Από την έντυπη έκδοση
Tου Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Ενώ στη σεβαστή Βουλή των Ελλήνων παίζεται για μιαν ακόμη φορά το έργο της μέχρις εσχάτων πολιτικής αντιπαράθεσης, θα προτείνουμε στον αναγνώστη έναν αναστοχασμό που οδηγεί αλλού. Τι κρύβει/τι μπορεί να υποδηλώσει/πού οδηγεί ένα όνομα, μια έκφραση, μια λέξη; Με αναγωγή στο σαιξπηρικό «What’s in a name?». Πόση σημασία έχει το να πηγαίνει κανείς πίσω από τα ονόματα, προς την ουσία των πραγμάτων.
Δείτε ένα πρώτο παράδειγμα: για να μην ξεφύγουμε ολότελα από την κοινοβουλευτική μας σκηνοθεσία, εκείνο που βρίσκεται πίσω από τη συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα υπερπλεονάσματα ως επιλογή δημοσιονομικής διαχείρισης είναι -πέρα από την επιβολή των «εταίρων» /δανειστών τόσο στις διαπραγματεύσεις του 2012 όσο και σε εκείνες που ακολούθησαν το υπέρθερμο καλοκαίρι του 2015- μια ουσιαστικότατη συζήτηση (α) για τη μεσομακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της λειτουργίας της ίδιας της ελληνικής οικονομίας και (β) για την εξασφάλιση ενός μίνιμουμ κοινωνικής συναίνεσης, που είναι προαπαιτούμενο για να έχει καν νόημα η συζήτηση περί λειτουργίας της οικονομίας…
Τι θα πει αυτό; Θα πει ότι η συμφωνία για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που ήταν επιβεβλημένη ώστε τα excelόφυλλα του ελληνικού χρέους να βγάζουν «σωστό» αποτέλεσμα, αν οδηγήσουν τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας από την περιοχή του 2% να πέφτουν σιγά-σιγά κοντά στο 1%, καταλήγουν σε αδιέξοδο. Αργότερα, αλλά σε αδιέξοδο! Όμως και η διάσταση της αναδιανομής, την οποία έχει ως περιεχόμενο η επιλογή της επίτευξης υπερπλεονάσματων ήδη από το 2018 και μέχρι (και) το 2022 κατά το Μεσοπρόθεσμο, κινδυνεύει να ενισχύσει μεν τα εισοδηματικά εκείνα στρώματα που είχαν πληγεί περισσότερο από την κρίση, όμως να φέρει αντιμέτωπα με το δικό τους αδιέξοδο τα μεσοστρώματα. Κάτι τέτοιο, με τη σειρά του, δεν δημιουργεί απλώς νέο κύκλο κοινωνικού αυτοματισμού και αντιπαράθεσης/bellum omnium contra omnes, αλλά και αναποτελεσματικότητα της οικονομίας. Που θα βουλιάζει όλους μαζί.
Πάμε τώρα σε κάτι εντελώς διαφορετικό: υπάρχει στον χώρο των επιχειρήσεων ένα πράγμα που λέγεται εταιρική διακυβέρνηση. Δηλαδή -όπως το ορίζει/επεξηγεί ο Γιώργος Προβόπουλος, που βρίσκεται σήμερα στη θέση του προέδρου της «ΕΛΛΑΚΤΩΡ», δηλαδή ενός από τα καθοριστικά επιχειρηματικά σχήματα- μια διαδικασία στάθμισης των συμφερόντων των μετόχων με εκείνα της διευθυντικής ομάδας. «Εκείνο που πετυχαίνει, δηλαδή διαφάνεια, οδηγεί σε αποτελεσματικότητα μακροχρόνια», εξηγεί μιλώντας στην Οικονομική Επιθεώρηση του Μαΐου: με επιτροπές, με διαδικασίες, με μέριμνα και για τα συμφέροντα τρίτων, του κοινωνικού περίγυρου, του περιβάλλοντος. Κάπου εδώ έρχεται να μπει στη μέση η άλλη κατηγορία: εκείνο που είναι γνωστό σαν compliance/κανονιστική συμμόρφωση. Αυτή είναι ευρύτερη, συμπεριλαμβάνει όλες τις πτυχές σωστής εταιρικής συμπεριφοράς, συμβατής με το σύγχρονο κανονιστικό πλαίσιο. Ακούγεται κάπως ιδεαλιστικό, κάπως αφηρημένο; Και όμως… στηριζόμενη στο αίτημα σωστής εταιρικής διακυβέρνησης η σημερινή ομάδα που ελέγχει την ΕΛΛΑΚΤΩΡ πήρε -απευθυνόμενη ιδίως στο διεθνές μετοχολόγιο- τον έλεγχο της επιχείρησης…
Δείτε, όμως, τώρα το τρίτο παράδειγμα: τα θέματα αμφιλεγόμενης διαχείρισης όπως εμφανίζονται σε μια επιχείρηση, έτσι ισχύουν και για το Δημόσιο και πάντως για τις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Αυτό είχαμε επιχειρήσει να δείξουμε προ εβδομάδων -στο σημείωμα της 15/4- όταν αναφερθήκαμε στηνλειτουργία του Υπερταμείου, δηλαδή της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας/ΕΕΣΥΠ, που ακριβώς έχει/πρέπει να έχει την ευθύνη και του στρατηγικού σχεδιασμού και της συγκροτημένης πλαισίωσης των (σημαντικών) δημόσιων επιχειρήσεων και των άλλων (επίσης σημαντικών) περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου που έχει στην ευθύνη της. Επιχειρώντας να δημιουργήσει μια λογική ενιαίας, πάντως συγκροτημένης διαχείρισης όλου αυτού του συνόλου, η ΕΕΣΥΠ έχει προσπαθήσει να στήσει σειρά ενεργειών: από κοινού διαχείριση και αξιοποίηση ακινήτων, ενοποίηση δικτύων και υποδομών των θυγατρικών της με τη δημιουργία κοινής πλατφόρμας GIS, ακόμη-ακόμη και ενιαίας προσέγγισης του «περιβαλλοντικού αποτυπώματος» των εταιρειών, με ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων και υποδομών, επαναχρησιμοποίηση αποβλήτων κοκ.
Εδώ που τα λέμε, το «What’s in a name?» ισχύει και για το ίδιο το Υπερταμείο - που έτσι βαφτίστηκε από εμάς, τους δημοσιογράφους! Και καταλήξαμε -ενώ αποτελεί μια προσπάθεια ορθολογικής οργάνωσης της δημόσιας περιουσίας - ξεπεράσματος της καταπάτησης στα ακίνητα του Δημοσίου, υπέρβασης της παρεοκρατίας στις δημόσιες επιχειρήσεις, εισαγωγής κανόνων και διαφάνειας- να το περιγράφουμε κάτι σαν σακούλι με περιουσιακά στοιχεία, στη διάθεση των «κακών ξένων». Και σ’ αυτήν την περίπτωση του Υπερταμείου/ΕΕΣΥΠ, και στις άλλες των πρωτογενών πλεονασμάτων ή της εταιρικής διακυβέρνησης η πρόκληση ήταν και παραμένει η επεξήγηση. Η δημόσια, πεισματική, πειστική επεξήγηση του περιεχομένου και της αληθινής λειτουργίας. Δύσκολα πράγματα…