Αύξηση - ρεκόρ των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε παγκόσμιο επίπεδο, πέρυσι, αποκαλύπτουν στοιχεία που φέρνει στο φως βρετανική εφημερίδα. Συγκεκριμένα, ο Guardian δημοσιεύει εκτιμήσεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (ΙΕΑ), οι οποίες καταδεικνύουν ότι το 2010, η παραγωγή εκπομπών αυξήθηκε κατά 1,6 γιγατόνους, κάτι που συνδέεται με την επιστροφή στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη.
«Οι προοπτικές γίνονται όλο και πιο ζοφερές», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΙΕΑ Φατίχ Μπιρόλ. «Αυτό μας δείχνουν οι αριθμοί». Αύξηση της παραγωγής εκπομπών διαπιστώνει και ο καθηγητής Μάθιου Ίνγκλαντ, συνδιευθυντής του Κέντρου Έρευνας γύρω από την Κλιματική Αλλαγή στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας. «Η μικρή μείωση λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης αποδείχθηκε πολύ μικρή και παρατηρείται μια συνεχής, προοδευτική αύξηση στην ποσότητα αερίων του θερμοκηπίου που η ανθρωπότητα εκπέμπει στην ατμόσφαιρα».
Η ΙΕΑ είχε προειδοποιήσει ότι οι εκπομπές από τον κλάδο της ενέργειας δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τους 32 γιγατόνους ετησίως έως το 2020. Τα στοιχεία που διέρρευσαν στον Guardian όμως, καταδεικνύουν ότι μόνο το 2010 παρήχθησαν 30,6 γιγατόνοι εκπομπών CO2. Μεταξύ 2008 και 2009, οι εκπομπές είχαν μειωθεί ελαφρώς από τους 29,3 στους 29 γιγατόνους, λόγω της κρίσης. Με την επιστροφή στην ανάπτυξη, οι ειδικοί προέβλεπαν μικρή αύξηση, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό.
Κατά τον καθηγητή Ίνγκλαντ, οι αριθμοί σημαίνουν ότι ο στόχος για παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας έως και 2 βαθμούς Κελσίου «μοιάζει πλέον πολύ δύσκολο να επιτευχθεί. [Η έκθεση της ΙΕΑ] θα πρέπει να λειτουργήσει ως "καμπανάκι" σε όσους χαράσσουν πολιτική για το κλίμα και σε όσους είναι αναμεμειγμένοι στις διεθνείς διαπραγματεύσεις, γιατί ο χρόνος για να επιλυθεί το πρόβλημα εξαντλείται».
Η ΙΕΑ εμφανίζεται απαισιόδοξη. Εκτιμά ότι η αυξητική τάση θα συνεχιστεί και για δύο επιπλέον λόγους: το αδιέξοδο, στο οποίο έχουν περιέλθει οι διεθνείς διαπραγματεύσεις για το διάδοχο του Πρωτοκόλλου του Κιότο, αλλά και το πυρηνικό ατύχημα στη Ιαπωνία, που οδήγησε πολλές χώρες σε επαναξιολόγηση της πυρηνικής τους πολιτικής. «Ο κόσμος μπορεί να μη συμπαθεί τα πυρηνικά, όμως αυτή είναι μια από τις βασικές τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς διοξείδιο του άνθρακα», επισημαίνει ο Φατίχ Μπιρόλ.
Τι σημαίνουν όλα αυτά;
Κατά το Λόρδο Νίκολας Στερν, καθηγητή στο London School of Economics και συντάκτη της γνωστής Έκθεσης Στερν για τα Οικονομικά της Κλιματικής Αλλαγής, τα στοιχεία είναι ζοφερά, καθώς «σύμφωνα με τις προβλέψεις [της Διακυβερνητικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή], μια τέτοια κλιμάκωση θα σήμαινε ότι υπάρχει πιθανότητα της τάξεως του 50% η μέση παγκόσμια θερμοκρασία να αυξηθεί κατά περισσότερους από 4 βαθμούς Κελσίου έως το 2100».
Ο καθηγητής Μάθιου Ίνγκλαντ εξηγεί ότι ακόμη και μισός βαθμός έχει σημασία σε ό,τι αφορά τις πιθανές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Στην περίπτωση της Αυστραλίας για παράδειγμα, οι κύκλοι ξηρασίας θα επιδεινώνονταν, η στάθμη της θάλασσας θα ανέβαινε, ενώ θα εκδηλώνονταν περισσότερες πυρκαγιές, λέει ο καθηγητής. «Μια αύξηση δύο βαθμών θα σηματοδοτούσε μόνιμο κίνδυνο καταστροφής του Μεγάλου Κοραλλιογενούς Υφάλου και κάτι τέτοιο θα κατέφερε τεράστιο οικονομικό πλήγμα στον τουρισμό και στο Κουίνσλαντ».
Διευκρινίζει πάντως ότι ακόμη και «οι δύο βαθμοί Κελσίου δεν είναι ο μαγικός αριθμός». Ακόμη και μια τέτοια αύξηση δηλαδή θα είχε επιπτώσεις στο περιβάλλον, επισημαίνει ο Ίνγκλαντ, όμως όσο η μέση παγκόσμια θερμοκρασία θα αυξάνεται πέρα από τους δύο βαθμούς, τόσο θα διογκώνεται και το κόστος.