Ζητούν «plan B»

Τετάρτη, 02 Μαΐου 2012 20:23
UPD:20:26

A- A A+

Στα τέλη του περασμένου Μαρτίου, 5.000 άνθρωποι πραγματοποίησαν διαδήλωση στο Δουβλίνο για να διαμαρτυρηθούν για την επιβολή ενός φόρου 100 ευρώ σε κάθε νοικοκυριό. Ηταν μια μικρή σε όγκο διαδήλωση σε σύγκριση μ' εκείνες που γίνονται στην Αθήνα ή σε ισπανικές πόλεις, αλλά οι αριθμοί των διαδηλωτών στους δρόμους δεν λένε τα πάντα αυτές τις ημέρες.

Οπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις στην Ιρλανδία, η υποστήριξη προς την κυβέρνηση μειώνεται, ενώ αυξάνεται η απήχηση του Σιν Φέιν, το οποίο έχει ταχθεί υπέρ του "όχι" στο δημοψήφισμα της 31ης Μαϊου για το δημοσιονομικό σύμφωνο. Το ερώτημα βέβαια είναι τι μορφή θα έχει μέχρι τότε αυτό το σύμφωνο, αφού ο Φρανσουά Ολάντ έχει δεσμευτεί ότι, αν εκλεγεί πρόεδρος την Κυριακή, θα προχωρήσει στην αναδιαπραγμάτευσή του.

Οι δημοσκοπήσεις που γίνονται στην Ολλανδία, πάλι, δείχνουν ότι αν γίνονταν σήμερα εκλογές -οι οποίες είναι προγραμματισμένες για τον Σεπτέμβριο- τα κόμματα που αντιτίθενται στα μέτρα λιτότητας, τόσο στη Δεξιά όσο και στην Αριστερά, θα λάμβαναν το ένα τρίτο των εδρών. Στη χώρα αυτή, η κυβέρνηση έπεσε λόγω της άρνησης του ακροδεξιού Κόμματος Ελευθερίας να συμφωνήσει με τα νέα μέτρα.

Ορισμένοι αναλυτές επισημαίνουν ότι ο Ολάντ αναδεικνύεται σε ηγέτη ενός πανευρωπαϊκού κινήματος κατά της λιτότητας. Αλλοι πιστεύουν ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα σημείο καμπής, όπου μεμονωμένα εκλογικά σώματα ενθαρρύνονται από τα γεγονότα σε άλλες χώρες και ζητούν αλλαγή στρατηγικής. Καθώς το χρέος εξακολουθεί να αυξάνεται, μαζί με την ανεργία, οι ψηφοφόροι ζητούν ένα "plan B", μια εναλλακτική στρατηγική δηλαδή έναντι της λιτότητας.

«Αυτό που παρατηρεί κανείς είναι πώς οι εξελίξεις σε μια χώρα επηρεάζουν το εκλογικό σώμα σε μια άλλη», λέει ο Ιον Ο'Μάλεϊ, καθηγητής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Δουβλίνου. «Τα σχόλια του Ολάντ στη Γαλλία και η πτώση της κυβέρνησης στην Ολλανδία επηρεάζουν τους ψηφοφόρους στην Ιρλανδία και ενθαρρύνουν τους οπαδούς του "όχι" στο δημοψήφισμα».

Από το Λονδίνο μέχρι τη Μαδρίτη, κι από τον βόρειο πυρήνα μέχρι την περιφέρεια, οι ψηφοφόροι έχουν αρχίσει να αντιδρούν σε μια πολιτική που αποσκοπεί στην ικανοποίηση των αγορών και των οίκων αξιολόγησης. Σύμφωνα με τη «Γουολ Στριτ Τζέρναλ», αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες αρχίζουν να συζητούν κατά πόσον πρέπει να εγκαταλειφθεί ο στόχος που τέθηκε το 2009 να μειωθεί το ποσοστό του χρέους ως προς το ΑΕΠ στο 3% μέχρι το 2013. Ακόμη κι ο Μάριο Μόντι, που ανέλαβε την εξουσία για να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα λιτότητας, αρχίζει να έχει επιφυλάξεις. «Αν δεν υπάρχει ζήτηση, η ανάπτυξη δεν μπορεί να υλοποιηθεί», δήλωσε πρόσφατα. Πολλοί είναι πλέον οι ηγέτες, μεταξύ των οποίων και ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που τονίζουν την ανάγκη μετά το δημοσιονομικό σύμφωνο να υπάρξει ένα αναπτυξιακό σύμφωνο. Μαζί τους είναι και εξέχοντες οικονομολόγοι. Αυτή η συζήτηση δεν είναι καθόλου προς το συμφέρον της Αγγελα Μέρκελ, καθώς στις 25 Μαϊου έχει προγραμματιστεί να συζητηθούν στο γερμανικό κοινοβούλιο τόσο το δημοσιονομικό σύμφωνο, όσο και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας. Η χώρα αυτή είναι η μόνη που δεν φαίνεται να επηρεάζεται, επισήμως τουλάχιστον, από την αλλαγή κλίματος στην Ευρώπη. Ο Γενς Βάιντμαν, ο πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ και πρώην σύμβουλος της Μέρκελ, δήλωσε πριν από λίγες ημέρες ότι οι συμφωνίες πρέπει να γίνουν σεβαστές, ακόμη κι αν οδηγήσουν στην απώλεια ενός βαθμού εθνικής κυριαρχίας.

«Τα πράγματα είναι πιο εύκολα στη Γερμανία, καθώς δεν υπάρχει ούτε ανεργία των νέων που φτάνει το 50%, όπως στην Ισπανία, ούτε άνοδος του λαϊκισμού», τονίζει η Ούλρικε Γκερό από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων. Όμως η Μέρκελ δεν μπορεί να αγνοήσει τη συζήτηση που έχει ξεκινήσει. Και ίσως το τέλος του περίφημου σχήματος «Μερκοζί» να αποβεί τελικά προς το συμφέρον της, αφού θα ανοίξει το δρόμο για νέες ιδέες.

«Η αντιπαράθεση δεν είναι ανάμεσα στην ανάπτυξη και τη λιτότητα», επισημαίνει η γερμανίδα αναλύτρια. «Το ερώτημα είναι τι ανάπτυξη χρειαζόμαστε. Και κατά πόσον οι στόχοι του δημοσιονομικού συμφώνου είναι υπερβολικά αυστηροί. Δεν μπορούμε απλώς να εξοικονομούμε. Πρέπει και να επενδύουμε. Δεν θα χαλάσει ο κόσμος αν ο στόχος του 3% δεν τηρηθεί επακριβώς».

Πηγή: The Observer, ΑΠΕ-ΜΠΕ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή