Αρχισε η δεύτερη παγκοσμιοποίηση

AΠΟΨΗ
Δευτέρα, 08 Δεκεμβρίου 2008 12:44
A- A A+

Με αρκετή δόση ειρωνείας, το γνωστό βρετανικό περιοδικό «The Economist» έγραφε πριν λίγες εβδομάδες ότι ο κεντροδεξιός πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, Νικολά Σαρκοζί, δεν είναι ο πιο ενδεδειγμένος για να αναλάβει την προεδρία του αλληλοσπαρασσόμενου Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος.

Αφορμή για το σχόλιο αυτό οι δηλώσεις του Γάλλου προέδρου για την ανάγκη να υιοθετηθεί διεθνώς ένας άλλος καπιταλισμός, με περισσότερη κοινωνική ευθύνη και ευαισθησία.

Την άποψη αυτή συμμερίζονται και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι πιστεύουν ότι το αγγλοσαξωνικό καπιταλιστικό πρότυπο στην ουσία χρεοκόπησε, ύστερα από την εντυπωσιακή πορεία των είκοσι τελευταίων ετών.

Όπως επισημαίνουν δε πολλοί οικονομολόγοι, η χρεοκοπία αυτού του μοντέλου οφείλεται, πριν απ' όλα, στην απληστία -δηλαδή, στο ξέφρενο κυνήγι χρήματος και κερδών, ερήμην των αναγκών και των προβλημάτων της πραγματικής οικονομίας.

Ως γνωστόν, η σημερινή οικονομική κρίση ήταν αναμενόμενη, όμως κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει την έκτασή της και τις αλυσιδωτές επιπτώσεις της. Η κρίση αυτή ξεκίνησε από την αμερικανική αγορά ακινήτων και ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου, για να διαδοθεί στην συνέχεια με μεγάλη ταχύτητα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Όπως συμβαίνει δε με κάθε οικονομική κρίση, έτσι και αυτή έχει διπλή αφετηρία.

Από την μία πλευρά, εκδηλώνει μία κατάσταση της πραγματικής οικονομίας που συνδέεται με τις αδυναμίες του αμερικανικού αναπτυξιακού μοντέλου στην καινούργια εποχή του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, τις παγκόσμιες ανισορροπίες και τις ανάγκες αναπροσαρμογής που αυτές οι ανισορροπίες δημιουργούν. Αυτό συμβαίνει σε ένα πλαίσιο που σημαδεύεται από την αύξηση στις τιμές των αγαθών, αρχίζοντας με τις τιμές στον τομέα της ενέργειας και με μία ιστορικά αδύναμη συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου.

Από την άλλη πλευρά, είναι η πραγμάτωση των προβλημάτων που προκλήθηκαν από την υπερβολική πεποίθηση για τη δημιουργία κερδών μέσω του ρίσκου, σε ένα παγκόσμιο οικονομικό σύστημα το οποίο στερείται επαρκούς ελέγχου και επιτήρησης.

Έτσι, η τρέχουσα οικονομική κρίση αντικατοπτρίζει τα όρια στα οποία έχει φθάσει το σύστημα αυτό.

Ωστόσο, όπως και κάθε άλλη οικονομική κρίση, και η παρούσα έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, τα οποία χρειάζονται ανάλυση, ώστε να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά. Χρειάζεται εκ νέου έναρξη των εκκρεμών συζητήσεων μεταξύ υποστηρικτών της αυτορρύθμισης και της ευνοϊκής μεταχείρισης των επιχειρήσεων, αφ' ενός, και της κρατικής παρέμβασης, αφ' ετέρου, καθώς και για το πώς θα διατηρηθεί ο έλεγχος και η ισορροπία στο χρηματοοικονομικό σύστημα. Η συζήτηση αυτή, όμως, δεν είναι εύκολη -κάτι που φάνηκε ξεκάθαρα στην τελευταία συνάντηση του G20 στις ΗΠΑ.

Το βασικό ερώτημα το οποίο σήμερα απασχολεί οικονομολόγους και υπευθύνους των εθνικών οικονομικών πολιτικών είναι αυτό των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της ζοφερής οικονομικής κατάστασης που επικρατεί στη διεθνή οικονομία. Μπορούν, όμως, οι επιπτώσεις αυτές να προβλεφθούν χωρίς κίνδυνο; Σίγουρα όχι, λένε γνωστοί και έγκυροι οικονομολόγοι.

Επισημαίνουν, ωστόσο, ότι, παρά το ριψοκίνδυνο των προβλέψεων, και αν ακόμα αποφευχθεί μία μεγάλη καταστροφή, η πορεία της παγκοσμιοποίησης θα αλλάξει. Κάνουν έτσι λόγο για την αρχή μίας δεύτερης περιόδου παγκοσμιοποίησης, με λειτουργίες που θα υπόκεινται σε στενότερους εθνικούς, αλλά και διεθνείς ελέγχους.

Αρκετές φορές από τις στήλες αυτές, αναφερόμενοι στην παγκοσμιοποίηση και τον νομοτελειακό της χαρακτήρα, γράφαμε ότι το φαινόμενο αυτό είναι μη αναστρέψιμο, πλην όμως, απαιτεί νέες προσεγγίσεις και νέα εργαλεία ανάλυσής του.

Τα αίτια της παγκοσμιοποίησης είναι πολύ σύνθετα και συνδέονται άμεσα με την τεχνολογική έκρηξη και την εντυπωσιακή άνοδο της πληροφορικής -δύο τάσεις οι οποίες δημιούργησαν σχέσεις αλληλεξάρτησης μεταξύ των εθνικών κρατών. Τι μέλλει γενέσθαι, όμως;

Όπως πολύ σωστά επισημαίνει το περιοδικό The Economist, τα είκοσι τελευταία χρόνια η διαρκής αυξανόμενη ολοκλήρωση της παγκόσμιας οικονομίας στηρίχθηκε στο αγγλοσαξωνικό καπιταλιστικό μοντέλο και στην άνοδό του διεθνώς.

Η δε Αμερική ήταν ο κύριος υποστηρικτής, έως έναν βαθμό, του μοντέλου αυτού, κύριο γνώρισμα του οποίου ήταν οι απίστευτες παγκόσμιες και ταχύτατες κεφαλαιακές ροές -οι οποίες, σε συνδυασμό με την απελευθέρωση του εμπορίου και την απορρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της βιομηχανίας, έδωσαν ιδιαίτερη ώθηση στη διαδικασία παγκοσμιοποίησης και, μέχρι ενός σημείου, αποτελούσαν σύμβολά της.

Η ολοκλήρωση της παγκόσμιας οικονομίας αποτελεί κατά μεγάλο μέρος της το θρίαμβο των αγορών έναντι των κυβερνήσεων. Τώρα, η διαδικασία αυτή αντιστρέφεται με τρεις σημαντικούς τρόπους.

Πρώτον, το δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα θα επαναρρυθμιστεί. Οι περισσότερες απορρυθμισμένες περιοχές της σύγχρονης χρηματοδοτικής, όπως η αγορά των 55 δισεκατ. δολαρίων παραγώγων, θα τεθούν σε τροχιά ρύθμισης.

Οι κανονισμοί για την κεφαλαιακή επάρκεια θα επανεξετασθούν λεπτομερώς, επιδιώκοντας τη μείωση της μόχλευσης και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του συστήματος. Το εύρος και το είδος του ελέγχου που θα επιβληθεί, θα εξαρτηθεί λιγότερο από την ιδεολογία και περισσότερο από το μέγεθος και τη σφοδρότητα της επιβράδυνσης της οικονομίας.

Στην περίπτωση της κρίσης του 1980, οι επιπτώσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο ήταν περιορισμένες, καθώς δεν κατέληξε σε μία μεγάλη καταστροφή για την οικονομία -παρόλο που ήταν σημαντικό πλήγμα για το τραπεζικό σύστημα. Αντιθέτως, η ύφεση του 1929 δεν επαναπροσδιόρισε μόνον τη διάρθρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος στις ΗΠΑ, αλλά επέφερε τη ρύθμιση σε μεγάλο μέρος της οικονομίας.

Αυτό μάς οδηγεί στο δεύτερο σημείο. Την αλλαγή στην ισορροπία μεταξύ κράτους και αγοράς σε τομείς της οικονομίας πέραν του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Για πολλές χώρες, μία σημαντική διαταραχή των περασμένων δύο ετών ήταν η μεγάλη αύξηση στις τιμές των εμπορευμάτων και των τροφίμων, η οποία, σύμφωνα με τους πολιτικούς, αποδίδεται σε φαινόμενα κερδοσκοπίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Η ραγδαία άνοδος των τιμών των τροφίμων στα τέλη του 2007 και στις αρχές του 2008, προκάλεσαν ταραχές σε περίπου 30 χώρες.

Ανταποκρινόμενες στην κατάσταση, οι κυβερνήσεις των αναδυομένων χωρών επέκτειναν τα πεδία δράσης τους, αυξάνοντας τις επιδοτήσεις, ορίζοντας τις τιμές, απαγορεύοντας τις εξαγωγές βασικών αγαθών και, στην περίπτωση της Ινδίας, περιορίζοντας τη συναλλαγή συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης. Η ανησυχία για την επισιτιστική ασφάλεια, κυρίως στην Ινδία και στην Κίνα, ήταν ένας από τους βασικούς λόγους που ο Γύρος της Ντόχα κατέρρευσε αυτό το καλοκαίρι.

Τρίτον, η Αμερική χάνει σταδιακά την οικονομική της επιρροή και το πνευματικό / ιδεολογικό της κύρος. Οι αναδυόμενες οικονομίες διαμορφώνουν την πορεία του παγκόσμιου εμπορίου, με αποτέλεσμα να καταφέρνουν όλο και περισσότερο να διαμορφώνουν το μέλλον του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Συγκεκριμένα, αυτό είναι περισσότερο εμφανές σε χώρες πιστωτές με μεγάλο όγκο αποθεμάτων κεφαλαίου, όπως είναι η Κίνα.

Ας σημειωθεί ότι Κίνα, Ρωσία και Ινδία διαθέτουν σήμερα κεφαλαιακά αποθέματα άνω των 3 τρισ. δολαρίων, τα οποία δεν είναι δυνατόν να «κοιμούνται» συνεχώς. Έτσι, στις αναπτυγμένες οικονομίες η συρρίκνωση της μόχλευσης θα είναι λιγότερο επώδυνη εάν οι πλούσιες σε αποταμίευση ασιατικές χώρες διοχετεύσουν περισσότερα κεφάλαια στις αγορές.

Είναι λοιπόν σαφές ότι το βάρος των χωρών αυτών στην παγκόσμια οικονομία θα αυξηθεί και θα οδηγήσει σε ουσιαστικές ανακατανομές του πλούτου, καθώς και του παγκόσμιου εμπορίου. Θα υπάρξει, επίσης, μερική επιστροφή των εθνικών κρατών στις αγορές και τον έλεγχό τους, αλλά με ταυτόχρονη επαναρρύθμιση της παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Συνεπώς, η ώρα της δεύτερης παγκοσμιοποίησης έχει σημάνει. Και για μία οικονομία όπως η ελληνική, η εξέλιξη αυτή απαιτεί βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές τόσο στον παραγωγικό ιστό, όσο και στην ανεπαρκέστατη κρατική μηχανή.

ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ

Προτεινόμενα για εσάς