«Αξιοσημείωτο διπλωματικό επίτευγμα» χαρακτήρισε τη Συμφωνία των Πρεσπών ο αναπληρωτής βοηθός του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάθιου Πάλμερ, ο οποίος ωστόσο υπογράμμισε ότι η εφαρμογή της δεν θα είναι «ομαλή και εύκολη».
Μιλώντας με Έλληνες δημοσιογράφους στην Αθήνα και ερωτηθείς από τη «Ν» για την ανησυχία που διατυπώνει η αντιπολίτευση στην Ελλάδα, μεταξύ άλλων, για το ενδεχόμενο η Βόρεια Μακεδονία να εγείρει ζήτημα «μακεδονικής» μειονότητας στη βόρεια Ελλάδα, ο κ. Πάλμερ τόνισε ότι «η πλήρης εφαρμογή της συμφωνίας θα πάρει πολύ καιρό» και πως σημασία έχει τα όποια σημεία προστριβής να αντιμετωπίζονται με εποικοδομητικό τρόπο από τις δύο πλευρές. Στόχος, όπως είπε, είναι αφενός η ενδυνάμωση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες και αφετέρου η ευρωπαϊκή προοπτική της Βόρειας Μακεδονίας.
Αξιοσημείωτη ήταν η κατηγορηματική αναφορά του Αμερικανού αξιωματούχου στην παράμετρο του ρωσικού παράγοντα, καθώς εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι το Κρεμλίνο «ακόμη και τώρα προσπαθεί να υπονομεύσει τη συμφωνία». Στο πλαίσιο αυτό, μίλησε για «απειλητική γλώσσα» και για μηχανισμούς προπαγάνδας της ρωσικής εναντίωσης στην επίλυση του ονοματολογικού και στη συμμετοχή της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, όπως είπε, μέσα από τα social media αλλά και ρωσικά ΜΜΕ όπως το RT και το Sputnik, τα οποία και κατονόμασε.
«Στους επενδυτές δεν αρέσει τίποτα περισσότερο από τη σταθερότητα», σημείωσε χαρακτηριστικά, θίγοντας και τις οικονομικές προοπτικές που κατά τη γνώμη του διανοίγονται μέσα από τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Αναφερόμενος στις διμερείς σχέσεις ΗΠΑ και Ελλάδας, μίλησε για ισχυρούς δεσμούς των δύο χωρών οι οποίοι επαναβεβαιώνονται και για προοπτικές περαιτέρω σύσφιγξης των σχέσεων, τις οποίες η Ουάσιγκτον αντιμετωπίζει «με ιδιαίτερο ενθουσιασμό». Ερωτηθείς σχετικά, διευκρίνισε ότι οι σχέσεις αυτές «είναι σχέσεις ΗΠΑ και Ελλάδας, δεν είναι σχέσεις Τραμπ και Τσίπρα», καταλήγοντας ότι «η ανάδειξη μιας άλλης κυβέρνησης στην Ελλάδα προφανώς δεν θα μετέτρεπε αυτήν την πραγματικότητα».
Ο κ. Πάλμερ διεμήνυσε επίσης ως δεδομένη την πρόθεση των ΗΠΑ να στηρίζουν τη δημιουργία και την αξιοποίηση επενδυτικών ευκαιριών που συνδράμουν την οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας, τονίζοντας ότι η Ουάσιγκτον στέλνει θετικά μηνύματα προς αυτήν την κατεύθυνση. Ο ίδιος επανέλαβε την αμερικανική στήριξη στις διεργασίες που είναι σε εξέλιξη στην ανατολική Μεσόγειο και συγκεκριμένα στην ενεργειακή συνεργασία ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ, ως παράγοντας που συντελεί στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
naftemporiki.gr