Το επίπεδο του στρες στους εργαζόμενους κορυφώνεται στην ηλικία των 50 - 55 ετών και, στη συνέχεια, μπορεί να μειώνεται όσο κανείς πλησιάζει στη σύνταξη, όμως συχνά οι συνέπειες του άγχους ακολουθούν τον συνταξιούχο και στην καθημερινή ζωή του, σύμφωνα με νέα βρετανική έρευνα.
Όσο και αν σε κάποιον αρέσει η δουλειά του, αυτή δεν παύει να του προκαλεί και άγχος, πόσο μάλλον αν δεν του αρέσει καθόλου, αλλά την κάνει απλώς για βιοποριστικούς λόγους.
Η μελέτη έγινε από ερευνητές του πανεπιστημίου του Νότιγχαμ, υπό την καθηγήτρια ψυχολογίας Αμάντα Γκρίφιθς. Όπως επισήμανε, το εργασιακό στρες θεωρείται υπεύθυνο για περισσότερες χαμένες ώρες απασχόλησης από κάθε άλλη αιτία και επηρεάζει σοβαρά την προθυμία και την ικανότητα των εργαζομένων να παραμείνουν απασχολούμενοι.
Με άλλα λόγια, η γνωστή ανά τον κόσμο επιθυμία για πρόωρη συνταξιοδότηση έχει σαφή ψυχική αιτιολόγηση, ενώ αντίθετα, με έναν ανάλογο τρόπο εξηγείται γιατί οι κρατικές πολιτικές διεύρυνσης του χρόνου απασχόλησης (μεταξύ άλλων για να σωθεί το ασφαλιστικό σύστημα από τα ελλείμματα) συναντούν σφοδρές αντιστάσεις από πολλούς (αγχωμένους) εργαζόμενους. Σύμφωνα με την έρευνα, ένας βασικός λόγος που φαίνεται να υποχωρεί το στρες μετά τα 55 χρόνια, κατά μέσο όρο, είναι επειδή πολλοί εργαζόμενοι εγκατέλειψαν πια το πόστο τους που τους προκαλούσε άγχος και ασχολήθηκαν με ένα λιγότερο απαιτητικό αντικείμενο εργασίας. ¶λλοι, σε εκείνη την ηλικία, έχουν ήδη χρόνια προβλήματα υγείας, οπότε εκ των πραγμάτων "κατεβάζουν" εργασιακούς ρυθμούς ή αλλάζουν πόστο, ενώ άλλοι, όσο ανεβαίνουν στην επαγγελματική ιεραρχία, αποκτούν πλέον μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στα εργασιακά τους καθήκοντα (και απαλλάσσονται από "ενοχλητικούς" προϊσταμένους), οπότε έχουν πια λιγότερο άγχος.
Οι δημογραφικές αλλαγές (γήρανση των κοινωνιών) και οι οικονομικές ανάγκες (διάσωση ασφαλιστικού συστήματος και βελτίωση ανταγωνιστικότητας) έχουν φέρει στο προσκήνιο διεθνώς το αίτημα για επέκταση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης. Σύμφωνα με την έρευνα,, για να γίνει κάτι τέτοιο ευρέως αποδεκτό, πρέπει, μεταξύ άλλων, να καταβληθεί προσπάθεια για να μειωθεί το εργασιακό στρες, π.χ. δίνοντας στους ηλικιωμένους εργαζόμενους μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στη δουλειά τους, καλύτερη αναγνώριση της συνεισφοράς τους, πιο ευέλικτες εργασιακές συνθήκες (ωράρια κλπ), βελτιωμένη κοινωνική υποστήριξη (π.χ. για άρρωστους συγγενείς ή τα παιδιά τους) κ.α.
Το βασικό μήνυμα, σύμφωνα με την υπεύθυνη της έρευνας καθηγήτρια Γκρίφιθς, είναι ότι η εργασία πρέπει να γίνει πιο ελκυστική και ευέλικτη, ώστε οι άνθρωποι, ειδικά οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, να μπορούν να εξισορροπήσουν πιο εύκολα τη δουλειά τους με τα άλλα ενδιαφέροντα και προτεραιότητές τους.
Όπως επισημαίνει, χωρίς επενδύσεις στην ποιότητα ζωής της τρίτης ηλικίας, οι ηλικιωμένοι δεν θα παρακινηθούν να συνεχίσουν να δουλεύουν κάπου που τους προκαλεί άγχος.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ