Από τον Τζον Φόλεϊ
Η ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας με ρυθμό 9,1% το τρίτο τρίμηνο συνεχίζει να προκαλεί τον φθόνο του ανεπτυγμένου κόσμου. Την τελευταία διετία, όμως, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ επιβραδύνεται, γεγονός που υποδηλώνει ότι η εποχή των διψήφιων ποσοστών ανάπτυξης πλησιάζει στο τέλος της. Η Κίνα δεν μπορεί πλέον να στηρίζεται στην οικονομική της ανάπτυξη για να εξομαλύνει τις επιπτώσεις από το ράλι στον χρηματοοικονομικό τομέα.
Χάρη στην ανάπτυξη, η Κίνα κατάφερε να κλείσει την «τρύπα» που δημιουργήθηκε στον χρηματοοικονομικό τομέα στα τέλη της δεκαετίας του 1990, όταν τα επισφαλή δάνεια αναλογούσαν στο 30% των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών. Οι τράπεζες προχώρησαν σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου και το τοξικό του ενεργητικό μεταβιβάστηκε σε οχήματα ειδικού σκοπού που χρηματοδοτήθηκαν με ομόλογα. Τα 300 δισ. δολάρια που διοχετεύθηκαν σε τρεις δόσεις αντιστοιχούσαν στο 20% περίπου του ΑΕΠ του 2000. Κατά πάσα πιθανότητα, αυτά τα οχήματα δεν ανέκτησαν ποτέ τα χρήματά τους, αλλά δεδομένου ότι η κινεζική οικονομία έχει τετραπλασιαστεί σε όρους δολαρίων από τότε, τα χαμένα δισεκατομμύρια δεν είναι πλέον τίποτα άλλο από μια λογιστική υποσημείωση.
Σήμερα, οι απώλειες σήμερα είναι μεγαλύτερες και πιο σύνθετες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Credit Suisse, το 12% των τραπεζικών δανείων μπορεί να αποδειχθούν επισφαλή, ποσοστό δηλαδή που αντιστοιχεί στο 17% του ΑΕΠ. Η Societe Generale υπολογίζει ότι ο λεγόμενος «σκιώδης τραπεζικός τομέας», συμπεριλαμβανομένου του παράνομου δανεισμού, ισούται με 15 τρισ. γιουάν, το ένα τρίτο δηλαδή του φετινού ΑΕΠ. Κανείς δεν γνωρίζει πόσα από αυτά τα δάνεια δεν θα εξυπηρετηθούν ή με ποιον τρόπο θα αναγκαστεί η κυβέρνηση να κλείσει την τρύπα, αλλά το σίγουρο είναι πως το κόστος θα είναι υψηλό.
Μπορεί τη δεκαετία του 1990 ο χρηματοοικονομικός τομέας να έδωσε τη λύση, αλλά σήμερα έχει εξελιχθεί σε πρόβλημα. Το δίλημμα στον κλάδο στεγαστικών δανείων μειωμένων εξασφαλίσεων στις ΗΠΑ αποτελεί κακό προηγούμενο. Η «έκρηξη» του φτηνού δανεισμού έδωσε ώθηση στους ρυθμούς ανάπτυξης αλλά ο δανεισμός αποδείχθηκε, εν τέλει, μεγάλο βάρος. Οι τράπεζες τα θαλάσσωσαν και ο κλάδος ακινήτων κατέρρευσε, αχρηστεύοντας τη μηχανή που βοήθησε την αμερικανική οικονομία να επανέλθει σε ρυθμούς ανάπτυξης ανακτώντας την ευρωστία της.
Στην Κίνα, το σκιώδες σύστημα στήριξε τις κατασκευαστικές εταιρείες και τις μικρές επιχειρήσεις, χάρη στις οποίες δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας, σπίτια, μισθοί και ευημερία, όταν οι τράπεζες δεν τις δάνειζαν. Εάν, όμως, τα χρήματα των κατασκευαστών τελειώσουν, η οικονομία θα χάσει την μεγαλύτερη ευκαιρία της να βγει από το τέλμα. Η Κίνα κινδυνεύει να πάθει ό,τι έπαθαν οι Ηνωμένες Πολιτείες από την αλληλεπίδραση του τοξικού χρηματοοικονομικού τομέα με την οικονομία.
REUTERS BREAKINGVIEWS