Όπως έγραφε και ο Ρώσος σατιρογράφος Μιχαήλ Σαλτίκοφ-Στσεντρίν, υπάρχουν πολλών ειδών γεγονότα: «τα γεγονότα που μας βολεύουν και τα γεγονότα που δεν μας βολεύουν. Υπάρχουν, επίσης, και εκείνα που δεν ισχύουν καν».
Καθώς διανύουμε το 2010, ένα γεγονός που μας «βολεύει» είναι ότι η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα σταμάτησε να συρρικνώνεται και έχει αρχίσει να ανακάμπτει. Ένα γεγονός που δεν μας «βολεύει» είναι ότι η ανάκαμψη παραμένει εύθραυστη. Και κάτι που δεν ισχύει είναι ότι το επόμενο 12μηνο θα πνέουν ούριοι άνεμοι. Αντιθέτως, οι σοβαροί κίνδυνοι καραδοκούν και χρειάζονται άμεση αντιμετώπιση.
Η περιοχή στην οποία δραστηριοποιείται η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) –Κεντρική, Ανατολική και Νοτιοανατολική Ευρώπη, Ρωσία, Καύκασος και Κεντρική Ασία– δέχθηκε ιδιαίτερα σφοδρό πλήγμα από τη χρηματοοικονομική και οικονομική κρίση που εκδηλώθηκε το 2008. Η καθολική και αποφασιστική παρέμβαση των κυβερνήσεων (Ρωσία και Καζακσάν) ή και η παροχή πρωτοφανούς και συντονισμένης υποστήριξης από διεθνή χρηματοοικονομικά ιδρύματα (Ουκρανία, Ουγγαρία και Λετονία) ήταν αναγκαία για να αποτραπούν τα χειρότερα.
Καθώς η οικονομία προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες και στην ιδιαίτερα εξασθενημένη εγχώρια και παγκόσμια ζήτηση, στην EBRD εκτιμούμε ότι τα ποσοστά μη εξυπηρετούμενων δανείων στην περιοχή θα αυξηθούν. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να προχωρήσουν σε αναδιάρθρωση προκειμένου να μειώσουν το κόστος και να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας, την εντατικοποίηση των κοινωνικών πιέσεων και τη μεγαλύτερη επιβάρυνση των ήδη επιβαρημένων ταμείων του κράτους.
Με τις πιστωτικές αγορές υπό πίεση, η συγκρατημένη ρευστότητα, καθώς και από η μετακύλιση και αναχρηματοδότηση του χρέους ελλοχεύουν σοβαρούς κινδύνους. Σε πολλές χώρες, η πιστωτική ανάπτυξη έχει ήδη υποχωρήσει σε μηδενικά επίπεδα, ενώ σε κάποιες από αυτές η πιστωτική αγορά συρρικνώνεται, με τα επίπεδα χρέους για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να μειώνονται. Ταυτόχρονα, κάποιες κυβερνήσεις της περιοχής δέχονται διπλάσια πίεση, καθώς καλούνται να μειώσουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα, αποπληρώνοντας περισσότερο από το χρέος τους. Το αποτέλεσμα είναι να περισσεύουν ελάχιστα χρήματα για δαπάνες, όπως οι δαπάνες στις υποδομές και την ενεργειακή αποδοτικότητα, οι οποίες θα τόνωναν την οικονομική δραστηριότητα.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες θα επιδεινώσουν ακόμη περισσότερο τις συνθήκες στον χρηματοοικονομικό κλάδο, ο οποίος στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη βρίσκεται κυρίως στα χέρια των μεγάλων τραπεζικών ομίλων της Δύσης. Χάρη στη συντονισμένη προσπάθεια όλων των μεγάλων παικτών στο πλαίσιο της «Πρωτοβουλίας της Βιέννης» (Vienna initiative), η μαζική απόσυρση όλων αυτών των τραπεζών –η οποία θα είχε μακροπρόθεσμες επιπτώσεις για την περιοχή– απετράπη το 2009. Ωστόσο, ο χρηματοοικονομικός κλάδος της περιοχής εξακολουθεί να δέχεται μεγάλες πιέσεις, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται μια παρατεταμένη διαδικασία προσαρμογής ως αποτέλεσμα της αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των αναγκών χρηματοδότησης των τραπεζών.
¶λυτο πρόβλημα παραμένει, επίσης, το συναλλαγματικό βάρος που συνεχίζουν να «σηκώνουν» πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Πολλά τοπικά νομίσματα στη ζώνη που καλύπτει η EBRD (όπως το φιορίνι της Ουγγαρίας, η γρίβνα της Ουκρανίας και το ρούβλι της Ρωσίας) υπέστησαν σημαντική υποτίμηση μετά το τελευταίο τρίμηνο του 2008. Μπορεί μια υποτίμηση να είναι «ευλογία» για τους εξαγωγείς, αλλά για εκταμίευαν μαζικά δάνεια σε συνάλλαγμα πριν την παγκόσμια οικονομική κρίση είναι «κατάρα».
Στην Ουγγαρία, για παράδειγμα, ο δανεισμός σε ξένο νόμισμα αντιστοιχούσε στο 34% του ΑΕΠ της χώρας στα τέλη Ιουνίου 2008. Ευάλωτη καθώς ήταν στις συναλλαγματικές διακυμάνσεις, η Ουγγαρία αναγκάστηκε τέσσερις μήνες αργότερα να υπογράψει συμφωνία διάσωσης ύψους 25 δισ. δολαρίων με το ΔΝΤ την ώρα που η χρηματοοικονομική κρίση χτυπούσε την πόρτα της Ανατολικής Ευρώπης.
Μια πιθανή λύση στο συναλλαγματικό κίνδυνο θα ήταν η ενδυνάμωση των εγχώριων αγορών κεφαλαίου. Αυτή θα είναι μία από τις στρατηγικές προτεραιότητες της EBRD για το 2010. Σκοπεύουμε να υιοθετήσουμε μια διττή προσέγγιση: να αυξήσουμε σημαντικά το δανεισμό μας σε εγχώριο νόμισμα και να αναζητήσουμε νέες λύσεις στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας της Βιέννης για αντιμετώπιση της κρίσης και αποτροπή της επανεμφάνισής της.
Η ανάπτυξη των αγορών κεφαλαίων σε εγχώριο νόμισμα είναι ένα μακροχρόνιο εγχείρημα που απαιτεί την αποφασιστικότητα και τη συμμετοχή ενός μεγαλύτερου συνόλου παικτών. Βάσει της εμπειρίας μας από την Πρωτοβουλία της Βιέννης, έχουμε διαπιστώσει ότι από τις συντονισμένες προσπάθειες και την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα προκύπτουν τεράστια οφέλη.
Κάτι για το οποίο γίνεται συχνά λόγος από τις κεντρικές τράπεζες και τις εποπτικές αρχές είναι το κανονιστικό καθεστώς: αυτό που έδειξε η κρίση ήταν ότι τα θεσμικά και κανονιστικά πλαίσια στη ζώνη της EBRD πρέπει να μεταρρυθμιστούν ούτως ώστε να εφαρμοστούν πρότυπα με μακροπρόθεσμη ισχύ με πιο συστηματικό και αποτελεσματικό τρόπο. Σε αυτά θα μπορούσε να περιλαμβάνεται η αύξηση των επιπέδων κεφαλαιακής επάρκειας ή προβλέψεων ως προστατευτικό δίχτυ για τις δύσκολες εποχές. Επίσης, θα μπορούσε να περιλαμβάνεται η επιβολή προτύπων ρευστότητας και ειδικών προϋποθέσεων στις συστημικά σημαντικές τράπεζες προκειμένου να αποτραπεί το δίλημμα «πολύ μεγάλη για να χρεοκοπήσει» που αντιμετώπισαν πολλές χώρες –και εκτός της ζώνης της EBRD.
Κανείς δεν αμφισβητεί, ωστόσο, ότι οι προσπάθειες για μια ανανεωμένη και βελτιωμένη εποπτεία στο πλαίσιο της οικονομικής ευρωπαϊκής ένωσης δεν πρέπει να περιορίζονται στο εθνικό πλαίσιο. Απαιτούνται διεθνείς λύσεις ούτως ώστε να αποτραπεί ένα διασυνοριακό «κανονιστικό αρμπιτράζ» –η δημιουργία ευκαιριών κερδοσκοπίας εξαιτίας διαφορών στο κανονιστικό πλαίσιο, όπως, για παράδειγμα, η παράκαμψη μιας χώρας λόγω νομοθεσίας και ο απευθείας δανεισμός από τη μητρική τράπεζα.
Τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως η EBRD, και οι υπερεθνικοί φορείς, όπως η ΕΕ και το G20, θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στην αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων τα προσεχή έτη. Στο πλαίσιο της ενισχυμένης και βελτιωμένης ενοποίησης και συνεργασίας, θα πρέπει να βρούμε λύσεις ούτως ώστε να χαράξουμε μια πιο ασφαλή και βιώσιμη πορεία. Όπως θα έλεγε και ο Μιχαήλ Σαλτίκοφ-Στσεντρίν, «είτε είναι βολικό είτε όχι, είναι γεγονός».
Ο Τόμας Μίροου είναι πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης.
Copyright: Project Syndicate, 2010