Μεταξύ 1999 και 2009, η συνολική ισχύς από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανήλθε από το 5,4 στο 9%, ενώ την ίδια περίοδο, πτώση κατέγραψε το «μερίδιο» του πετρελαίου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε αυτήν την εβδομάδα στη δημοσιότητα η Eurostat, όλα τα κράτη-μέλη πλην της Μάλτας αύξησαν τη δυνατότητά τους να παράγουν ενέργεια από ΑΠΕ.
Η μεγαλύτερη πρόοδος κατεγράφη στη Δανία: το 1999, η χώρα κάλυπτε το 8% των ενεργειακών της αναγκών από τις ΑΠΕ, ενώ το 2009, το ποσοστό αυτό είχε υπερδιπλασιαστεί, αγγίζοντας το 17%. Αξιοσημείωτη είναι και η περίπτωση μιας άλλης σκανδιναβικής χώρας, της Σουηδίας, όπου από 27%, το «μερίδιο» των ΑΠΕ ανήλθε πρόπερσι στο 34%! Στη Γερμανία, η ισχύς από ανανεώσιμα τετραπλασιάστηκε το ίδιο διάστημα, από το 2 στο 8% της συνολικής ισχύος. Άλματα έχει κάνει και η Λετονία, που καλύπτει πλέον το μεγαλύτερο μέρος των ενεργειακών της αναγκών από ανανεώσιμες πηγές.
Ακόμη μεγαλύτερη αισιοδοξία για το μέλλον των ΑΠΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση εμπνέουν τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από εθνικούς φορείς για το 2010. Ενδεικτικά, η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία της Γερμανίας ανακοίνωσε ότι πλέον, σχεδόν το 17% της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές.
Η ισπανική Ένωση Αιολικής Ενέργειας αποκάλυψε προ ημερών ότι ο άνεμος είναι σήμερα η υπ' αριθμόν ένα πηγή ανανεώσιμης ενέργειας στην Ισπανία, παράγοντας μάλιστα τον περασμένο μήνα ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά. Η Ένωση αναφέρει στην ανακοίνωσή της ότι, με την παραγωγή πάνω από 4.700GWh, η Ισπανία θα μπορούσε να καλύψει τις μηνιαίες ενεργειακές ανάγκες... της Πορτογαλίας.
Όσο για την Ελλάδα, σύμφωνα με τη Eurostat, βασική πηγή ενέργειας παραμένει το πετρέλαιο, σε ποσοστό 55%, ενώ η συνολική ισχύς από ΑΠΕ διαμορφώνεται μόλις στο 6,1%. Η Μάλτα καλύπτει το 100% των ενεργειακών της αναγκών από πετρέλαιο και ακολουθεί η Κύπρος με ποσοστό 96%.
Συνολικά πάντως, η κατανάλωση πετρελαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατέγραψε μικρή μείωση της τάξεως του 2%, αν και παραμένει η κύρια πηγή ενέργειας. Κατά 2% ενισχύθηκε η χρήση φυσικού αερίου, ενώ η πυρηνική ενέργεια παρέμεινε σταθερά, τη δεκαετία 1999-2009, στο 14% της συνολικής ισχύος.