* Του Δημήτρη Παπαδημούλη
Ο πόλεμος που έχει προκαλέσει η βάρβαρη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ειδικότερα, οι οικονομικές του επιπτώσεις και ο ρόλος που αναμένεται να διαδραματίσει στη διαμόρφωση του νέου δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ, βρέθηκαν στο επίκεντρο της τελευταίας Συνόδου Κορυφής όπως και των Διακοινοβουλευτικών Διασκέψεων που προηγήθηκαν.
Η Ευρώπη, ψάχνοντας ακόμη τον βηματισμό της ύστερα από μια διετή κρίση πανδημίας, παρά τα πρώτα της θετικά βήματα, βρέθηκε και πάλι αντιμέτωπη με μια νέα θανάσιμη απειλή: Η πολεμική σύγκρουση εκτός από το προφανές δράμα των θυμάτων, της ανθρωπιστικής κρίσης, της προσφυγιάς και της συντριπτικής καταστροφής των υποδομών που επιφέρει, χτυπά εξίσου καταστροφικά και τις οικονομίες. Και σε ό,τι αφορά στην ΕΕ, οι άμεσες συνέπειες στην εφοδιαστική αλυσίδα, τον πληθωρισμό που εκτοξεύεται και στις απαγορευτικά υψηλές τιμές ενέργειας, προκαλούν σημαντικό πλήγμα στην οικονομική ανάκαμψη.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, εκτός από ερείπια, αφήνει πίσω του και μια σειρά από όχι εύκολα αναστρέψιμα αποτελέσματα απόρροια των διεθνών κυρώσεων που επιβάλλονται στη Ρωσία, αλλά ταυτόχρονα πλήττουν τους πάντες. Οι επιπτώσεις στη διεθνή και ευρωπαϊκή οικονομία είναι ήδη σημαντικές, ιδίως αν λάβει κανείς υπόψη την παραγωγική δυνατότητα και την εξαγωγική δραστηριότητα των δύο εμπλεκόμενων χωρών, σε σιτηρά και αγροτικά προϊόντα, σε ορυκτά, σε πετρέλαιο και ιδίως σε φυσικό αέριο. Η Ρωσία είναι η 3η χώρα στον κόσμο σε παραγωγή ορυκτών, 7η στην αγροτική παραγωγή και 1η σε αποθέματα φυσικού αερίου, ενώ η Ουκρανία καταλαμβάνει την 28η, τη 10η και την 23η θέση, αντιστοίχως. Επίσης, η Ουκρανία έχει μια πολύ σημαντική βιομηχανία τεχνολογίας και είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες εξαγωγές υπηρεσιών ΙΤ στην Ευρώπη, ενώ στη βαριά βιομηχανία η Ρωσία είναι 9η χώρα στον κόσμο στην κατασκευή πλοίων. Και οι δυο χώρες, διαθέτουν πυρηνικά εργοστάσια.
Σήμερα, τα θεμέλια που έθεσε η ΕΕ, πριν από δύο χρόνια, για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας με την υιοθέτηση του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΜΑΑ) είναι ασφαλώς ισχυρά. Ωστόσο, μετά το ξέσπασμα του πολέμου, έχει καταστεί σαφές ότι είναι πλέον παντελώς ανεπαρκή. Οι «φειδωλοί» του Ευρωπαϊκού Βορρά, όμως, είναι επιτακτική ανάγκη να συνειδητοποιήσουν ότι όπως και με την πανδημία, έτσι και τώρα, μόνο μια ισχυρή και τολμηρή ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση και η περαιτέρω εμβάθυνση της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησής της ΕΕ, αποτελούν λύση για τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και της ανθεκτικότητας της ΕΕ και για την επίτευξη ουσιαστικής σύγκλισης, εντός της Ένωσης.
Στην ασφυκτικά υψηλό δημόσιο χρέος των κρατών μελών που διογκώθηκε τα τελευταία δύο χρόνια λόγω της πανδημίας, έρχεται τώρα να προστεθεί λόγω της Ρωσικής εισβολής, ο κίνδυνος του στασιμοπληθωρισμού. Μια νέα, μεγάλη οικονομική ύφεση έχει αρχίσει να γίνεται ορατή στον ορίζοντα, για την οποία προειδοποίησε και το ΔΝΤ.
Ο μόνος τρόπος να αποφύγουμε να οδηγηθούμε και πάλι σε μια νέα κρίση χρέους και άγριας λιτότητας, είναι να εισακουστούν οι χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, οι οποίες, στις διαπραγματεύσεις για την αναθεώρηση του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου, σημειώνουν σε όλους τους τόνους
ότι οι υφιστάμενοι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΑΑ) δεν επαρκούν ρεαλιστικά ώστε να ανταπεξέλθουν οι οικονομίες στους κλυδωνισμούς που βιώνουμε. Κανόνες, άλλωστε, που λειτουργούν μόνο σε καιρούς ομαλότητας και μπαίνουν σε πλήρη αναστολή – με την ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής – σε καιρούς κρίσεων είναι de facto αναποτελεσματικοί.
Θεωρώ αναγκαία τα παρακάτω βήματα, τα οποία κερδίζουν έδαφος, παρά τις ισχυρές αντιστάσεις των «φειδωλών» του Βορρά και των συμμάχων τους:
- Επέκταση της γενικής ρήτρας διαφυγής και το 2023
- Άμεση αντικατάσταση των κανόνων του ΣΣΑ, από άλλους, πιο ευέλικτους, ισορροπημένους, απλούς και με βάση τις ανάγκες κάθε χώρας
- Ενίσχυση της κεντρικής δημοσιονομικής ικανότητας της ευρωζώνης, με τη δημιουργία μόνιμων εργαλείων δημοσιονομικής σταθεροποίησης, που θα περιλαμβάνουν την
- Έκδοση κοινού χρέους σε επίπεδο ΕΕ, τουλάχιστον για την κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών, όπως π.χ. η χρηματοδότηση της ψηφιακής και της πράσινης μετάβασης.
Όσα διδαχθήκαμε από τον σχεδιασμό και την λειτουργία του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΜΑΑ), θα πρέπει τώρα να μας κάνουν σοφότερους στη συγκρότηση του νέου δημοσιονομικού πλαισίου. Όπως ο ΜΑΑ, έτσι και τα νέα δημοσιονομικά μέσα θα πρέπει να βασίζονται στη διαφάνεια και στη λογοδοσία, στη στενότερη συνεργασία των κρατών – μελών με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, στην παροχή κινήτρων για την υλοποίηση επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων.
Τέλος, ακριβώς όπως το βάρος του αρνητικού οικονομικού αντίκτυπου του πολέμου δεν μπορεί να το σηκώσει ο καθένας μόνος του, έτσι και οι αβάστακτες συνέπειες της προσφυγικής κρίσης, δεν γίνεται να αντιμετωπιστούν μεμονωμένα, σε επίπεδο κρατών - μελών.
Οι λαϊκίστικες λύσεις και η εμμονική προσκόλληση ορισμένων χωρών στο δόγμα «one size fits all» συνιστούν απειλή για την ΕΕ και υπονομεύουν βασικούς στόχους και αρχές της, όπως η βιώσιμη ανάπτυξη, η κοινωνική συνοχή και η σταθερότητα.
Τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο, οι εκτιμήσεις για τις προσφυγικές ροές από την Ουκρανία κάνουν λόγο μέχρι και για δέκα εκατομμύρια εκτοπισμένους Ουκρανούς πολίτες μέχρι το τέλος του πολέμου. Επείγει μια κοινή, φιλόδοξη, συντονισμένη ευρωπαϊκή απάντηση σε όλα, η οποία θα διασφαλίζει τη μείωση των ανισοτήτων, την αλληλεγγύη, την ασφάλεια και μια πραγματικά σωτήρια και βιώσιμη λύση στο Ουκρανικό δράμα.
* Ο Δημήτρης Παπαδημούλης είναι αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.