Της Μάρως Βακαλοπούλου
[email protected]
Η Μέση Ανατολή ήταν, είναι και προφανώς θα είναι ένα καζάνι που βράζει. Το αόρατο δίχτυ ασφαλείας όμως, το οποίο διαφυλάσσει τους τολμηρούς που θέλουν να ανεβάζουν στα ύψη την αδρεναλίνη μοιράζοντας συγκινήσεις σε ένα κατά τα άλλα δυνατό σόου, ευτυχώς εξακολουθεί να υπάρχει. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η αμερικανική πίεση αφενός και η ιρανική δίψα για οργή εφετέρου δεν εξακολουθούν να υφίστανται και να διατηρούν Ουάσιγκτον και Τεχεράνη σε τροχιά σύγκρουσης. Το ερώτημα είναι γιατί. Κυρίως για τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος εισέρχεται σε μία εκλογική χρονιά και το «μακριά από ατέρμονους πολέμους» ήταν το 2016 και παραμένει ακρογωνιαίος λίθος της προεκλογικής εκστρατείας του.
Ούτε οι ΗΠΑ ούτε και το Ιράν επιθυμούν να μπουν σε έναν μεταξύ τους καταστροφικό πόλεμο. Με μία πολύ προσεκτική, περιορισμένη και αναλογική επιχείρηση, η Τεχεράνη πήρε την εκδίκηση που μπορούσε για τον θάνατο του εθνικού ήρωά της, του στρατηγού Σουλεϊμανί – και απέφυγε μία κατά μέτωπον σύγκρουση που δεν μπορούσε να κερδίσει.
Και ο Ντόναλντ Τραμπ όμως, αρνούμενος να λάβει στρατιωτική δράση για τα πυραυλικά πλήγματα εναντίον βάσεων στο Ιράκ όπου σταθμεύουν αμερικανικά στρατεύματα, προστάτευσε το έθνος από έναν πόλεμο που θα αποσταθεροποιούσε τη Μέση Ανατολή. Υπό μία έννοια, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν παρέκκλινε καθόλου από τη γραμμή που χάραξε μπαίνοντας στον Λευκό Οίκο και η οποία θα μπορούσε να συνοψιστεί σε δύο παραμέτρους: ναι στην πολιτική μέγιστης πίεσης, όχι σε ένοπλες συγκρούσεις.
Η Ουάσιγκτον έχει το δικό της μεσσιανικό λόμπι, ικανό να ασκεί τη μέγιστη επιρροή. Σύμφωνα με τον Τζούλιαν Μπόργκερ από την «Guardian», τόσο ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο όσο και ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς αντιπροσωπεύουν μία μερίδα του ευαγγελικού χριστιανισμού που αντιμετωπίζει τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή υπό το πρίσμα της βιβλικής προφητείας, όπου το Ιράν έχει τον ρόλο του κακού που μάχεται τις δυνάμεις του καλού. Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι Πομπέο και Πενς ήταν εκείνοι που ώθησαν τον Αμερικανό πρόεδρο να τραβήξει τη σκανδάλη εναντίον του Σουλεϊμανί.
Η σύγκρουση με το Ιράν έχει επίσης και άλλους υποστηρικτές στην πτέρυγα των σκληροπυρηνικών συντηρητικών. Ο ηγέτης της ομάδας αυτής, ο Τζον Μπόλτον, έχει αποχωρήσει μεν από τον Λευκό Οίκο, η επιρροή του ωστόσο παραμένει ζωντανή, επισημαίνει ο Μπόργκερ. Παρότι όμως προσπαθούν να τον σύρουν σε μία τέτοιου είδους σύγκρουση «παίζοντας» με τον φόβο του να φανεί αδύναμος, ο Ντόναλντ Τραμπ παραμένει αντίθετος σε ολοκληρωτικούς πολέμους, κυρίως εν όψει εκλογών. Αυτό είναι ένα από τα σχετικά λίγα σταθερά στοιχεία της γενικά απρόβλεπτης εξωτερικής πολιτικής του.
Ενόσω οι ιρανικοί πύραυλοι χτυπούσαν τις δύο βάσεις στο Ιράκ, τη νύχτα της Τρίτης, ο Αμερικανός πρόεδρος και η ομάδα του περίμεναν σιωπηλοί. Με το πρώτο φως της ημέρας, και αφού ήταν πλέον σαφές ότι δεν υπάρχαν αμερικανικές απώλειες, ο Τραμπ ανέβηκε στο βήμα του Λευκού Οίκου για να πανηγυρίσει τη νίκη της χώρας του. Το επόμενο βήμα των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν κυρώσεις και όχι πύραυλοι.
Η τακτική της κλιμάκωσης κι έπειτα της αποκλιμάκωσης ήταν αυτή που επέλεξε να ακολουθήσει από την αρχή της θητείας του ο Ντόναλντ Τραμπ. Έδωσε το ΟΚ για τις αεροπορικές επιδρομές στη Συρία και τον θάνατο του ηγέτη του Ισλαμικού Κράτους Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, αλλά απέσυρε την πλειονότητα των αμερικανικών στρατευμάτων. Το ίδιο επιχείρησε σε γενικές γραμμές και με τη Βόρεια Κορέα, δυναμιτίζοντας τις πρώτες ημέρες της θητείας του κλίμα κι έπειτα κάνοντας βήματα προσέγγισης.
Είναι γεγονός πως εν όψει εκλογών, ο Τραμπ ρισκάρει αρκετά αναπτύσσοντας χιλιάδες στρατιώτες στη Μέση Ανατολή. Αναλυτές ωστόσο εκτιμούν ότι επί της ουσίας είναι ένα ρίσκο που παίρνει εκ του ασφαλούς. Δυσαρεστεί ίσως εκείνους στους οποίους υποσχέθηκε απόσυρση από τους ατελείωτους πολέμους, αλλά ικανοποιεί τους σκληροπυρηνικούς απέναντι στην Τεχεράνη και τους ομοίους της. Όσο δεν βρίσκεται αντιμέτωπος άλλωστε με τις πραγματικές συνέπειες και τα χειρότερα σενάρια, παραμένει κερδισμένος.