Ο Φρανσουά Ολάντ κατόρθωσε να ανακτήσει τον χαμένο χρόνο; Αυτός πάντως ήταν ο στόχος της πολύωρης συνέντευξης Τύπου που έδωσε το απόγευμα της Τρίτης, της πρώτης συνέντευξης από τότε που ξεκίνησε η προεδρική του θητεία.
Η συνέντευξη δόθηκε στην τεράστια αίθουσα εκδηλώσεων του προεδρικού μεγάρου, ώστε να έχει όσο πιο επίσημο χαρακτήρα γίνεται. Όπως έγραψε η Φρανσουάζ Φρεσό στη «Le Monde», νόμιζε κανείς ότι βρίσκεται στο θέατρο.
Ο τόνος της ομιλίας του ήταν δραματικός, θύμιζε Τσόρτσιλ: «Η κατάσταση είναι σοβαρή», είπε ο πρόεδρος, παραθέτοντας τα δεινά που κληρονόμησε από τον Σαρκοζί: χρέος, ανεργία, πτώση της ανάπτυξης, της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας.
Ο Ολάντ επανέλαβε τα τρία συστατικά στοιχεία της πολιτικής του (τον αναπροσανατολισμό της Ευρώπης, τη μείωση του χρέους, την ανταγωνιστικότητα) και έθεσε δύο στόχους: την ανάπτυξη και την απασχόληση.
Αν τα είχε πει όλα αυτά νωρίτερα, την ημέρα που ανέλαβε την προεδρία, όλα θα ήταν πιο απλά. Αλλά, δεν το έκανε. Και χθες αναγκάστηκε να δικαιολογηθεί: όχι, δεν έτρεμε το χέρι του όταν έδωσε εντολή να μπει τάξη στα δημόσια οικονομικά.
Οχι, δεν δίστασε καθόλου πριν δώσει εντολή να μειωθούν κατά 20 δισεκατομμύρια ευρώ τα βάρη στις επιχειρήσεις, ώστε να τους δοθεί η δυνατότητα να ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Οχι, η αύξηση του ΦΠΑ που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός του δεν έχει καμιά σχέση με την αύξηση που ήθελε να επιβάλει ο Σαρκοζί και δεν αποτελεί παραβίαση των προεκλογικών του δεσμεύσεων.
Οσο περισσότερο υπερασπιζόταν ο Ολάντ τον εαυτό του, όσο επέμενε ότι δεν έχει υπάρξει καμιά στροφή στο πρώτο εξάμηνο της προεδρίας του, τόσο έδινε επιτέλους την πραγματική εικόνα του εαυτού του: είναι ένας Σοσιαλδημοκράτης που πιστεύει πως η ανάκαμψη μπορεί να έρθει μέσα από την προσφορά και πως οι δημόσιες δαπάνες μπορούν να μειωθούν την επόμενη πενταετία κατά 50 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς να πληγεί το γαλλικό μοντέλο.
Πέτυχε λοιπόν ο γάλλος πρόεδρος να ανακτήσει τον χαμένο χρόνο; Αυτό θα καταστεί πιο σαφές στα τέλη του χρόνου, όταν ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για την απασχόληση στις οποίες ο Ολάντ έχει εναποθέσει όλες του τις ελπίδες: μεγαλύτερη ευελιξία για τις επιχειρήσεις, μεγαλύτερη προστασία για τους εργαζόμενους. Ο στόχος του είναι οι κοινωνικοί εταίροι να πετύχουν έναν «ιστορικό συμβιβασμό», ανάλογο μ' εκείνο που επιτεύχθηκε στη Γερμανία στα τέλη της δεκαετίας του '90.
Σύμφωνα με τον Ντομινίκ Σε, αρθρογράφο της οικονομικής εφημερίδας «Les Echos», η συνέντευξη Τύπου του Ολάντ είχε έναν και μόνο πολιτικό στόχο: να δείξει ότι ο πρόεδρος της Δημοκρατίας κρατά τα ηνία, ότι δεν αλλάζει άποψη λόγω των γεγονότων, με λίγα λόγια ότι είναι το αφεντικό. Εδώ κι έξι μήνες, κάποιες υπαναχωρήσεις και επιφυλάξεις είχαν δημιουργήσει αμφιβολίες. Από την άποψη αυτή η συνέντευξη πέτυχε τον στόχο της. Ο αρχηγός του κράτους ήταν σταθερός και απέφυγε οποιαδήποτε θεαματική αναγγελία, που θα «μόλυνε» αυτή την επιχείρηση.
Από οικονομική άποψη, τα πράγματα είναι λιγότερο σαφή. Οι πρώτες αποφάσεις του Ιουνίου, είτε επρόκειτο για τη σύνταξη στα 60 είτε για έναν αριθμό κοινωνικών μέτρων, ισοδυναμούσαν με αύξηση των δαπανών και «ξήλωμα» του οικοδομήματος του Σαρκοζί.
Τον Αύγουστο, ο προϋπολογισμός ήταν πιο ρεαλιστικός, αφού έθετε ως στόχο τη μείωση του δημοσίου ελλείμματος μέσω της αύξησης των φόρων, κυρίως στις επιχειρήσεις. Την περασμένη εβδομάδα, ο πυρήνας του συμφώνου ανταγωνιστικότητας (που δεν έχει ακόμη ψηφιστεί) ήταν η ελάφρυνση του κόστους εργασίας των ίδιων αυτών επιχειρήσεων μέσω της αύξησης του ΦΠΑ. Και χθες, ο Ολάντ επέμεινε στην ανάγκη να μειωθούν οι δημόσιες δαπάνες, αφού η αναλογία τους σε σχέση με το ΑΕΠ (56%) κρίνεται υπερβολική.
Ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι η Γαλλία έχει σε πολλούς τομείς τη βαρύτερη φορολογία στον ανεπτυγμένο κόσμο. Κι ότι εδώ και έξι μήνες δεν έχει ανακοινωθεί καμιά σοβαρή μείωση στις δημόσιες δαπάνες. Τα λόγια είναι καλά, καταλήγει, αλλά αυτό που μετρά είναι οι πράξεις.
Πηγές: Le Monde, Les Echos, ΑΠΕ-ΜΠΕ