Η απόφαση του δικαστηρίου της Χάγης δεν επηρεάζει την απόφαση της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008, δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας της Συμμαχίας Αντερς Φογκ Ράσμουσεν, σημειώνοντας πως ενημέρωθηεκ για τη δικαστική απόφαση.
«Συμφωνήσαμε ότι θα απευθυνθεί πρόσκληση στην ΠΓΔΜ μόλις εξευρεθεί κοινά αποδεκτή λύση στο θέμα της ονομασίας», αναφέρει ο Α. Ρασμούσεν, ο οποίος τονίζει ότι η απόφαση του ΝΑΤΟ επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια από άλλες Συνόδους Κορυφής και υπουργικές συνόδους της Συμμαχίας.
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ανακοίνωσε το πρωί πως η Ελλάδα παραβίασε την Ενδιάμεση Συμφωνία της 13ης Σεπτεμβρίου 1995, παρεμποδίζοντας την ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ.
Στην απόφασή του που είναι τελική, χωρίς δικαίωμα έφεσης, και δεσμευτική για τις δύο πλευρές, το Δικαστήριο έκρινε με ψήφους 14 - 2 ότι έχει δικαιοδοσία να εξετάσει την προσφυγή της ΠΓΔΜ*, κάνοντάς τη αποδεκτή και απορρίπτοντας τις σχετικές ενστάσεις της ελληνικής πλευράς.
Με ψήφους 15 προς 1 το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία ασκώντας βέτο στην εισδοχή της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, παραβίασε την υποχρέωσή της βάσει του άρθρου 11, παρ.1, της Ενδιάμεσης Συμφωνίας.
Παράλληλα, με 15 ψήφους έναντι 1 απέρριψε όλα τα άλλα αιτήματα της ΠΓΔΜ για επιβολή μελλοντικών μέτρων από το Δικαστήριο.
Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου, η ένσταση της Ελλάδας δεν εμπίπτει στην εξαίρεση που περιλαμβάνεται στην παράγραφο 1 του Αρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, καθώς αυτή δεν επιτρέπει στην Αθήνα να αρνηθεί την εισδοχή της ΠΓΔΜ σε έναν οργανισμό βασιζόμενη στο επιχείρημα ότι η γειτονική χώρα θα αναφέρεται στον εν λόγω οργανισμό με το συνταγματικό της όνομα.
Σε ό,τι αφορά το επιχείρημα της Ελλάδας ότι οιαδήποτε ένσταση στην ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ μπορεί να δικαιολογηθεί α) βάσει της ένστασης exceptio non adimpleti contractus (σ.σ. η ελληνική πλευρά είχε ισχυριστεί ότι παραβιάσεις της Ενδιάμεσης Συμφωνίας από την ΠΓΔΜ, δίνουν στην Ελλάδα το δικαίωμα να μην εκπληρώσει και η ίδια την υποχρέωσή της στο πλαίσιο του άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, προβάλλοντας την ένσταση exceptio non adimpleti contractus), β) ως απάντηση σε παραβίαση συνθήκης, ή γ) ως αντίμετρο βάσει του Δικαίου περί ευθύνης κρατών, το Δικαστήριο συμπεραίνει ότι η Ελλάδα απέδειξε μόνο μία παραβίαση από τα Σκόπια, αυτής της χρήσης απαγορευμένου συμβόλου ( αρθρο 2 παρ. 7) και προσθέτει ότι όλα τα άλλα επιχειρήματα για παραβιάσεις της Ενδιάμεσης από τη FYROM καταπίπτουν.
Το Δικαστήριο της Χάγης υπενθυμίζει εξάλλου ότι η Ενδιάμεση Συμφωνία καλεί τα δύο μέρη «να αναλάβουν το καθήκον να διαπραγματευτούν με καλή πίστη και υπό την αιγίδα του ΓΓ του ΟΗΕ, στη συνέχεια ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας, για την επίτευξη μιας συμφωνίας στη διαφορά που έχει περιγραφεί σε αυτές τις αποφάσεις».
Στη διαδικασία ανάγνωσης της απόφασης, την Ελλάδα εκπροσώπησαν ο πρέσβης ε.τ. Γιώργος Σαβαϊδης και η νομικός σύμβουλος του υπουργείου Εξωτερικών, ενώ την ΠΓΔΜ ο υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Μιλόσοσκι και ο πρώην διαπραγματευτής Νικόλα Ντιμιτρόφ.
Προτροπή ΟΗΕ - Κομισιόν για νέα προσπάθειας λύσης του Σκοπιανού
Η απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης πρέπει να τύχει «προσεκτικής μελέτης και από τις δύο κυβερνήσεις» αναφέρει σε γραπτή δήλωσή του ο απεσταλμένος του ΓΓ του ΟΗΕ για το Σκοπιανό Μάθιου Νίμιτς.
Στη δήλωσή του σημειώνει ακόμη πως τις τελευταίες μέρες, έχει επικοινωνήσει με τις κυβερνήσεις (Ελλάδας και πΓΔΜ) και τις παρότρυνε να δουν «αυτό το γεγονός ως μια ευκαιρία να σκεφτούν δημιουργικά για την αμοιβαία σχέση τους και να εξετάσουν μια νέα πρωτοβουλία ώστε να επιτευχθεί μια οριστική λύση στο θέμα του ονόματος».
Αναφέρει ακόμη ότι «στην παρούσα συγκυρία, μια διορατική στάση που δίνει έμφαση σε λύσεις, παρά σε διαφορές, θα βοηθήσει για να βρεθεί μια βιώσιμη λύση το συντομότερο. Έχω πληροφορήσει τα μέρη ότι είμαι έτοιμος να συνεργαστώ μαζί τους το συντομότερο δυνατό και να προτείνω εντατικοποίηση των προσπαθειών για την εξεύρεση μόνιμης λύσης».
Από την πλευρά της η Κομισιόν δεν θέλησε να σχολιάσει τη δικαστική απόφαση, επανέλαβε όμως την πρόσκλησή της στην Αθήνα και τα Σκόπια να επανεκκινήσουν τις διαπραγματεύσεις για την διευθέτηση του ζητήματος του ονόματος.
Συγκεκριμένα, ο επίτροπος αρμόδιος για θέματα διεύρυνσης, Στέφαν Φούλε, απαντώντας σε δημοσιογραφική ερώτηση σχετικά με την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου, σημείωσε τα εξής:
«Λαμβάνουμε υπόψη την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου, σχετικά με την εφαρμογή της ενδιάμεσης συμφωνίας ανάμεσα στην ΠΓΔΜ και την Ελλάδα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έχει αρμοδιότητα στο συγκεκριμένο ζήτημα και δεν θα προβεί σε κανένα σχόλιο σχετικά με την απόφαση. Καλούμε τα δύο μέρη να επανεκκινήσουν τις συνομιλίες, υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, προκειμένου να βρεθεί μία αμοιβαίως αποδεκτή λύση στο θέμα της ονομασίας. Αυτό είναι προς το συμφέρον των δύο χωρών, της ευρύτερης περιοχής και της ΕΕ».
ΥΠΕΞ: Η απόφαση δεν ασχολείται με το ζήτημα του ονόματος
Σε ανακοίνωσή του, το υπουργείο Εξωτερικών σημειώνει ότι το Δικαστήριο στην απόφασή του συμπεραίνει πως δεν θεωρεί απαραίτητο να διατάξει την Ελλάδα να μην επαναλάβει παρόμοια συμπεριφορά στο μέλλον, ενώ η απόφαση δεν ασχολείται καθόλου με το θέμα της διαφοράς γύρω από το όνομα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, «επιβεβαιώνοντας ότι η εν λόγω διαφορά πρέπει να επιλυθεί στο πλαίσιο που ορίζουν οι Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας μέσω διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ».
Επίσης, το ΥΠΕΞ επισημαίνει ότι η απόφαση δεν αφορά τη διαδικασία λήψης απόφασης στο ΝΑΤΟ, ούτε τα ουσιαστικά κριτήρια και απαιτήσεις που θέτει η Συμμαχία για την εισδοχή νέων μελών σε αυτή.
Αναλυτικά, στην ανακοίνωση του ΥΠΕΞ τονίζεται ότι η Ελλάδα θα εξετάσει την απόφαση με πλήρη σεβασμό προς το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ως βασικό δικαιοδοτικό όργανο του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.
Όπως επισημαίνεται, «η προσφυγή αυτή, που ασκήθηκε μονομερώς από την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας κατά της Ελλάδας στις 17 Νοεμβρίου 2008, αποσκοπούσε κατ' ουσίαν στο να παρακάμψει τη διαδικασία διαπραγματεύσεων υπό τον ΟΗΕ για την επίλυση του ζητήματος της ονομασίας και να εξαναγκάσει την Ελλάδα να μην ασκήσει στο μέλλον τις υποχρεώσεις της, που πηγάζουν από τη Συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού (ΝΑΤΟ) ως προς την αξιολόγηση της υποψηφιότητας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας».
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών, «το Δικαστήριο με τη σημερινή του απόφαση, δεν ικανοποίησε την επιδίωξη αυτή της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας».
Ειδικότερα, σημειώνεται, η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας υπέβαλε δύο αιτήματα στο Δικαστήριο:
(α) να διαπιστώσει ότι η Ελλάδα παραβίασε τις υποχρεώσεις της στο πλαίσιο της Ενδιάμεσης Συμφωνίας στη σύνοδο του Βουκουρεστίου του 2008, και,
β) να διατάξει τη χώρα μας να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με τη διάταξη του άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και να μην προβάλει αντίρρηση, άμεσα ή έμμεσα, στην εισδοχή της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ ή σε άλλους οργανισμούς στους οποίους η Ελλάδα είναι μέλος, εφόσον η χώρα αυτή θα αναφέρεται στους οργανισμούς αυτούς ως «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας», δηλαδή με την προσωρινή της ονομασία σύμφωνα με την απόφαση 817 (1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Ως προς το πρώτο αίτημα, αναφέρει το ΥΠΕΞ, το Δικαστήριο αξιολογώντας όλα τα πραγματικά περιστατικά που τέθηκαν υπόψη του, καθώς και τις δημόσιες τοποθετήσεις της Ελλάδας στη Σύνοδο του Βουκουρεστίου, διαπίστωσε ότι η χώρα μας προέβαλε αντίρρηση στην ένταξη της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, τον Απρίλιο του 2008.
Παράλληλα επισημαίνεται, το Δικαστήριο απέρριψε στο σύνολο του το δεύτερο αίτημα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, συμπεραίνοντας ότι δεν θεωρεί απαραίτητο να διατάξει την Ελλάδα να μην επαναλάβει παρόμοια συμπεριφορά στο μέλλον.
Η σημερινή απόφαση, υπογραμμίζει το υπουργείο Εξωτερικών, δεν ασχολείται καθόλου με το θέμα της διαφοράς γύρω από το όνομα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, «επιβεβαιώνοντας ότι η εν λόγω διαφορά πρέπει να επιλυθεί στο πλαίσιο που ορίζουν οι Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας μέσω διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Το Δικαστήριο καλεί τα δύο μέρη να εμπλακούν σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών». «H σύσταση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία», εκτιμά, «δεδομένου ότι καλεί έμμεσα την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας να επιδείξει πνεύμα συμβιβασμού, έτσι ώστε οι διαπραγματεύσεις να απολήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση».
Επιπρόσθετα, όπως διευκρινίζει το ΥΠΕΞ, «η απόφαση δεν αφορά και δεν θα μπορούσε να αφορά τη διαδικασία λήψης απόφασης στο ΝΑΤΟ, ούτε τα ουσιαστικά κριτήρια και απαιτήσεις που θέτει η Συμμαχία για την εισδοχή νέων μελών σε αυτή». Ειδικότερα, σχετικά με το ΝΑΤΟ, υπενθυμίζει ότι «οι αποφάσεις του, συγκεκριμένα δε αυτές που ελήφθησαν στις Συνόδους Κορυφής του Βουκουρεστίου (2008), του Στρασβούργου (2009) και της Λισσαβόνας (2010), είναι ομόφωνες και αντανακλούν την κοινή πεποίθηση των μελών του ότι το ζήτημα της ονομασίας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας θα πρέπει να επιλυθεί πριν από την πρόσκληση της για ένταξη στη Συμμαχία».
Κλείνοντας, το υπουργείο Εξωτερικών δηλώνει πως η Ελλάδα θα λειτουργεί στο ΝΑΤΟ και στους άλλους διεθνείς οργανισμούς στους οποίους είναι μέλος, με πλήρη ευθυγράμμιση στις ουσιαστικές και διαδικαστικές τους επιταγές, με εποικοδομητική διάθεση και καλή πίστη.
Η Ελλάδα, καταλήγει η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ, θα συνεχίσει να διαπραγματεύεται με καλή πίστη για την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης σχετικά με το όνομα της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, σεβόμενη το πνεύμα και γράμμα των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης. «Ελπίζουμε ότι η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας θα προσέλθει στις διαπραγματεύσεις αυτές με καλή πίστη», διαμηνύει, καθώς όπως ξεκαθαρίζει, «το ζήτημα της ονομασίας μπορεί να επιλυθεί μόνο μέσω διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών».