Οι αναδυόμενες αγορές της Ευρώπης βιώσαν φέτος τη χειρότερη «κατάρρευση» της παραγωγής από την εποχή της οικονομικής ύφεσης που επακολούθησε της μεταβατικής περιόδου μετά την πτώση του κομουνισμού.
Για πέντε χώρες προβλέπονται διψήφια ποσοστά συρρίκνωσης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος. Και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στον τραπεζικό τομέα, όπως και η ανεργία, συνεχίζουν και αυξάνονται αλματωδώς σε πολλές χώρες.
Δεν χωράει αμφιβολία ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες σε μετάβαση βρίσκονται σε βαθιά κρίση. Μήπως όμως βρίσκεται σε κρίση η μετάβαση από τον κομουνισμό σε οικονομία που διέπεται από τις δυνάμεις της αγοράς; Πώς κατάφεραν να αντεπεξέλθουν θεσμοί και πολιτικά πλαίσια που προήλθαν από τη διαδικασία μετάβασης; Μήπως η κρίση αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα στις μεταρρυθμίσεις προς απελευθέρωση των αγορών;
Παρόλο που η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη ήταν η περιοχή αναδυομένων αγορών που υπέστη το μεγαλύτερο πλήγμα λόγω της κρίσης σε γενικές γραμμές κατάφερε να αποφύγει την κατάρρευση νομισμάτων, την κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και το «άλμα» του πληθωρισμού, που αποτελούσε το βασικό αίτιο στις προηγούμενες κρίσεις. Δεδομένης της βαθιάς ενσωμάτωσης της περιοχής με τον υπόλοιπο κόσμο, η συγκεκριμένη έκβαση είναι πράγματι εντυπωσιακή.
Και αυτή η βαθιά ενσωμάτωση είναι αμφίδρομη. Από τη μια πλευρά δημιούργησε οικονομικούς δεσμούς και χρηματοοικονομική εξάρτηση που κατέστη πολλές χώρες σε μετάβαση επιρρεπείς στην κρίση στη Δύση. Από την άλλη πλευρά, μετρίασε τις μεγάλες εκροές κεφαλαίων που αποτελούσαν καταστροφική δύναμη στις προηγούμενες κρίσεις, συμβάλλοντας σε πιο «ώριμους» θεσμούς και μέτρα εγχώριας πολιτικής, βοηθώντας στην κινητοποίηση σημαντικής διεθνούς υποστήριξης.
Τα δύο «πρόσωπα» της ολοκλήρωσης (όπως μελετήθηκαν στην Εκθεση Μετάβασης της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης το 2008) ήταν ιδιαιτέρως εμφανή στον οικονομικό τομέα. Η χρηματοοικονομική ολοκλήρωση αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη στην περιοχή σε μετάβαση και η στρατηγική παρουσία ξένων τραπεζών συνέβαλε στο μετριασμό του αρνητικού αντίκτυπου από την κρίση.
Την ίδια στιγμή η ενσωμάτωση σε μια διευρυμένη ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία συνέβαλε, δίχως αμφιβολία, στην υπερβολικά ταχεία αύξηση του χρέους σε ιδιωτικό τομέα και ξένο συνάλλαγμα.
Και προς Ανατολάς οικονομίες σε μετάβαση και πλούσιες σε φυσικούς πόρους -όπως Ρωσία και Καζακστάν- βρίσκονται αντιμέτωπες με μια ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση. Οπως οι χρηματοοικονομικά ολοκληρωμένες οικονομίες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, οι χώρες πλούσιες σε πρώτες ύλες χρειάστηκε να διαχειριστούν τις επιπλοκές από τις μαζικές εισροές ξένου συναλλάγματος.
Η κρίση έφερε σε δοκιμασία και ιδέες για τον τελικό στόχο της μετάβασης: επιβεβαίωσε την άποψη ότι η μετάβαση από τον κομουνισμό είναι κάτι πολύ περισσότερο από τη δημιουργία αγορών και τη μετάθεση των οικονομικών ευθυνών από το κράτος στον ιδιωτικό τομέα. Η μετάβαση αφορά και στην ανάπτυξη ορισμένων λειτουργιών του κράτους, όπως και βελτίωση του τρόπου αλληλεπίδρασης του κράτους με τον ιδιωτικό τομέα.
Η κρίση που άρχισε το 2008 υπογράμμισε τη σημασία θεσμών και αρχών που στηρίζουν τις αγορές, ειδικότερα στο χρηματοοικονομικό τομέα. Αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως περισσότερους κανονισμούς, αλλά σίγουρα σημαίνει καλύτερους κανονισμούς, που εστιάζουν στη βελτίωση των κινήτρων.
Η ατζέντα των θεσμικών μεταρρυθμίσεων που απομένουν για να γίνουν είναι μακροσκελής ειδικά στην Κεντρική Ασία και σε ορισμένες χώρες Ανατολικής Ευρώπης και Δυτικών Βαλκανίων.
Επειτα από ένα χρόνο κρίσης στην περιοχή των χωρών σε μετάβαση μπορούμε σχεδόν να αποκλείσουμε το τελευταίο σενάριο. Παρόλο που είναι ξεκάθαρο ότι η κρίση συνέβαλε στην επιβράδυνση των ρυθμών εφαρμογής νέων μεταρρυθμίσεων ανέστειλε πολύ λιγότερες μεταρρυθμίσεις απ' ό,τι στο χρονικό διάστημα 1998-1999, για παράδειγμα, το οποίο ακολούθησε της κρίσης στη Ρωσία. Παράλληλα, οι κυβερνητικές αλλαγές από τις αρχές του 2008 είτε οδήγησαν σε καμία αλλαγή όσον αφορά στις μεταρρυθμίσεις είτε ευνοούσαν τα κόμματα που τάσσονταν υπέρ των μεταρρυθμίσεων.
Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν είναι πιθανή μια επιτάχυνση των ρυθμών εφαρμογής μεταρρυθμίσεων με πιθανή εξαίρεση το χρηματοοικονομικό τομέα.
Και παρόλο που η παγκόσμια ύφεση «βούλιαξε» την περιοχή σε μετάβαση σε κρίση, την ίδια στιγμή απέδειξε την ανθεκτικότητα των μεταρρυθμίσεων και οικονομικής ολοκλήρωσης που είχαν επιτευχθεί μέσα στα τελευταία 15 με είκοσι χρόνια. Παράλληλα, υπογράμμισε τις «παγίδες» των αναπτυξιακών μοντέλων που είχαν ακολουθήσει οι χώρες σε μετάβαση. Και, παρ' όλα αυτά, είναι σαφές ότι ο τρόπος αντιμετώπισης αυτών των «παγίδων» είναι η επέκταση της ατζέντας με τους στόχους μετάβασης, όχι η αντικατάστασή της.
ΕRIK BERGLOF, κορυφαίος οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης
Copyright: Project Syndicate, 2009