Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Σε μπούμερανγκ για τον ΣΥΡΙΖΑ εξελίσσεται η εντός συνόρων συζήτηση περί μείωσης των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Η γραμμή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση είχε πετύχει τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων και... απορεί γιατί ο πρωθυπουργός και η νέα κυβέρνηση δεν εφαρμόζει απλώς την απόφασή τους, όπως υποστήριξαν ο κ. Τσίπρας στο CNBC, ο κ. Σκουρλέτης στον ΣΚΑΪ, ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος Αλέξης Χαρίτσης και σε διάφορες παρεμβάσεις του νωρίτερα ο τομεάρχης Οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππάς τις τελευταίες ημέρες, τινάχτηκε στον αέρα χθες από τον πρώην υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, ο οποίος μιλώντας στον Alpha είπε ότι δεν υπήρχε συμφωνία με τους εταίρους στην πρόταση που παρουσίασε ο ΣΥΡΙΖΑ στις 7 Μαΐου στο Ζάππειο, αλλά ότι ήταν μία στρατηγική που θα μπορούσε να πετύχει, καθώς κάποιοι την κατανοούσαν, άλλοι όχι, ενώ περίμενε την αντίδραση των «σκληρών».
«Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2020 με έναν δημοσιονομικό μηχανισμό που εγγυόταν τα χρήματα των εταίρων» δήλωσε και χθες ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Χαρίτσης.
«Βεβαίως είχαμε συμφωνήσει για τα πλεονάσματα με την γνωστή ρύθμιση του 2,5% ενώ θα παράμενε ο ονομαστικός στόχος του 3,5% αλλά αυτό θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα μέσα από την δημιουργία αυτού του καταπιστευτικού λογαριασμού, του ενδιάμεσου λογαριασμού ο οποίος δέσμευε ένα ποσό από το γνωστό μαξιλάρι που θα χρησιμοποιούσαμε για να καλύψουμε το 1% μέχρι το 2022» είπε στον ΣΚΑΪ ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης.
«Καταφέραμε να συγκεντρώσουμε σχεδόν 40 δισεκατομμύρια στα δημόσια ταμεία, τα οποία όταν αναλάβαμε την εξουσία ήταν απολύτως άδεια. Τότε είπαμε πως πλέον μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν καταπιστευτικό λογαριασμό (escrow account) με 5,5 δισ. από τα 40 ώστε να είναι απόλυτα βέβαιοι οι εταίροι μας ότι θα πάρουν τα χρήματά τους πίσω. Αλλά, έχουμε την κυριαρχία και παίρνουμε την απόφαση να μειώσουμε τα πρωτογενή πλεονάσματα από το 3,5% στο 2,5% το 2020. Δυστυχώς ο κ. Μητσοτάκης, όταν ανέλαβε την εξουσία δεν αποδέχθηκε την πρόταση και θέλει να διαπραγματευθεί κάτι που εμείς είχαμε πετύχει χωρίς διαπραγματεύσεις» είπε ο κ. Τσίπρας στο CNBC.
Το γιατί ο κ. Τσακαλώτος εμφανίζεται «εκτός γραμμής» στο θέμα, είναι ένα ερώτημα που προς το παρόν έχει δύο απαντήσεις.
Η μία απάντηση είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές λειτουργεί ως «σκορποχώρι», δεν υπάρχει ενιαίο κέντρο λήψης αποφάσεων και κεντρική αντιπολιτευτική γραμμή, γι΄ αυτό και ο τρόπος που επιχειρήθηκε να αντιδράσει μετά τις εξαγγελίες Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, δηλαδή με μεμονωμένες, θεματικές αντιδράσεις των τομεαρχών, απλώς ανέδειξε το κυβερνητικό μήνυμα. Ως εκ τούτου, το ότι εμφανίζεται ως «βαβέλ» σε αυτό το θέμα, είναι φυσικό και επόμενο της μετεκλογικής του λειτουργίας.
Η άλλη απάντηση είναι ότι ο κ. Τσακαλώτος, που συμμετείχε κανονικά στην προεκλογική παρουσίαση της πρότασης – «φάντασμα» και μάλιστα επιχείρησε τότε να εμφανιστεί και ως ο «πατέρας» της, «αδειάζει» την Κουμουνδούρου και αποκαλύπτει ότι δεν υπήρχε καμία συμφωνία, επειδή έχει αρχίσει να διαφοροποιείται από τον Τσίπρα, ενόψει συνεδρίου. Αν ισχύει, θα το δούμε και σε άλλα θέματα.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο κ. Τσακαλώτος, επιλέγει να παρέμβει με άρθρο του στη «Ν» και δήλωσή του στην ΕφΣυν για την οικονομία, μετά τις εξαγγελίες Μητσοτάκη και ενώ ασκεί κριτική στην κυβέρνηση, δεν αναφέρεται στο μείζον θέμα της αντιπαράθεσης μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης και αναφέρεται στη συνέντευξή του στον Alpha, μετά από ερώτηση.
Η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έθεσε ποτέ το θέμα στους Θεσμούς, επειδή δεν μπορούσε να το θέσει καθώς η επικοινωνία είχε «παγώσει» και το κλίμα είχε βαρύνει λόγω του προεκλογικού πακέτου παροχών. Δεν παρουσίασε ποτέ την πρόταση αυτή στους Θεσμούς, επειδή ήξερε ότι δε θα την εγκρίνουν. Όπως δεν παρουσίασε ποτέ την πρόταση για πλήρη άρση των capital controls επειδή ήξεραν ότι οι Θεσμοί – πολύ πριν φτάσει στην ΤτΕ – θα την απέρριπταν. Όπως απέρριψαν και διέκοψαν τις συζητήσεις με τον κ. Τσακαλώτο για την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ, που επίσης η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να την πραγματοποιήσει προεκλογικά, ενώ δεΝ δέχθηκαν καν να ξεκινήσουν τη συζήτηση για την αλλαγή της χρήσης των ANFAs και των SMPs. Αυτό ήταν το κλίμα στις Βρυξέλλες για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ τον Απρίλιο και τον Μάιο πριν από τις ευρωεκλογές. Η πρόταση που παρουσιάστηκε εν χορδαίς και οργάνοις προεκλογικά από τον κ. Τσίπρα και σήμερα τεχνηέντως επιχειρηθεί να παρουσιαστεί ως λύση, ποτέ δεν είχε συμφωνηθεί, ούτε καν συζητηθεί οργανωμένα με τους Θεσμούς.
Την Κυριακή ο κ. Τσίπρας θα κληθεί να απαντήσει στη συνέντευξη Τύπου στο πλαίσιο της 84ης ΔΕΘ αν στηρίζει την προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να μειώσει τα πρωτογενή πλεονάσματα για το 2021 και το 2022. Στις 17 Ιουλίου, μετά τη συνάντησή του με τον επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέκλινγκ, ο κ. Τσίπρας είχε δηλώσει: «Ως επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα στηρίξω οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια για μείωση των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων».
Το κλίμα από τότε ωστόσο μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, έχει αλλάξει. Μετά τη δήλωση Λαγκάρντ και την επικρότηση της γραμμής Μητσοτάκη, από το διεθνή Τύπο, η προοπτική να πετύχει η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός το στόχο του – σ.σ. κάτι δύσκολο και με λίγες πιθανότητες, παρά την κυβερνητική αισιοδοξία - έχει ανησυχήσει την Κουμουνδούρου. Η νέα γραμμή στον ΣΥΡΙΖΑ είναι να καταγγέλλει τον κ. Μητσοτάκη ότι επιδιώκει μείωση πρωτογενών πλεονασμάτων για να υλοποιήσει νεοφιλελεύθερα σχέδια, στα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να συμφωνήσει και συζητείται αυτή να είναι και η απάντηση Τσίπρα, εφόσον ερωτηθεί.