Η ΔΙΑΦΘΟΡΑ είναι τόσο παλιά, όσο οι οικονομικές συναλλαγές καθόριζαν τις ανθρώπινες σχέσεις. Σήμερα, έχει εξελιχθεί σε οικουμενική επιδημία. Δεν υπάρχει -και δεν νομίζω να υπήρξε ποτέ- κράτος, πλούσιο ή φτωχό, που να μην το έχει αγγίξει σε κάποιον βαθμό αυτό το υπαρκτό πρόβλημα.
Στις αναπτυσσόμενες χώρες -κυρίως δε σε αυτές που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο, μετά την κατάρρευση και αποδιοργάνωση των ολοκληρωτικών καθεστώτων- η διαφθορά αποτελούσε μία από τις βασικές αιτίες οι οποίες τελικώς οδήγησαν στην κατάπτωση.
Σήμερα, αγωνίζονται να ξεπεράσουν τις ιστορικές και κοινωνικές αναταραχές και να ανακάμψουν. Η διαφθορά, όμως, έχει επεκταθεί και στα οικονομικώς αναπτυγμένα κράτη, στα οποία, ωστόσο, ο παραγόμενος πλούτος και οι ισχυρές δημοκρατικές παραδόσεις τείνουν να ελαττώνουν κάπως την ανθρώπινη και οικονομική ζημιά.
Η διαφθορά οδηγεί σε σημαντική σπατάλη των παραγόμενων οικονομικών πόρων, φθείρει τις ανθρώπινες σχέσεις, δηλητηριάζει τις πολιτικές συνιστώσες, επιφέρει την κατάρρευση των ηθικών αξιών, καλλιεργεί παράνομες πρακτικές, ανοίγει το δρόμο για την ανομία και την κακοδιοίκηση και, τέλος, θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή. Σε μία διεφθαρμένη και αδιαφανή κοινωνία, η ελευθερία του ατόμου είναι σε διαρκή αμφισβήτηση. Τα πολιτικά δικαιώματα του πολίτη αποδυναμώνονται.
Το κράτος, το οποίο θα έπρεπε να είναι ο εγγυητής για την οικονομική και κοινωνική πρόοδο, το κράτος, το οποίο θα έπρεπε να ελέγχει την λειτουργία του ανταγωνισμού σε μία ελεύθερη αγορά με τους κανόνες που θέτει, το κράτος, το οποίο θα έπρεπε να υπερασπίζεται τους αδύναμους και να επιβάλλει τον νόμο, καταλήγει να είναι άβουλος και αποδυναμωμένος θεατής. Ο κίνδυνος να ασκήσουν πραγματική εξουσία τα ανεξέλεγκτα ιδιωτικά συμφέροντα, συνεπικουρούμενα από την διεφθαρμένη κρατική γραφειοκρατία, είναι ορατός.
Ζούμε σε μία εποχή στην οποία η ατομικότητα έχει καταλάβει μία από τις κορυφαίες -αν όχι την πρώτη- θέση στις αξίες και η οικονομική ευρωστία αποτελεί το βασικό ζητούμενο κάθε νέου στο ξεκίνημα της αναζήτησης του δικού του μέλλοντος.
Ο εγωισμός με την έννοια της θετικής προσπάθειας για συνολική βελτίωση της προσωπικής μας θέσης σε ένα ισόρροπο περιβάλλον πνευματικής, κοινωνικής, προσωπικής και επαγγελματικής επιτυχίας, έχει δώσει τη θέση του στην άποψη ότι αξία έχουν μόνο τα προνόμια και η κατάληψη της ανώτατης δυνατής θέσης και ότι όλες οι άλλες αξίες μπορούν να θυσιάζονται στην επίτευξη αυτού του -μοναδικού, πλέον- στόχου.
Σε αυτή την κουλτούρα των προνομίων, τα οποία οδηγούν σταθερά πλέον στην απληστία για το χρήμα και την εξουσία, ελλοχεύει μία ισχυρή τάση για διαφθορά. Η διαφθορά ανάγεται πλέον σε τρόπο ζωής και συγχρόνως καλλιεργεί το έγκλημα -είτε είναι κοινό, είτε οργανωμένο.
Τέτοια ανησυχητικά φαινόμενα έχουν αναγάγει τη διαφθορά σε κανονικό, συστηματικό και ανατροφοδοτούμενο σύστημα, με ευρείες διασυνδέσεις, το οποίο καθιστά πρακτικά αδύνατον -και, σε κάθε περίπτωση, εξαιρετικά δύσκολο- να ξεριζωθεί χωρίς μία πολύ ισχυρή, αποφασιστική και συντονισμένη συλλογική προσπάθεια.
Είναι πλέον παραδεκτό ότι δεν είναι η φτώχεια και η ανέχεια που οδηγούν στη διαφθορά· η διαφθορά είναι αυτή που οδηγεί στην εξαθλίωση, καθώς στερεί την κοινωνία από σημαντικούς οικονομικούς πόρους, οι οποίοι, αντί να κατευθυνθούν σε έργα κοινής ωφέλειας, τροφοδοτούν σκοπούς ανέντιμους, δόλιους, γεμάτους απάτη.
Ως εκ τούτου, στις διεφθαρμένες κοινωνίες το αυξημένο κόστος συνεπάγεται λιγότερα δημόσια έργα και, βεβαίως, κατώτερα κοινωνικά οφέλη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι χώρες οι οποίες είναι στην κορυφή σύμφωνα με τον δείκτη αντίληψης της διαφθοράς της Διεθνούς Διαφάνειας, είναι εκείνες που έχουν την μεγαλύτερη και πληρέστερη κοινωνική συνοχή και κοινωνικές παροχές υψηλοτάτου επιπέδου (Δανία, Φινλανδία, Νέα Ζηλανδία κ.α.).
Ακόμα και μεταξύ των δημοκρατικών χωρών -και αναφέρομαι κυρίως στις χώρες του παραδοσιακού δυτικού κόσμου-, η συγκριτική ανάλυση αποκαλύπτει ξεκάθαρα ότι η ηθική συμπεριφορά έχει ανθίσει κυρίως σε αυτές όπου επικρατεί η αρχή της αυτορύθμισης, αντί της ετερορύθμισης. Η αυτορύθμιση εμπεριέχει και την έννοια της ευθύνης, η οποία αντλεί αξίες από τα ιδανικά εκείνα τα οποία προτάσσουν την ηθική. Επομένως, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η ηθική είναι σαν ένα φυτό που αναπτύσσεται μόνον σε έδαφος στο οποίο η επιλογή των αξιών είναι υπαρκτή, ώστε να είναι παρούσα στην κοινωνία και να επηρεάζει άμεσα τόσο την πολιτική συμπεριφορά, όσο και την στάση μας απέναντι στους νόμους.
Η Ελλάδα, χώρα με βαθειά δημοκρατική παράδοση, είναι μία Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, με ελεύθερη αλλά μεικτή οικονομία, ιδιωτική και δημόσια, όπου το Δημόσιο εξακολουθεί να έχει έντονη «επιχειρηματική» δράση -και ακόμα εντονότερη τη διάθεση όχι για ρύθμιση, αλλά για παρέμβαση.
Την κατάσταση αυτή υποθάλπουν τόσο οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις που υπάρχουν οριζόντια στο πολιτικό μας σύστημα, όσο και η κρατούσα άποψη μεταξύ των πολιτών. Δυστυχώς, όμως, αυτή η πραγματικότητα γίνεται ακόμα πιο επιβαρυντική καθώς κάποια στοιχεία της ιστορίας μας, πτυχές του πολιτικού συστήματος και μία βαθειά ριζωμένη αντίληψη περί δημόσιας διοίκησης έχουν διαμορφώσει μία φαντασίωση και μία συγκεκριμένη στάση και συμπεριφορά τις οποίες θα πρέπει να ονομάσουμε αλλεργία προς την ευθύνη.
Το ζήτημα της αλλεργίας προ της ανάληψης ευθυνών έχει τις ρίζες του σε πολλά και καθοριστικά χρόνια και σε άλυτα προβλήματα τα οποία επηρεάζουν άμεσα τους πολίτες. Το δυσάρεστο είναι ότι πολλά από αυτά έχουν εμφυτευθεί στην νοοτροπία μας, με αποτέλεσμα να μην συζητιούνται, καθώς δεν αναγνωρίζονται από την πλειοψηφία ως προβλήματα. Ενδεικτικά αναφέρω:
* Την επιρροή της Εκκλησίας, που αναπαράγει σταθερά αναχρονιστικά πρότυπα περασμένων αιώνων και δεν βοηθά να δομηθεί μία κοινωνία βασισμένη στην έννοια της προσωπικής ευθύνης
* Την κρατικίστικη νοοτροπία των πολιτών, που μεταφέρει όλες τις ευθύνες στην πολιτεία -ακόμα χειρότερα δε, προσωποποιώντας μερικές φορές τον φορέα (βουλευτή, υπουργό, πολιτευτή κ.λπ.), για να λύσει όλα του τα προβλήματα, ακόμα και τα πλέον προσωπικά.
* Τις μικρές, αδύναμες ιδιωτικές επιχειρήσεις, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων δεν λειτουργούν με επιχειρηματικά κριτήρια και μεγάλο μέρος της τύχης τους καθορίζεται από την πολιτεία και τις ευεργετικές διατάξεις τις οποίες επιδιώκουν αυτή να θεσπίσει.
* Τις συμπράξεις ιδιωτών και Δημοσίου, καθώς το Δημόσιο εξακολουθεί να έχει ηγετικό ρόλο στην «επιχειρηματική» δράση, με τις οποίες επιδιώκεται να μηδενιστούν, με αδιαφανείς διαδικασίες, το ρίσκο και η ευθύνη, μέσα σε ένα σύστημα συνωμοτικού κέρδους.
* Την πρακτική της πολιτείας να συνδιαλέγεται με μεμονωμένους ιδιώτες ή οργανωμένες ομάδες, χωρίς να υπάρχει είτε συγκεκριμένο πλαίσιο αναφοράς, είτε νομοθετημένος μηχανισμός προώθησης συμφερόντων, με αποτέλεσμα να καλλιεργούνται σκοτεινές συνεργασίες και η διαφθορά.
ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΑΚΟΥΡΗΣ*
* Ο κ. Κώστας Μπακούρης είναι πρόεδρος της Διεθνούς Διαφάνειας-Ελλάδος.