Ιδεολογικές διαφορές μεταξύ υπουργών ήρθαν στην επιφάνεια κατά τη σημερινή συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, στο πλαίσιο του οποίου εγκρίθηκε κατ' αρχήν το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για την «Δίκαιη Δίκη και την αντιμετώπιση των φαινομένων αρνησιδικίας».
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές που επικαλείται το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, οι τόνοι ανέβηκαν όταν ο υπουργός Υποδομών, Μάκης Βορίδης, έθεσε το ερώτημα πώς είναι δυνατόν να έρχονται τέτοια νομοσχέδια όταν είναι γνωστές οι ιδεολογικές διαφορές.
Σε ό,τι αφορά το νομοσχέδιο αυτό καθ' αυτό τάχθηκε κατά της μείωσης των ποινών και της απλοποίησης των διαδικασιών για έκδοση διαζυγίου, διατυπώνοντας ταυτόχρονα και ορισμένες τεχνικές παρατηρήσεις.
Σε άλλη στιγμή της συνεδρίασης ο υπουργός Οικονομικών Βενιζέλος φέρεται να είπε, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι «δεν έχουν δίκιο οι κραυγάζοντες». Η αποστροφή αυτή του κ. Βενιζέλου ενόχλησε τον κ. Βορίδη, ο οποίος αντέτεινε ότι «η κυβέρνηση αυτή δεν είναι κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, αλλά αποτελείται από τρεις εταίρους, των οποίων οι απόψεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, προσθέτοντας ότι "όποιος έχει άλλη άποψη δεν είναι "κραυγάζων"».
Η παρέμβαση του υπουργού Υποδομών πυροδότησε ένα νέο γύρο συζήτησης για τη λειτουργία της κυβέρνησης σε τέτοιες περιπτώσεις. Αποδίδοντας το κλίμα που επικράτησε στη σημερινή συνεδρίαση του υπουργικού Συμβουλίου, κυβερνητικές πηγές σημείωναν ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν είναι κυβέρνηση ελάχιστου κοινού παρανομαστή, ότι πρέπει να γίνεται προσπάθεια για σύνθεση των απόψεων και όπου αυτό δεν καθίσταται δυνατόν την τελική λύση θα δίνει η Βουλή.
Η άποψη αυτή φαίνεται πως υιοθετήθηκε και από τον προερχόμενο από τη ΝΔ αναπληρωτή υπουργό Παιδείας Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο, ο οποίος επισήμανε ότι η κυβέρνηση δεν είναι δυνατόν να είναι «μονοθεματική». Ο κ. Αρβανιτόπουλος έφερε ως παράδειγμα τη διακομματική συνεννόηση που έχει ξεκινήσει στο υπουργείο Παιδείας για να προωθηθούν σειρά μεταρρυθμίσεων.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Εξωτερικών, Σταύρος Δήμας, παρατήρησε με αφορμή το νομοσχέδιο, το οποίο αποτελείται από 114 άρθρα, ότι σε τέτοιου όγκου νομοσχέδια, ένα κυβερνητικό σχήμα με τόσους υπουργούς είναι δύσκολο να συναινέσει χωρίς να εκφραστούν διαφωνίες. Ο υπουργός Εξωτερικών πρότεινε οι διαφωνίες να λύνονται σε χαμηλότερο επίπεδο και μόνο όταν προκύπτουν μείζονες, αυτές να έρχονται στο υπουργικό συμβούλιο.
Κυβερνητικές πηγές ανέφεραν πάντως με αφορμή τα όσα εκτυλίχθηκαν στο υπουργικό συμβούλιο ότι «μπροστά μας είναι ένα πείραμα που δεν έχει ξαναγίνει και είναι φυσικό να ανακύπτουν προβλήματα».
Λ. Παπαδήμος: Αναγκαία η αναμόρφωση του δικαστικού συστήματος
Σε ό,τι αφορά το πολυνομοσχέδιο του υπ. Δικαιοσύνης, όπως επισήμανε κατά την εισήγησή του ο Πρωθυπουργός, η διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης θα συνεχιστεί ως τις αρχές της επόμενης εβδομάδας, ενώ στόχος είναι μετά την οριστικοποίησή του να κατατεθεί το νομοθέτημα στη Βουλή στις αρχές Ιανουαρίου.
Ο κ. Παπαδήμος, χαρακτήρισε «βασική προτεραιότητα» το πολυνομοσχέδιο στο πλαίσιο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχει αναλάβει να προωθήσει η κυβέρνηση. Τόνισε επίσης ότι η βελτίωση της λειτουργίας του δικαστικού συστήματος έχει μεγάλη σημασία, όχι μόνο για την εμπέδωση του αισθήματος δικαίου στην κοινωνία, αλλά και για την ορθή και δίκαιη λειτουργία της αγοράς και της οικονομίας.
«Πιστεύω ότι ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό δικαιοδοτικό σύστημα και ένα εύρυθμο και λειτουργικό δικαστικό πρότυπο θα ενθαρρύνουν τις ιδιωτικές επενδύσεις και την οικονομική δραστηριότητα. Αν βελτιωθεί το δικαιοδοτικό σύστημα που σήμερα υπάρχει, αυτό θα δώσει ευκαιρίες σε νέους επιχειρηματίες, θα συντελέσει στην καταπολέμηση της διαφθοράς, θα αμβλύνει τις ανισότητες και γενικότερα θα διευκολύνει τη λειτουργία της οικονομίας», παρατήρησε.
Στατιστικά στοιχεία που αποδεικνύουν, όπως είπε, ότι η σημερινή πραγματικότητα στον τομέα της δικαιοσύνης «δεν ανταποκρίνεται στις επιταγές του Έλληνα συνταγματικού νομοθέτη, ούτε στις προσδοκίες του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού», παρουσίασε από την πλευρά του ο Μιλτιάδης Παπαϊωάννου.
Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε ενδεικτικά ο υπουργός Δικαιοσύνης κατά την παρουσίαση του πολυνομοσχεδίου για «τη δίκαιη δίκη και την αντιμετώπιση φαινομένων αρνησιδικίας», από το 1997 μέχρι σήμερα, η χώρα μας έχει καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε 360 υποθέσεις για υπερβολικές καθυστερήσεις στην απονομή της Δικαιοσύνης, από όλα τα δικαστήρια, πολιτικά, ποινικά και διοικητικά.
Ο υπουργός τόνισε ότι η Δικαιοσύνη είναι «σε βαθιά κρίση», επισημαίνοντας ότι «στη χώρα μας δεν έχουμε καθυστερήσεις, αλλά αρνησιδικία», η οποία επιδεινώνεται και «συμβάλλει αποφασιστικά στην επικράτηση πολύμορφης ανομίας και ατιμωρησίας».
«Δεν μπορεί να υπάρξει επιείκεια και ανοχή σε αυτό το φαινόμενο», διαμήνυσε ο κ. Παπαϊωάννου, γιατί, όπως είπε, «δεν διαβρώνει μόνο τον κοινωνικό ιστό, δεν υπονομεύει μόνο τους δημοκρατικούς θεσμούς, αλλά αποτελεί και τροχοπέδη στην οικονομική ζωή και την ανάπτυξη». Σημείωσε ακόμη ότι προτεραιότητα για την ηγεσία του υπουργείου «αποτελεί και η ριζική αναμόρφωση του αργού και άδικου δικαιϊκού μας συστήματος».
Στην κατεύθυνση αυτή, πρόσθεσε, το υπουργείο «έχει καταλήξει στην προώθηση 100 και πλέον τολμηρών μέτρων, με τα οποία φιλοδοξεί να θεμελιώσει ένα δίκαιο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης στη χώρα μας και να αντιμετωπίσει τα φαινόμενα αρνησιδικίας».
Ο κ. Παπαϊωάννου ανέπτυξε τις τροποποιήσεις που θα επέλθουν σε όλους τους άξονες του Δικαίου (Ποινικό, Διοικητικό κ.λπ.), ενώ δήλωσε ότι «μέχρι την τελευταία στιγμή ψήφισης του νομοσχεδίου είναι ανοιχτός σε διάλογο και παρατηρήσεις που τυχόν θα υποβληθούν, σε επιμέρους ζητήματα», τονίζοντας, όμως, παράλληλα ότι «δεν θα υποχωρήσει στο βασικό κορμό του».
naftemporiki.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ