H Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή πολύ σωστά ψήφισε υπέρ του Ρίο ντε Τζανέιρο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016. Με τον τρόπο αυτόν, ανταμείβει μία χώρα, η οποία ήδη εξελίσσεται σε πρότυπο για την Λατινική Αμερική και, γενικά, αναβαθμίζει την παγκόσμια παρουσία μιας περιοχής που παίζει καθοριστικό ρόλο στα παγκόσμια πράγματα.
Αξίζει λοιπόν τον κόπο να δούμε ποια είναι η πορεία της Βραζιλίας τα δεκαπέντε τελευταία χρόνια και ποια η θέση της μεταξύ των 20 ισχυρότερων χωρών του κόσμου.
Πριν απ' όλα, πρέπει να υπογραμμισθεί ότι στη Βραζιλία του προέδρου Λούλα ντα Σίλβα πραγματοποιήθηκαν, την τελευταία δεκαετία, σοβαρές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις και μπήκαν σε φάση ανάρρωσης χρόνιες κοινωνικές ασθένειες.
Ετσι, παρά τη φτώχεια που συναντά κανείς στη χώρα αυτή, το κοινωνικό της επίπεδο ανεβαίνει, το ίδιο συμβαίνει δε και με τη δημοκρατία. Η παροχή υπηρεσιών υγείας έχει βελτιωθεί αισθητά, οι μέσοι μισθοί στο δημόσιο τομέα ανήλθαν σε αξιοπρεπή επίπεδα και, μέσω του Προγράμματος Οικογενειακών Επιδοτήσεων, κάθε βραζιλιάνικη οικογένεια διαθέτει ελάχιστο εισόδημα και προστασία της υγείας των μελών της.
Βεβαίως, η βραζιλιάνικη κυβέρνηση κατηγορείται από τα εύπορα στρώματα της μεσαίας τάξης ότι, με τις παροχές αυτές, δημιουργούνται συνθήκες ηθικής διαστροφής, από την μια πλευρά, και φορολογικής κρίσεως, από την άλλη, χωρίς να διορθώνονται χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας. Τονίζεται επίσης ότι, μέσω των παροχών, ο πρόεδρος της χώρας και οι περί αυτόν εξαγοράζουν τις ψήφους των πτωχών, οι οποίοι εύλογον είναι να ενδιαφέρονται για την τσέπη τους. Συνεπώς, τονίζουν οι αντίπαλοι του προέδρου, εξυπηρετούνται στενά πολιτικά συμφέρονται και παραμερίζεται το εθνικό συμφέρον.
Για το τελευταίο, ο Βραζιλιάνος διπλωμάτης Μαρσέλ Μπαΐο τονίζει ότι εξαρτάται από ποιους ορίζεται και για ποιους λόγους. «Διότι», προσθέτει ο έμπειρος διπλωμάτης, «στη σημερινή Βραζιλία, το αστικό και αγροτικό προλεταριάτο επωφελήθηκε τα μέγιστα από το χαμηλό πληθωρισμό, τις πιστωτικές διευκολύνσεις και τις κυβερνητικές μεταφορές εισοδήματος. Αναδύεται έτσι στη Βραζιλία μία μεσαία τάξη, που ήδη αντιπροσωπεύει το 50% του συνολικού πληθυσμού και η οποία παίζει πλέον το ρόλο του διαιτητή μεταξύ του παλαιού κατεστημένου και των νέων ρευμάτων».
Σε πρόσφατη συζήτηση που είχαμε μαζί του, ο οικονομολόγος και διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών Ερευνών της Βιέννης, Σάντορ Ράιχμαν, υπογράμμισε ότι η κοινωνική πολιτική της βραζιλιάνικης κυβέρνησης αποσόβησε τα χειρότερα στη χώρα αυτή με το ξέσπασμα της κρίσης. Διότι, η κυβερνητική εισοδηματική πολιτική στήριξε τη ζήτηση, άρα και την εγχώρια κατανάλωση, και επέτρεψε στη Βραζιλία να διατηρήσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, χωρίς φαινόμενα ανόδου της ανεργίας.
«Στην περίπτωση αυτή, η οικονομική ανάπτυξη και η διανομή εισοδήματος για την καταπολέμηση της φτώχειας συμβάδισαν και δημιούργησαν έναν ευνοϊκό κύκλο αύξησης μισθών και απασχόλησης, με αποτέλεσμα να κρατηθεί θετικός ρυθμός την μαζική αγορά». Αυτά επισημαίνει ο Αυστριακός οικονομολόγος, τονίζοντας ότι, στην περίπτωση της Βραζιλίας, εντυπωσιάζει και η δημοσιονομική ισορροπία που υπάρχει στην χώρα αυτή.
Οπως υπογραμμίζει και ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουΐς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, από το 2000 που ανέλαβε την εξουσία, η κοινωνική πρόοδος στη χώρα είναι μεγάλη. Ο αριθμός των απόρων έχει μειωθεί κατά το ήμισυ. Η μεσαία τάξη πλειοψηφεί από κοινωνικής πλευράς.
Από οικολογικής πλευράς, τα προγράμματα παραγωγής αιθανόλης και βιοντίζελ αποτελούν σημείο αναφοράς για τις εναλλακτικές και ανανεώσιμες πηγές καυσίμων. Και αυτό επιτυγχάνεται χωρίς προβλήματα στην επάρκεια τροφίμων, η οποία ενισχύεται και από την άνοδο της αγροτικής παραγωγής.
«Η Βραζιλία», είπε προσφάτως στη συνάντηση του G20 στο Πίτσμπουργκ ο πρόεδρος της χώρας, «επεκτείνει ταχύτατα την αγροτική της παραγωγή, ενισχύοντας τη θέση της ως δεύτερου μεγαλύτερου εξαγωγέα τροφίμων παγκοσμίως.
Παράλληλα, ο ρυθμός αποψίλωσης του Αμαζονίου έχει μειωθεί στο μισό -ένδειξη ότι η σύγχρονη αγροτική βιομηχανία της Βραζιλίας δεν αποτελεί απειλή για το τροπικό δάσος. Δημιουργούμε γραφεία σε αναπτυσσόμενες χώρες, που θέλουν να επωφεληθούν από την τεχνογνωσία μας σε αυτόν τον τομέα.
Η αναπαραγωγή πολλών κοινωνικών πρωτοβουλιών της Βραζιλίας -όπως το πρόγραμμα Μηδέν Πείνα και τα προγράμματα κατά του AIDS- σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής αποδεικνύει ότι οι αναπτυξιακοί στόχοι της χιλιετίας μπορούν να επιτευχθούν με σχετικά χαμηλό κόστος. Λόγου χάρη, το εργοστάσιο παρασκευής αντιρετροϊκών φαρμάκων, που θα ανοίξει η Βραζιλία στη Μοζαμβίκη, θα συμβάλει στον αγώνα κατά του AIDS στην Αφρική.
«Στον τομέα της κλιματικής αλλαγής, η πρόοδος θα έρθει μόνον μέσα από τη συλλογική δράση. Είναι καιρός ο βιομηχανικός κόσμος να αναλάβει πρωτοβουλίες και να τεθεί επικεφαλής της προσπάθειας μείωσης των εκπομπών αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και να παρέχει την υποστήριξή του, ώστε να ακολουθήσουν και τα αναπτυσσόμενα κράτη, χωρίς να διακινδυνεύσουν την ανάπτυξή τους.
Παράλληλα, η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας δεν μπορεί να προηγηθεί του ηθικού χρέους να εξασφαλίσουμε στους φτωχούς πληθυσμούς την πρόσβαση σε φάρμακα. Η υλοποίηση αυτής της ατζέντας απαιτεί ένα νέο διεθνές σύστημα, με περισσότερη διαφάνεια και κανόνες. Προς αυτή την κατεύθυνση, η Βραζιλία συνέστησε -μαζί με την Ινδία και την Νότιο Αφρική- την ομάδα IBSA, με επίκεντρο τα θέματα συνεργασίας και ανάπτυξης.
Στο πλαίσιο της ομάδας BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα) και της διευρυμένης ομάδας των G8, η Βραζιλία επιχειρεί να συμβάλει στην αναγνώριση του ρόλου αυτών των νέων παικτών στην αναδυόμενη παγκόσμια τάξη. Επίσης, μαζί με τους γείτονές μας, ιδρύσαμε την Ενωση Νοτιοαμερικανικών Εθνών (UNASUR), με στόχο να αναβαθμίσουμε την περιφερειακή ενοποίηση και να εξασφαλίσουμε ισχυρότερη διεθνή παρουσία για το μπλοκ μας. Η UNASUR προωθεί την σύνταξη ενεργειακού προγράμματος, καθώς και την ίδρυση ενός συμβουλίου άμυνας και μίας αναπτυξιακής τράπεζας».
Από αυτές τις απόψεις του προέδρου της Βραζιλίας γίνεται σαφές ότι, με την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων του 2016, η μεγάλη αυτή χώρα ενισχύει τόσο το διεθνές γόητρό της, όσο βεβαίως και την κοινωνικοοικονομική της επιρροή στην Λατινική Αμερική.
Ετσι, κάποιοι γείτονές της φοβούνται ότι οι πρωτοβουλίες της χώρας για στενότερες σχέσεις και συνεργασίες στη Νότιο Αμερική, τελικά θα ευνοήσουν τα συγκριτικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά της, με παράλληλη βελτίωση της παραγωγικότητάς της και της στρατηγικής της θέσης. Οι χώρες που κατά κύριο λόγο είναι καχύποπτες απέναντι στη Βραζιλία, για ενεργειακούς λόγους, είναι η Βολιβία και η Παραγουάη -οι οποίες προσπαθούν να πετυχαίνουν υψηλές τιμές στις εξαγωγές τους αερίου και υδραυλικής ενέργειας.
Πάντως, όπως και να έχουν τα πράγματα, γεγονός είναι ότι μία οικονομικά και κοινωνικά ισχυρή Βραζιλία θα αναλάβει ηγετικό ρόλο προς την κατεύθυνση της λατινοαμερικανικής οικονομικής ολοκλήρωσης, η οποία είναι ήδη στα σπάργανα και πιθανότατα θα αποτελέσει κορυφαίο γεωπολιτικό γεγονός του 21ου αιώνα.
ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ