Η Γαλλία «έκλεισε τα μάτια μπροστά στην προετοιμασία» της γενοκτονίας των Τούτσι στη Ρουάντα, το 1994 και φέρει «κατάφωρη και βαριά ευθύνη» για την τραγωδία αυτήν, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης μιας επιτροπής ιστορικών, τα οποία δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Η πολυαναμενόμενη έκθεση, που υποβλήθηκε στον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, επισημαίνει στα συμπεράσματά της «την αποτυχία της Γαλλίας στη Ρουάντα», μεταξύ 1990-94 και την «τύφλωσή» της απέναντι στη γενοκτονία των Τούτσι που διέπραξε το «ρατσιστικό, διεφθαρμένο και βίαιο» καθεστώς του Χούτου προέδρου Ζουβενάλ Χαμπιαριμάνα. Και αυτά, «παρά τις προειδοποιήσεις από το Κιγκάλι, την Καμπάλα ή το Παρίσι».
Η έκθεση υπογραμμίζει ωστόσο ότι «τίποτα δεν αποδεικνύει» ότι η Γαλλία ήταν «συνένοχη» της γενοκτονίας των Τούτσι, όταν, από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούλιο του 1994, σκοτώθηκαν τουλάχιστον 800.000 άνθρωποι, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ.
Το έγγραφο, που περιήλθε στην κατοχή του Γαλλικού Πρακτορείου πριν από την επίσημη δημοσιοποίησή του, επιμένει στην ευθύνη που έφερε ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας, ο Φρανσουά Μιτεράν, στην ακολουθούμενη πολιτική του απέναντι στη Ρουάντα. «Αυτή η ευθυγράμμιση με την εξουσία της Ρουάντας απορρέει από τη βούληση του αρχηγού του κράτους και της προεδρίας της Δημοκρατίας», γράφουν οι 14 ιστορικοί της Επιτροπής, οι οποίοι μελέτησαν εξονυχιστικά δεκάδες χιλιάδες γαλλικά αρχεία, επί δύο χρόνια. Ο Φρανσουά Μιτεράν διατηρούσε «ισχυρή, προσωπική και άμεση σχέση» με τον Ζουβενάλ Χαμπιαριμάνα, επισημαίνουν.
Η σχέση αυτή, σε συνδυασμό με την εθνικιστική ανάγνωση της κατάστασης στη Ρουάντα δικαιολόγησε «την παράδοση σημαντικών ποσοτήτων όπλων και πυρομαχικών στο καθεστώς του Χαμπιαριμάνα, όπως και την πολύ μεγάλη ανάμιξη των Γάλλων στρατιωτικών στην εκπαίδευση των Ενόπλων Δυνάμεων της Ρουάντας».
Η έκθεση καταγγέλλει επίσης «την ύπαρξη αντικανονικών πρακτικών της (γαλλικής) κυβέρνησης, παράλληλων αλυσίδων επικοινωνίας, την καταστρατήγηση των νόμιμων διαδικασιών, τις πράξεις εκφοβισμού» στο πλαίσιο της εφαρμογής μιας πολιτικής που αποφασίστηκε επί της ουσίας από το Ελιζέ και από τον στενό κύκλο του Μιτεράν.
Την εποχή της γενοκτονίας η Γαλλία «καθυστέρησε να διακόψει» τους δεσμούς της με τους υπεύθυνους και συνέχισε να επισείει την απειλή του FPR (σ.σ. το Πατριωτικό Μέτωπο της Ρουάντας, οι πρώην αντάρτες Τούτσι που έβαλαν τέλος στη γενοκτονία), γράφουν οι ιστορικοί. «Αντέδρασε καθυστερημένα με τη στρατιωτική-ανθρωπιστική επιχείρηση Turquoise, μεταξύ Ιουνίου-Αυγούστου 1994, η οποία επέτρεψε να σωθούν πολλές ζωές, όχι όμως εκείνες της μεγάλης πλειοψηφίας των Τούτσι της Ρουάντας, που εξοντώθηκαν από τις πρώτες εβδομάδες της γενοκτονίας», υποστηρίζουν.
Μολονότι οι σχέσεις του Παρισιού με το Κιγκάλι βελτιώθηκαν αφότου ανέλαβε πρόεδρος της Γαλλίας ο Εμανουέλ Μακρόν, το 2017, ο ρόλος της Γαλλίας στη Ρουάντα, η οποία συχνά κατηγορείται για «συνέργεια» στη γενοκτονία, παραμένει ένα εκρηκτικό θέμα, εδώ και πάνω από 25 χρόνια. Παραμένει επίσης ένα ζήτημα που εξάπτει τη συζήτηση μεταξύ ερευνητών, πανεπιστημιακών και πολιτικών.
Η επιτροπή, υπό την προεδρία του ιστορικού Βενσάν Ντικλέρτ, συγκροτήθηκε το 2019 με πρωτοβουλία του Μακρόν, ο οποίος έχει εκφράσει πολλές φορές την επιθυμία του να ρίξει φως σε ευαίσθητα ιστορικά θέματα.
Μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης για τον ρόλο της Γαλλίας στη γενοκτονία, το Ελιζέ ανακοίνωσε ότι ελπίζει πως πλέον οι σχέσεις της χώρας με τη Ρουάντα θα αναπτυχθούν και θα βελτιωθούν.
Πηγή: ΑΜΠΕ