Aναδημοσίευση από τη Ναυτεμπορική
Το 2015, οι δέκα μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου θα πλησιάζουν τα 300 εκατομμύρια κατοίκους και θα αποτελούν ξεχωριστές οικονομικές και κοινωνικές οντότητες, με τεράστια όμως σημασία για την παγκόσμια οικονομία.
Η Σαγκάη στην Κίνα έχει επισήμως 18 εκατομμύρια κατοίκους και, ανεπισήμως, οι κακές γλώσσες κάνουν λόγο για 20 εκατομμύρια, δηλαδή σχεδόν δύο φορές η Ελλάδα. Το Κάιρο οδεύει και αυτό προς τα 15 εκατομμύρια και το ακολουθεί κατά πόδας η Κωνσταντινούπολη. Παρίσι και Λονδίνο έφθασαν τα 10 εκατομμύρια κατοίκους η κάθε πόλη και η Αθήνα συγκεντρώνει το 40% του συνολικού ελληνικού πληθυσμού.
Είναι σαφές ότι το φαινόμενο των μεγαπόλεων προσλαμβάνει τεράστιες διαστάσεις, οι οποίες φυσικόν είναι να έχουν ποικίλες και σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομία, στην κοινωνική οργάνωση, στον πολιτισμό, στην πολεοδομία και βέβαια στην πολιτική. Όταν μια κινεζική πόλη είναι επτά φορές πολυπληθέστερη από τη Σλοβενία, αυτό χωρίς αμφιβολία κάτι σημαίνει, από κάθε άποψη, κυρίως οικονομική. Δικαίως λοιπόν πολλοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι με το φαινόμενο των μεγαπόλεων η παγκόσμια οικονομία μπαίνει με τη σειρά της σε μια νέα εξελικτική φάση, η οποία στο εξής θα επηρεάζει και ζωτικές λειτουργίες της. Σίγουρα δε, θα οδηγήσει και σε νέες μορφές ανταγωνισμού ή και συμμαχιών μεταξύ των μεγαπόλεων και των δικτύων που αυτές θα δημιουργούν. Από την άλλη μεριά υποστηρίζεται, πολύ σωστά, ότι η ανάπτυξη στην παγκοσμιοποιημένη οικονομική πραγματικότητα νέων αστικών κέντρων δεν θα έχει καμία σχέση με το παρελθόν.
Οι νέες μεγαπόλεις δεν θα είναι ούτε η αρχαία Αθήνα, ούτε η αρχαία Ρώμη, ούτε όμως και η Νέα Υόρκη της δεκαετίας του '30.
Επισημαίνεται ότι η νέα μεγαπόλη θα είναι πολυκεντρική, με πολλά αστικά κέντρα, όπως λ.χ. το Παρίσι, τα οποία ανεξάρτητα από το μέγεθός τους θα παίζουν ενεργό ρόλο στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Στο νέο αυτό πλαίσιο, επόμενον είναι να υπάρχει άμεση σχέση οικιστικής πολιτικής και μικροοικονομίας, διότι οι αγορές ακινήτων και οι χρήσεις γης θα επηρεάζονται από το χαρακτήρα της παγκόσμιας οικονομίας και από την ικανότητα μιας μεγαπόλης να προσελκύει διεθνείς και μη επενδύσεις (π.χ. Σαγκάη). Σημαντικός θα είναι έτσι ο ρόλος της κινητικότητας των παραγωγικών πόρων, αλλά και των υποδομών της μεγαπόλης.
Καίριος όμως θα είναι και ο ρόλος της ποιότητας ζωής. Πολύ σωστά, το οικονομικό περιοδικό Economist επισημαίνει ότι σε μία παγκοσμιοποιημένη οικονομία, όπου το κεφάλαιο και η εργασία κινούνται ελεύθερα, η ποιότητα ζωής αποτελεί έναν από τους κυριότερους προσδιοριστικούς παράγοντες της οικονομικής ανάπτυξης. Και τούτο διότι η ποιότητα ζωής επηρεάζει την ψυχική, διανοητική και σωματική κατάσταση του εργατικού δυναμικού και συνεπώς την παραγωγικότητά του, καθορίζει τον βαθμό αποτελεσματικότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα για την επιλογή του πλέον κατάλληλου τόπου εγκατάστασης μιας νέας παραγωγικής μονάδας. Προσδιορίζει επομένως τον αριθμό των νέων θέσεων εργασίας.
Στο νέο οικονομικό περιβάλλον, η παραδοσιακή έννοια του συγκριτικού πλεονεκτήματος της πόλης καταργείται. Πόλεις οι οποίες αναπτύχθηκαν είτε εξαιτίας κάποιου πλεονεκτήματός τους, όπως το φθηνό εργατικό δυναμικό, είτε της γεωγραφικής τους θέσης που εξασφάλιζε χαμηλό μεταφορικό κόστος αγαθών ή πρώτων υλών, φθίνουν με τη μετεγκατάσταση της οικονομικής δραστηριότητας εκτός πόλεων ή με την παρακμή του συγκεκριμένου παραγωγικού τομέα. Σήμερα, η εύκολη πρόσβαση στην αγορά ή στον τόπο προέλευσης των παραγωγικών δυνάμεων δεν αποτελεί πλεονέκτημα για την οικονομική ανάπτυξη μιας πόλης. Η σύγχρονη πόλη αποτελεί ελκυστικό τόπο για τους επενδυτές μόνο στο βαθμό που προσφέρει υψηλού επιπέδου συνθήκες διαβίωσης και εργασίας, αναπτύσσει ισχυρούς δεσμούς μεταξύ εκπαίδευσης / πολιτισμού / οικονομικής δραστηριότητας, επιδεικνύει ιδιαίτερη ευαισθησία για το περιβάλλον και διαθέτει μηχανισμούς που ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των πολιτών της στην διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η οικονομία του 21ου αιώνα θα είναι από κάθε πλευρά μια οικονομία υπηρεσιών. Η τεχνολογία της πληροφορικής θα απελευθερώσει τον εργαζόμενο στον τομέα αυτόν, διευκολύνοντας την τηλε-εργασία και το χαλαρό ωράριο. Η ανάγκη διαμονής σε κοντινή απόσταση από το χώρο εργασίας θα είναι μικρότερη. Πιθανό είναι να προκύψουν νέα οικιστικά σχήματα, με μικρότερη πυκνότητα, σε μια οικονομία με ανάγκες διαφορετικές από αυτές των τριών τελευταίων αιώνων της μαζικής αστικοποίησης.
Κατά συνέπεια, στις αναπτυγμένες χώρες οι μεγαπόλεις θα αποκτήσουν διαφορετικό λειτουργικό χαρακτήρα από το σημερινό και η εξέλιξη αυτή θα επηρεάσει την πολιτική τους οικονομία, όπως αυτό συνέβη και στη βιομηχανική επανάσταση. Εξάλλου, σήμερα βρισκόμαστε σε φάση επαναστατικής οικονομικής μεταλλαγής, ασχέτως αν κάποιοι δεν καταλαβαίνουν τίποτε.
Πέρα όμως από την πολιτική οικονομία των πόλεων που θα κυριαρχήσει στη διάρκεια του 21ου αιώνα, οι μεγαπόλεις θα αποτελέσουν το εφαλτήριο και για σημαντικές αλλαγές στο εμπόριο. Είναι έτσι πολύ πιθανό να δημιουργηθούν εμπορικά δίκτυα πόλεων, αλλά και λιανεμπορικές επιχειρήσεις οι οποίες θα έχουν ως εσωτερική αγορά τους τη μεγαπόλη. Ηδη, τα πρώτα δείγματα από τις τάσεις αυτές τα συναντά κανείς τόσο σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις όσο, βέβαια, και στις αποκαλούμενες πόλεις-έθνη, όπως η Σαγκάη ή η Βομβάη.
Ταυτόχρονα, όμως, με τις νέες εμπορικές δομές που θα αναδυθούν στις μεγαπόλεις, θεωρείται βέβαιον ότι θα υπάρξουν και καταναλωτικές μεταβολές, οι οποίες θα είναι συναφείς με την ποιότητα ζωής στις νέες αυτές οικονομικές οντότητες. Από την άποψη αυτή, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι στις μεγάλες πόλεις οι κοινωνικοί δεσμοί θα αποτελέσουν αντίβαρο στην καταναλωτική υστερία, για τον απλό λόγο ότι θα πλήξουν τον ατομισμό. Σίγουρα, έτσι, στις μεγαπόλεις, η καταναλωτική δυναμική θα υποστεί σημαντικές διαφοροποιήσεις, με ό,τι αυτές θα συνεπάγονται για το λιανικό εμπόριο και, γενικώς, για όλες τις μορφές οργανωμένου εμπορίου. Αυτός είναι προφανώς και ο λόγος που αρκετοί κοινωνιολόγοι ομιλούν πλέον για «αποκαταναλωτικές κοινωνίες», στις οποίες μεγάλες κατηγορίες καταναλωτών θα απομακρύνονται από τις αγορές αντικειμένων.
Με αφορμή την κρίση, το φαινόμενο αυτό παρατηρείται σε μεγαπόλεις Ευρώπης και Αμερικής, γεγονός που, ως φαίνεται, θα ανατρέψει και παραδοσιακά εμπορικά δεδομένα σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Οι πρώτες ενδείξεις προς την κατεύθυνση αυτή είναι ήδη ορατές, με την παρουσία και λειτουργία των αποκαλούμενων 24ωρων καταστημάτων. Μία άλλη, όχι πολύ ευχάριστη, κοινωνική τάση, ήδη ορατή και στην Αθήνα, είναι η δημιουργία μικροπόλεων μέσα στις μεγαπόλεις - μικροπόλεων οι οποίες διακρίνονται για την εσωστρέφειά τους, ενίοτε δε και για τον κοινωνικό τους αυτοαποκλεισμό. Τεράστιες είναι επίσης και οι πάσης φύσεως ανισότητες μεταξύ των μικροπόλεων, αρκετές από τις οποίες είναι και κέντρα υψηλής εγκληματικότητας.
Το θέμα των μεγαπόλεων απασχολεί σοβαρότατα πλέον πολιτικούς, κοινωνιολόγους και οικονομολόγους, διότι υπολογίζεται ότι το 2050 οι δέκα μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου δεν θα βρίσκονται μακριά από το ένα δισεκατομμύριο κατοίκους - με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε όλα τα επίπεδα της εθνικής υπόστασης μιας χώρας.
ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ