Του Arne Jernelov*
Η έκρηξη της 20ής Απριλίου στην εξέδρα άντλησης πετρελαίου «Deepwater Horizon» της British Petroleum (BP) στον Κόλπο του Μεξικού στάθηκε η αιτία για τη πρόκληση της πιο πολυσυζητημένης πετρελαιοκηλίδας των τελευταίων δεκαετιών.
Μια άλλη έκρηξη που έγινε πριν από 31 χρόνια στην ίδια περιοχή – στο νοτιότερο τμήμα του Κόλπου κοντά στο Μεξικό– οδήγησε στη μεγαλύτερη πετρελαιοκηλίδα εν καιρώ ειρήνης όλων των εποχών.
Η εξέδρα όπου συνέβη το πρώτο ατύχημα, «Ixtoc 1», ανήκε στην κρατική μεξικανική πετρελαϊκή εταιρεία Pemex. Τα δύο αυτά ατυχήματα και οι πετρελαιοκηλίδες που σχηματίστηκαν έχουν κοινά χαρακτηριστικά, παρότι τα χαρακτηριστικά της τελευταίας θαλάσσιας πετρελαιοκηλίδας έχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά σε σύγκριση με την πρώτη.
Τα δεξαμενόπλοια είθισται να θεωρούνται υπεύθυνα για ενδεχόμενη διαρροή του φορτίου τους. Από την πλύση των δεξαμενόπλοιων προκαλούνται πολλές μικρές πετρελαιοκηλίδες, ενώ από ανάλογα ατυχήματα με δεξαμενόπλοια –μεταξύ των οποίων τα Torrey Canyon, Exxon Valdez, Metula και St. Peter– έχουν ως αποτέλεσμα τεράστιες, συμπαγείς πετρελαιοκηλίδες. Οι εκρήξεις σε εξέδρες εξόρυξης δεν είναι σπάνιες, αν και οι περισσότερες έχουν σημειωθεί στην ξηρά ή σε ρηχά νερά, όπου η διαρροή του πετρελαίου μπορεί να διακοπεί σχετικά εύκολα.
Μετά την απαγόρευση της πλύσης των δεξαμενόπλοιων και την προσθήκη νέων τεχνικών χαρακτηριστικών -όπως η διπλή γάστρα και η κατάτμηση των δεξαμενόπλοιων- σε συνδυασμό με την εφαρμογή θαλάσσιων λωρίδων μονής κυκλοφορίας και, το κυριότερο, την εφαρμογή Παγκόσμιων Συστημάτων Ελέγχου Θέσεως (GPS), η διαρροή πετρελαίου από τα δεξαμενόπλοια στη θάλασσα έχει περιοριστεί σημαντικά.
Ταυτόχρονα, έχει σημειωθεί ραγδαία τεχνολογική πρόοδος όσον αφορά στις εξέδρες εξόρυξης και παραγωγής, αν και οι κίνδυνοι που σχετίζονται με το βάθος, τα καιρικά φαινόμενα και τη διάρθρωση του ιζήματος έχουν αυξηθεί ακόμη περισσότερο, καθώς οι πετρελαιοπηγές όπου η άντληση πετρελαίου γίνεται εύκολα έχουν πλέον εξαντληθεί. Οι περιπτώσεις των πετρελαιοκηλίδων λόγω εκρήξεων στα βαθιά ύδατα είναι οι πιο σύνθετες, καθώς παραμένουν αρκετό καιρό λόγω της δυσκολίας στον περιορισμό τους.
Μετά τις εκρήξεις «βαθέων υδάτων» στο Deepwater Horizon και το Ixtoc, στον θαλάσσιο πυθμένα διέρρευσαν πετρέλαιο και φυσικό αέριο υψηλής πίεσης. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί ένα γαλακτώδες μείγμα πετρελαίου, φυσικού αερίου, νερού, άμμου και σωματιδίων σκόνης.
Οι ιδιότητες αυτού του γαλακτώματος πετρελαίου διαφέρουν από τις ιδιότητες του αργού πετρελαίου. Ένα μέρος αυτού θα επιπλεύσει –από το υπόλοιπο, όμως, είναι πιθανό να σχηματιστούν στήλες σε διάφορα βάθη των βαθέων υδάτων. Οι τυποποιημένες τεχνικές απεικόνισης της ποσότητας του πετρελαίου με εναέρια μέσα ή δορυφόρους δεν είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές.
Ανάλογες μεθόδους χρησιμοποίησε η Pemex στην περίπτωση του Ixtoc –η οποία ήθελε να παρουσιάσει μικρό το μέγεθος της διαρροής– με αποτέλεσμα το μέγεθος της πετρελαιοκηλίδας να εκτιμηθεί στο μισό εκατομμύριο τόνους περίπου. Η ομάδα εμπειρογνωμόνων των Ηνωμένων Εθνών -της οποίας προΐσταμαι- εκτιμά αυτό το μέγεθος σε πολύ υψηλότερα επίπεδα. Ομοίως, ενώ η BP υπολογίζει τη διαρροή του Deepwater Horizon στους 800 τόνους ημερησίως, οι εκτιμήσεις των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων κάνουν λόγο για πολύ μεγαλύτερα νούμερα.
Η Pemex επιχείρησε να τοποθετήσει μια συσκευή που αποκαλείται «σομπρέρο» πάνω από τη διαρροή του Ixtoc προκειμένου να συλλέξει το πετρέλαιο από τον θαλάσσιο πυθμένα, αν και το σχέδιο ναυάγησε καθώς η κατασκευή δεν μπορούσε να σταθεροποιηθεί. Παρατηρήθηκε σχηματισμός ένυδρου μεθανίου, αλλά όχι σε μεγάλη κλίμακα. Στην περίπτωση του Deepwater Horizon, μπορούσε να τοποθετηθεί ένας τεράστιος θόλος, παρά το μεγάλο βάθος, με τη βοήθεια σύγχρονων μη επανδρωμένων υποθαλάσσιων οχημάτων, ρομπότ και εργαλείων τοποθέτησης. Εξαιτίας του σχηματισμού ένυδρου μεθανίου, όμως, η συσκευή έφραξε και αχρηστεύτηκε.
Και στις δύο περιπτώσεις, στόχος των εγχειρημάτων ήταν η καύση του πετρελαίου στην επιφάνεια της θάλασσας, αν και όπως έχει δείξει η εμπειρία του Torrey Canyon το 1967 –το προσαραγμένο πλοίο που βομβαρδίστηκε με ναπάλμ– δεν γίνεται καλή καύση του πετρελαίου στη θάλασσα, ενώ το γαλάκτωμα του πετρελαίου –το λεγόμενο «μους σοκολάτας»– δεν καίγεται σχεδόν καθόλου.
Το εάν το πετρέλαιο θα πρέπει να «διασκορπίζεται» ή όχι αποτελεί ένα στρατηγικό ερώτημα ήδη από τις πρώτες επιχειρήσεις για τον έλεγχο πετρελαιοκηλίδων τη δεκαετία του 1960. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται από το εάν η πρώτη προτεραιότητα είναι τα πουλιά και οι ακτές ή άλλα θαλάσσια είδη, όπως τα ψάρια, οι γαρίδες και τα μαλάκια. Στην πρώτη περίπτωση ενδείκνυται διασκορπισμός, ενώ στη δεύτερη όχι.
Η απόφαση αυτή έχει μια προφανή προέκταση σε επίπεδο δημόσιων σχέσεων. Τα πουλιά και οι ακτές που έχουν μολυνθεί από το πετρέλαιο δημιουργούν αποκρουστικές φωτογραφίες, ενώ τα νεκρά ψάρια και οι γαρίδες περνούν απαρατήρητα από τις κάμερες.
Η ζημιά που προκλήθηκε από την πετρελαιοκηλίδα Ixtoc ήταν τεράστια. Μεταξύ των μεγαλύτερων θυμάτων ήταν οι ακτές –κυρίως στο Μεξικό αλλά ως ένα βαθμό και στις Ηνωμένες Πολιτείες– καθώς και μεγάλος αριθμός πουλιών που υπέκυψαν, παρά τις προσπάθειες διασκορπισμού της κηλίδας. Εξαιτίας του διαχωρισμού, οι γαρίδες, τα καλαμάρια και ορισμένοι πληθυσμοί πουλιών δέχθηκαν σφοδρό πλήγμα, ενώ τα αλιεύματα επλήγησαν ακόμη περισσότερο.
Εκεί όπου η συγκέντρωση των μη αποχρωματισμένων συστατικών του πετρελαίου είναι υψηλότερη, οι θαλάσσιοι οργανισμοί με βράγχια πεθαίνουν. Τα είδη που βρίσκονται σε μεγαλύτερη ακτίνα μολύνονται και παύουν να αποτελούν είδος διατροφής άλλων οργανισμών. Σε ακόμη μεγαλύτερη ακτίνα –και για περισσότερο καιρό– οι καταναλωτές απορρίπτουν τα προϊόντα.
Στην περίπτωση της έκρηξης του Ixtoc επιβεβαιώθηκε το ρητό «ουδέν κακόν αμιγές καλού» -για τα αλιεύματα του Μεξικού- καθώς η θεαματική μείωση των πιέσεων για αλιεία επέτρεψε στους πληθυσμούς που βρίσκονταν στο χείλος της εξαφάνισης να αναπληρωθούν, με αποτέλεσμα πέντε χρόνια αργότερα να είναι δύσκολο να βρει κανείς υπολείμματα πετρελαίου ή απειλούμενους πληθυσμούς. Θετικό ρόλο έπαιξαν και οι υψηλές θερμοκρασίες του Κόλπου του Μεξικού, καθώς η αποκατάσταση είναι πιο γρήγορη στα θερμά παρά στα ψυχρά νερά.
Χρειάστηκαν εννέα μήνες για την κάλυψη της πετρελαιοκηλίδας Ixtoc. Μετά από γεώτρηση με απορροφητικό φρέαρ κατάφεραν επιτέλους να σταματήσουν τη ροή του πετρελαίου. Από το Deepwater Horizon συνεχίζει να διαρρέει πετρέλαιο στον Κόλπο του Μεξικού, παρότι η BP κατάφερε να εισάγει έναν μικρότερο σωλήνα στη βασική διαρροή για απορρόφηση μέρους της ροής.
Είναι πολύ νωρίς ακόμη για να εκτιμήσει κανείς την οικολογική καταστροφή και τις οικονομικές επιπτώσεις στην αλιεία και τον τουρισμό από την πετρελαιοκηλίδα του Deepwater Horizon. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι πληθυσμοί των γαρίδων και των μαλακίων θα υποστούν τις συνέπειες , όπως και στην περίπτωση του Ixtoc -η οποία έδειξε, επίσης, το οικοσύστημα είναι δυνατό να αποκατασταθεί σε λίγα μόλις χρόνια.
* Ο Arne Jernelöv είναι εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ σε θέματα οικολογικών καταστροφών, καθηγητής Βιοχημείας του Περιβάλλοντος, επίτιμος ακαδημαϊκός και πρώην Διευθυντής του Διεθνούς Ινστιτούτου Εφαρμοσμένων Συστημάτων Ανάλυσης στη Βιέννη.
Copyright: Project Syndicate, 2010