Της Πελαγίας Καρπαθιωτάκη*
Η επίσκεψη της προέδρου της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων στην Ταϊβάν παρά τη σθεναρή αντίρρηση της Κίνας είναι μια προσπάθεια υπονόμευσης της αρχής της ενιαίας Κίνας από τις ΗΠΑ. Η επίσκεψη της κας Πελόζι, ήταν επίσημη έστω κι αν ο Λευκός Οίκος κι ανώτεροι Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωναν άγνοια, καθώς το περιεχόμενο της επίσκεψης της Νο3 στην ιεραρχία της αμερικανικής ηγεσίας είχε επίσημο χαρακτήρα και εντάσσεται στο στρατηγικό σχέδιο των ΗΠΑ για την ανάσχεση της Κίνας και τον περιορισμό της επιρροής της στην περιοχή του Ειρηνικού. Αλλά και στην περίπτωση που ο Λευκός Οίκος δεν γνώριζε πράγματι την επίσκεψη της κα Πελόζι στην Ταϊβάν, αυτό αναδεικνύει ένα σοβαρό εσωτερικό θέμα των ΗΠΑ που αφορά τη διάκριση εξουσιών και την άσκηση εξωτερικής πολιτικής σε τόσο ευαίσθητα θέματα που μπορούν να προκαλέσουν τριγμούς στην παγκόσμια ειρήνη.
Η Ταϊβάν αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της κινεζικής κυριαρχίας. Η αρχή της Ενιαίας Κίνας έχει αναγνωριστεί από τη διεθνή κοινότητα κι αρκεί να ανατρέξει κανείς στην πρόσφατη ιστορία του κινεζικού εμφυλίου για να κατανοήσει την ουσία του θέματος η οποία όμως δεν αναδεικνύεται αναλόγως, με αποτέλεσμα να δημιουργείται στρεβλή εντύπωση της κατάστασης και των γεγονότων.
Όμως για τις ΗΠΑ, η Ταϊβάν συμβολίζει ένα θεμελιώδες χαρακτηριστικό της διεθνούς πολιτικής που είναι η ισχύς με περιτύλιγμα ηθικής. Η Ταϊβάν συνήθως προσεγγίζεται από τη Δύση και ιδιαίτερα από τις ΗΠΑ με όρους ηθικής μιλώντας συνήθως για τη διατήρηση μιας δημοκρατίας προτύπου. Όμως για τους στρατηγούς των ΗΠΑ (π.χ. Douglas Mc Arthour) η Ταϊβάν θεωρείται ένα αβύθιστο αεροπλανοφόρο το οποίο δεσπόζει στο κεντρικό σημείο της ημισφαιρικής κινεζικής ακτής από όπου μια εξωτερική δύναμη όπως οι ΗΠΑ μπορούν να προβάλλουν ισχύ στα παράλια της Κίνας (Χολμς και Γιοσιχάρα καθηγητές στις σχολές πολέμου των ΗΠΑ).
Ένα σημείο άξιο προσοχής είναι η επιλογή της χρονικής στιγμής της επίσκεψης της κας Πελόζι στην Ταϊβάν καθώς μόνο τυχαία δεν ήταν. Μετά την απόφαση της Ρωσίας να πραγματοποιήσει στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία, ήταν εμφανής η προσπάθεια των ΗΠΑ να ταυτίσουν την Κίνα με την Ρωσία προκειμένου να προκαλέσουν φθορά στη διεθνή εικόνα της. Η προσπάθεια της Δύσης να μεταδώσουν ανησυχία στη διεθνή κοινότητα για πιθανή επέμβαση της Κίνας στην Ταϊβάν, θα δημιουργούσε συνθήκες που θα «νομιμοποιούσαν» τις ΗΠΑ στο όνομα της διατήρησης της δημοκρατίας να παρέμβει και να προσφέρει κάθε βοήθεια στο νησί, αγνοώντας την Αρχή της Ενιαίας Κίνας την οποία και οι ΗΠΑ έχουν επίσημα αναγνωρίσει.
Η επίκληση της Δημοκρατίας από την κα Πελόζι, η οποία κατά τη διάρκεια της επίσκεψης της στην Ταϊβάν χαρακτηριστικά είπε: «Σήμερα ο κόσμος είναι αντιμέτωπος με μια επιλογή μεταξύ της δημοκρατίας και της απολυταρχίας» και συνέχισε λέγοντας ότι «Η δέσμευση της Αμερικής στη διατήρηση της δημοκρατίας, εδώ στην Ταϊβάν και ανά τον κόσμο, παραμένει σιδερόφρακτη» στόχο είχε να νομιμοποιήσει ξανά οποιαδήποτε παρέμβαση των ΗΠΑ στο νησί. Όπως είναι γνωστό, μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, η δημοκρατία για τις ΗΠΑ ήταν ένα χρήσιμο εργαλείο που βοηθούσε να νομιμοποιήσουν την προβολή ισχύος τους. Η εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ αναδείχθηκε ως ο κυρίαρχος στόχος και “η δημοκρατία” το ικανό και αναγκαίο ιδεολόγημα που θα συνέβαλε στην ανάσχεση κάθε αντιπάλου και γι αυτό σε κάθε δημόσιο λόγο των Αμερικανών πολιτικών η δημοκρατία είχε εξέχουσα σημασία για την αμερικάνικη αποστολή στον κόσμο. Ο Έλληνας φιλόσοφος Κονδύλης, θέτει το θεωρητικό υπόβαθρο στο θέμα κι εξηγεί την αναγκαιότητα ανάδειξης ενός ιδεολογήματος, όπως για παράδειγμα η Δημοκρατία, εξηγώντας ότι το ιδεολόγημα επιτρέπει σε κάποιον να εγείρει ύψιστες αξιώσεις ισχύος αποκηρύσσοντας παράλληλα με έμφαση κάθε επιδίωξη ισχύος και κάθε βία καθώς μονάχα μια νομιμοποιημένη ισχύς είναι ικανή να ασκήσει εξουσία και μονάχα η ηθικά νομιμοποιημένη ισχύς μπορεί να στηρίξει μια εξουσία. Στο θέμα είχε αναφερθεί και ο Morgenthau ο οποίος θεωρούσε ότι «χαρακτηριστική πτυχή τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής πολιτικής είναι οι βασικές τους εκδηλώσεις να μην φαίνονται όπως πραγματικά είναι δηλαδή ως εκδηλώσεις του αγώνα για ισχύ. Αντίθετα, το στοιχείο της ισχύος, ως ο άμεσος στόχος της πολιτικής, ερμηνεύεται και δικαιολογείται με όρους ηθικούς, νομικούς ή βιολογικούς. Με άλλα λόγια, η πραγματική φύση της πολιτικής συγκαλύπτεται από ιδεολογικές δικαιολογίες και εξορθολογισμούς».
Διαχρονικά, λοιπόν, η Δημοκρατία παρουσιαζόταν από τις ΗΠΑ ως το αμερικανικό «δώρο» στον κόσμο το οποίο όμως στην πραγματικότητα πρωτίστως προστάτευε την ασφάλεια των ΗΠΑ και ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια της “συλλογικής ασφάλειας” η οποία στην πορεία θα γινόταν η εξωτερική ασπίδα της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ όπως αναφέρει και ο Κίσινγκερ στο Diplomacy. Η επίκληση παλαιών ιδεολογημάτων από τις ΗΠΑ ως εργαλείο εξωτερικής πολιτικής μεταξύ άλλων αποδεικνύει ότι οι ΗΠΑ διανύουν μια περίοδο κρίσης στο επίπεδο των ιδεών.
Το γεγονός ότι η κα Πελόζι κατά τη διάρκεια της επίσκεψης της στην Ταϊβάν έθεσε ως στόχο την προστασία της Δημοκρατίας και την προάσπιση της ειρήνης στο νησί στερείται περιεχομένου και λογικής καθώς δεν υπάρχουν ενδείξεις για κάτι τέτοιο ενώ αντίθετα υπάρχουν σαφείς ενδείξεις προς μια ειρηνική πορεία προς την ολοκλήρωση. Αρκεί να μελετήσει κανείς τις οικονομικές σχέσεις που διατηρούν η Κίνα με την Ταϊβάν όλα αυτά τα χρόνια και οι οποίες βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι εξαγωγές της Ταϊβάν στην ηπειρωτική Κίνα για το 2021 ανήλθαν συνολικά σε 188,91 δισεκατομμύρια δολάρια, αυξήθηκαν κατά 24,8% ποσοστό που αντιπροσωπεύει το 42,3% των συνολικών εξαγωγών της Ταϊβάν το 2021. Οι εισαγωγές του νησιού από την ηπειρωτική χώρα το 2021 αυξήθηκαν κατά 29,9% σε ετήσια βάση στα 84,17 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2021 η Ταϊβάν σημείωσε εμπορικό πλεόνασμα 65,28 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ το εμπορικό του πλεόνασμα με την ηπειρωτική χώρα ανήλθε συνολικά στα 104,74 δισεκατομμύρια δολάρια. Όπως αναφέρει ο Ross στο βιβλίο του “The Rise of Chinese Power and Implications for the Regional Security Order” η ανάγκη εισβολής στην Ταϊβάν θα μειώνεται διαρκώς όσο η οικονομική αλληλεξάρτηση ενισχύεται. Όπως αποδεικνύεται από τα οικονομικά στοιχεία που παρατίθενται παραπάνω η στενή οικονομική διασύνδεση του νησιού με την Κίνα είναι ο βασικός λόγος γιατί τα αποσχιστικά κινήματα της Ταϊβάν έχουν αισθητά μειώσει την επιρροή τους στην κοινωνία του νησιού καθώς οδεύουμε προς ένα μέλλον μεγαλύτερης ολοκλήρωσης.
‘Όμως ο τρόπος που αυτό θα συμβεί είναι κομβικής σημασίας για την πολιτική των μεγάλων δυνάμεων. Η επίσκεψη της κας Πελόζι στην Ταϊβάν είναι σαφές ότι μεταξύ άλλων στόχευε να ενισχύσει τα αποσχιστικά κινήματα υπονομεύοντας την ειρήνη στο νησί με απώτερο στόχο να ανακόψει την πορεία προς την ειρηνική ολοκλήρωση της ηπειρωτικής Κίνας με την Ταϊβάν.
Οι ΗΠΑ γνωρίζουν ότι εάν εγκαταλείψουν τη στήριξη τους στην Ταϊβάν θα προκληθούν παράπλευρες συνέπειες καθώς θα υπονομευτούν οι διμερείς σχέσεις με την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, τις Φιλιππίνες, την Αυστραλία και τους άλλους συμμάχους τους στον Ειρηνικό, οι οποίες θα άρχιζαν να αμφισβητούν την αξιοπιστία των υπολοίπων διμερών δεσμεύσεων των ΗΠΑ ωθούμενες έτσι να προσεγγίσουν την Κίνα δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την ανάδυση μιας Μείζονος Κίνας ημισφαιρικών διαστάσεων (Ρόμπερτ Κάπλαν).
Η απόφαση της κας Πελόζι να πραγματοποιήσει την επίσκεψη αυτή είχε υψηλό ρίσκο, όχι γιατί υπήρχε ο κίνδυνος να γίνει ο Ειρηνικός θέατρο πολεμικών συγκρούσεων αλλά γιατί επί της ουσίας δεν προσέφερε τις αναμενόμενες υπηρεσίες στις ΗΠΑ παρά την προσπάθεια κάποιων δυτικών μέσων να το παρουσιάσουν ως επιτυχία και επίδειξη ισχύος. Αντ’ αυτού η επίσκεψη της κας Πελόζι έφερε το θέμα της Ταϊβάν στην επικαιρότητα, αναγκάζοντας την Κίνα να παρουσιάσει τις πάγιες θέσεις της με έντονο και αποφασιστικό τρόπο στο παγκόσμιο ακροατήριο, αναγκάζοντας τις ηγεσίες όλων των χωρών να επαναλάβουν άμεσα και με σαφή τρόπο, χωρίς υποσημειώσεις και σχόλια, την υποστήριξη τους στην αρχή της Ενιαίας Κίνας καταγράφοντας έτσι μια τεράστια διπλωματική επιτυχία για την Κίνα. Παράλληλα, η άμεση αντίδραση της διεθνούς κοινότητας ήταν ένα σαφές μήνυμα προς τα αποσχιστικά κινήματα της Ταϊβάν ότι δεν θα πρέπει να περιμένουν υποστήριξη σε οποιαδήποτε πρωτοβουλία που θα διαφοροποιείται της Αρχής της Ενιαίας Κίνας.
Η προσπάθεια ανάσχεσης της Κίνας, η οποία αποτελεί βασικό πυλώνα του διεθνούς συστήματος και της παγκόσμιας οικονομίας τον 21ο αιώνα, εξυπηρετεί σχεδόν αποκλειστικά την προάσπιση των αμερικανικών συμφερόντων. Σε ένα μεταβαλλόμενο κόσμο, όπου η ισορροπία ισχύος αλλάζει η προσπάθεια των ΗΠΑ να διατηρήσουν την πρωτοκαθεδρία επιβάλλοντας κανόνες συμπεριφοράς σε κυβερνήσεις χωρών ή προκαλώντας την Κίνα σε ιδιαιτέρως ευαίσθητα θέματα όπως της Ταϊβάν θα δημιουργήσει σοβαρούς τριγμούς στην παγκόσμια ειρήνη αλλά και την οικονομική ευημερία του πλανήτη. Οι ΗΠΑ όπως και καμία άλλη χώρα στον πλανήτη δεν διαθέτουν πλέον την ισχύ να επιβάλλουν κανόνες συμπεριφοράς σε άλλες χώρες κι αν αυτό συμβεί οι συνέπειες θα είναι ολέθριες για τις κοινωνίες και την παγκόσμια ειρήνη.
* Η δρ. Πελαγία Καρπαθιωτάκη είναι επικεφαλής ερευνητικών προγραμμάτων και υπεύθυνη διεθνών σχέσεων του ερευνητικού κέντρου Academy of China Open Economy Studies (ACOES) στο Πανεπιστήμιο Διεθνούς Επιχειρηματικότητας και Οικονομίας του Πεκίνου (UIBE). Διδάσκει επίσης σε μεταπτυχιακό επίπεδο στο πανεπιστήμιο UIBE και στο Shangdong University of Technology. Ως επισκέπτρια καθηγήτρια διδάσκει σε ένα από τα δύο πανεπιστήμια Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης της Κίνας με έδρα την Hangzhou (Zhejiang University of Media and Communication).