοκρατορία ο Νταρθ Βέιντερ.

«Έσπασε» η σιωπή

Για να επιστρέψουμε στην αυτοκρατορία της Goldman όμως, αυτό που έκανε περισσότερο αίσθηση δεν ήταν το περιεχόμενο της επιστολής (εξάλλου δεν ήταν η πρώτη φορά που ακούγεται ότι δεν προσέχει πάντα να υπηρετεί το συμφέρον των πελατών της), όσο το γεγονός ότι δημοσιεύτηκε, καθώς η επενδυτική τράπεζα είναι γνωστή για την αντιπάθειά της για τα μέσα ενημέρωσης και για το γεγονός ότι οι υπάλληλοι της, νυν και πρώην, τηρούν έναν «κώδικα σιωπής».

«Οι τραπεζίτες της Goldman δεν μιλούν, λόγω της νοοτροπίας της επιχείρησης αλλά και επειδή είναι προς το δικό τους οικονομικό όφελος να μην το κάνουν», γράφουν οι Financial Times. «Για το μεγαλύτερο τμήμα της ιστορίας της τράπεζας, που πάει πίσω 143 χρόνια, ο άγραφος κανόνας στην Goldman Sachs ήταν να μένει κανείς όσο πιο μακριά από τα ΜΜΕ είναι δυνατόν», γράφει σε άρθρο του ο Ουίλαμ Κόχαν, συγγραφέας του βιβλίου «Money and Power: How Goldman Sachs Came to Rule the World» («Χρήματα και δύναμη: Πώς η Goldman Sachs έφτασε να κυβερνά τον κόσμο»).

Η «παλιά» Goldman

Ο Σμιθ περιγράφει την Goldman Sachs όταν πρωτοπήγε πριν από δώδεκα χρόνια ως μια επενδυτική τράπεζα στην οποία η νοοτροπία είχε μεγάλη σημασία. «Περιστρεφόταν γύρω από την ομαδική δουλειά, την ακεραιότητα, ένα πνεύμα ταπεινοφροσύνης και το να κάνουμε πάντα αυτό που είναι καλό για τους πελάτες μας. Η νοοτροπία ήταν η μυστική συνταγή που έκανε καλό αυτό το μέρος και που μας επέτρεψε να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των πελατών μας για 143 χρόνια. Δεν είχε να κάνει μόνο με το να βγάζουμε χρήματα, αυτό από μόνο του δεν θα συντηρούσε την τράπεζα για τόσο καιρό», υπογραμμίζει.

Στη συνέχεια όμως, αυτός ο κώδικας δεοντολογίας απαξιώθηκε ολοσχερώς. Μεγάλο μέρος της ευθύνης αποδίδει ο Σμιθ στην τρέχουσα ηγεσία της επενδυτικής τράπεζας. «Όταν γραφτούν τα βιβλία ιστορίας για την Goldman Sachs, ενδέχεται να πουν ότι ο τωρινός διευθύνων σύμβουλος, Λόιντ Μπλάνκφαϊν και ο πρόεδρος, Γκάρι Κον, έχασαν τον έλεγχο της νοοτροπίας της εταιρείας. Πραγματικά πιστεύω ότι η κατάπτωση του ηθικού ιστού αντιπροσωπεύει την πλέον σοβαρή απειλή για τη μακροχρόνια επιβίωσή της».

«Η ηγεσία παλιότερα είχε να κάνει με ιδέες, με το να θέτει το παράδειγμα και να κάνει το σωστό. Σήμερα, αν βγάζεις αρκετά χρήματα για την εταιρεία (και δεν είσαι δολοφόνος με τσεκούρι) θα προαχθείς σε μία θέση με επιρροή», τονίζει, ενώ περιγράφει με γλαφυρότητα το πόσο έχει πλέον πάψει να ενδιαφέρει τους εργαζόμενους στην τράπεζα το πώς να υπηρετήσουν το συμφέρον του πελάτη, καθώς πλέον το μόνο που έχει σημασία είναι να βγάλουν χρήματα για την Goldman.

Ποια ήταν όμως η Goldman Sachs που αναπολεί ο Γκρεγκ Σμιθ, η Goldman Sachs των «ιδεών», της «ακεραιότητας», και του «πνεύματος ταπεινοφροσύνης», η οποία διέθετε «ηθικό ιστό»; Η αλήθεια είναι ότι η Goldman Sachs του 2000, όταν δηλαδή την πρωτογνώρισε ο Σμιθ, δεν ήταν ακριβώς αγγελικά πλασμένη. Ήταν η εποχή που οι τράπεζες επένδυαν στη φούσκα του ίντερνετ, ενώ το «πνεύμα ταπεινοφροσύνης» για το οποίο κάνει λόγο ο Σμιθ φαίνεται δύσκολο να αναφέρεται στην ίδια επιχείρηση που έχει χαρακτηριστεί ως «μεγάλο καλαμάρι-βρικόλας που έχει τυλιχτεί στο πρόσωπο της ανθρωπότητας» (περιοδικό Rolling Stone).

Εξάλλου ήταν και μια εποχή που η επενδυτική τράπεζα είχε προ πολλού εγκαταλείψει τη νοοτροπία της συνεταιρικής επιχείρησης, όπου οι συνέταιροι και επικεφαλής της ρίσκαραν την προσωπική τους περιουσία. Η αλλαγή αυτή συντελέστηκε όταν οι επενδυτικές τράπεζες μπήκαν στο χρηματιστήριο και έγιναν κολοσσιαίες επιχειρήσεις, πριν από 25 χρόνια περίπου, πολύ πριν δηλαδή ο γνωρίσει ο Σμιθ την Goldman.

«Όταν αυτές οι εταιρείες από συνεταιρικές έγιναν εισηγμένες, το ήθος άλλαξε δραματικά», λέει στους ΝΥΤ ο καθηγητής εταιρικής διακυβέρνησης Τσαρλς Έλσον. «Η ιδέα της αφοσίωσης στον πελάτη εγκαταλείφθηκε μαζί με την παλιά δομή. Και καθώς έγιναν όλες εισηγμένες, οι πελάτες έψαχναν για την πιο φτηνή συμφωνία και οι εταιρείες κοιτούσαν να έχουν όσο πιο πολλούς πελάτες γινόταν». Οι επενδυτικές τράπεζες άρχισαν να «παίζουν» με το κεφάλαιό τους και αυτή ήταν η αρχή της κυριαρχίας του βραχυπρόθεσμου κέρδους, σύμφωνα με τον καθηγητή.

Όμως και πριν την έλευση αυτής της εποχής, ποιες ήταν οι «αξίες» και η «ακεραιότητα» στην οποία αναφέρεται ο Σμιθ ; Σύμφωνα με τη διάσημη φιλοσοφία του Γκας Λέβι, που ηγήθηκε της Goldman Sachs τις δεκαετίες του '60 και του '70, είναι καλύτερο να είναι κανείς «μακροπρόθεσμα άπληστος» και όχι βραχυπρόθεσμα. Αυτό που είχε σημασία λοιπόν ήταν τα μακροπρόθεσμα κέρδη (σε αντίθεση με τη μεταγενέστερη προσήλωση στα βραχυπρόθεσμα, που θεωρείται και μια από τις αιτίες της πρόσφατης χρηματοπιστωτικής κρίσης), η απληστία όμως ήταν πλήρως απενοχοποιημένη και θεμιτή.

«Παρακολουθώ την Goldman Sachs εδώ και περισσότερα από είκοσι χρόνια και δεν είμαι πεπεισμένος ότι ήταν ποτέ ο συνεταιρισμός στον οποίο νόμιζε ότι προσελήφθη ο κ. Σμιθ», αναφέρει ο επιχειρηματικός αρχισυντάκτης του BBC Ρόμπερτ Πέστον.

«Ο Γκρεγκ Σμιθ αναφέρεται στα τελευταία 12 χρόνια αλλά στην πραγματικότητα η Goldman κάνει αυτό το πράγμα από την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης… Δυστυχώς είναι κομμάτι του DNA της εταιρείας», λέει ο Κόχαν στο Reuters.

«Είναι τελειωμένος»

Αυτό στο οποίο συμφωνούν πάντως όλοι, τόσο αυτοί που συμφωνούν με την κίνηση και τα λεγόμενα του Γκρεγκ Σμιθ όσο και αυτοί που διαφωνούν, είναι ότι ο ίδιος μπορεί να πει οριστικά αντίο σε μία καριέρα σε μεγάλη επενδυτική τράπεζα. «Είναι τελειωμένος. Είναι ολοκληρωτικά τελειωμένος στη Wall Street, δεν υπάρχει αμφιβολία», λέει ο Κόχαν.

Επίσης, τόσο ο Σμιθ όσο και η Goldman συμφωνούν, αν πιστέψουμε τις δημόσιες τοποθετήσεις τους, ότι η επιτυχία της τράπεζας είναι ταυτόσημη με την επιτυχία των πελατών της και ότι αν πάψουν να την εμπιστεύονται, αυτό θα σημάνει το τέλος της τράπεζας. Και οι πελάτες για την ώρα δεν φαίνεται να χάνουν την εμπιστοσύνη τους. «Οι πελάτες επιλέγουν τους τραπεζίτες τους για κάποιο λόγο. Μπορεί να επιλέγουν την Goldman επειδή πιστεύουν ότι είναι το είδος της τράπεζας που δεν θα τους εκμεταλλευτεί ποτέ. Ή μπορεί να την επιλέγουν επειδή πιστεύουν ότι παίρνουν το προϊόν που θέλουν ακόμα και τη στιγμή που η τράπεζα μεγιστοποιεί τα οφέλη της», όπως γράφει ο Economist.

ΑΛΙΝΑ ΣΑΡΑΝΤΗ

Προτεινόμενα για εσάς