Ο εμβολιασμός κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης δεν συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για τις έγκυες ή τα βρέφη και τα νεογέννητα, όπως προκύπτει από την ανάλυση στοιχείων στις ΗΠΑ, όπου έως και τις 19 Φεβρουαρίου καταγράφηκαν περισσότεροι από 30 χιλιάδες εμβολιασμοί για Covid-19 σε έγκυες γυναίκες. Αυτό επισημαίνει σε ανάρτηση του στο Facebook ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας Ηλίας Μόσιαλος της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου (LSE).
Στις ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας την εφαρμογή V-Safe για κινητά τηλέφωνα, οι εμβολιασμένοι μπορούν να αναφέρουν στα αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου Λοιμώξεων (CDC) εάν νιώσουν πως βιώνουν ανεπιθύμητες ενέργειες μετά τον εμβολιασμό για Covid-19. Μέσω του V-Safe οι εμβολιασμένοι μπορούν να αναφέρουν με ένα μήνυμα κειμένου το ζήτημα και κάποιος από το CDC μπορεί να τους καλέσει για περαιτέρω έλεγχο και πληροφορίες.
Έως και τις 16 Φεβρουαρίου 2021 στο V-Safe καταγράφηκαν πάνω από 30 χιλιάδες εγκυμοσύνες. Για την ακρίβεια καταγράφηκαν 16.039 εμβολιασμοί εγκύων με το εμβόλιο της Pfizer και 14.455 εμβολιασμοί με το εμβόλιο της Moderna (σύνολο 30.494).
Οι συμμετέχουσες συνήθως επικοινωνούν μέσω του V-Safe, μία φορά ανά τρίμηνο, μετά τον τοκετό και όταν το νεογέννητο είναι τριών μηνών. Το πιο συνηθισμένο ζήτημα στις αναφορές που έγιναν, ήταν ο τοπικός πόνος στο σημείο του εμβολιασμού. Δεν υπήρξε όμως καμία στατιστική διαφορά μεταξύ των ανεπιθύμητων ενεργειών που αναφέρθηκαν μεταξύ γυναικών εγκύων και μη-εγκύων, στις ηλικίες 16 έως 54 ετών.
Συγκρίνοντας τα στοιχεία από τις εμβολιασμένες για Covid-19 έγκυες με τα στοιχεία των αρχείων μητρώου, δεν υπήρχαν διαφορές:
• Στην έκβαση της εγκυμοσύνης: Δεν αυξήθηκαν τα ποσοστά αποβολών (νωρίτερα από την 20η εβδομάδα κύησης) ή θνησιγένειας (μετά την 20η εβδομάδα της κύησης),
• Στις επιπλοκές: Δεν καταγράφηκαν διαφορές στην εμφάνιση διαβήτη κύησης, προεκλαμψίας ή υπέρτασης κύησης, εκλαμψίας ή ενδομήτριας καθυστέρησης της ανάπτυξης.
Αντίστοιχα, όσον αφορά τα νεογέννητα των εμβολιασμένων για Covid-19 μητέρων, δεν καταγράφηκαν διαφορές σε πρόωρες γεννήσεις, συγγενείς ανωμαλίες, ανεπαρκή ανάπτυξη για την ηλικία κύησης ή νεογνικούς θανάτους. Επί του παρόντος, περίπου 2.000 εγκυμοσύνες παρακολουθούνται από το V-SAFE.