Από την έντυπη έκδοση
Tου Ανατόλι Καλέτσκι *
Εάν υπάρχει ένα χρήσιμο συμπέρασμα από το οποίο μπορούν να διδαχθούν οικονομολόγοι και επενδυτές από την αλλοπρόσαλλη χρονιά που μόλις τελείωσε -στην πραγματικότητα, από ολόκληρη την «τρελή» δεκαετία από την εποχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008- είναι το εξής: Όπως λένε και στο Χόλιγουντ, «κανείς δεν γνωρίζει κάτι». Στην κινηματογραφική βιομηχανία, τα πλουσιότερα και με μεγαλύτερη πείρα στούντιο και παραγωγοί αφιερώνουν πολύ χρόνο και τεράστια χρηματικά ποσά σε έρευνες κοινού και παρ’ όλα αυτά δεν έχουν ιδέα εάν οι τελευταίες τους δημιουργίες θα εξελιχθούν σε επιτυχίες ή παταγώδεις αποτυχίες.
Γιατί, λοιπόν να απορούμε εάν ισχύει το ίδιο για τις χρηματοπιστωτικές αγορές - ή γενικότερα, για τις τιμές εμπορευμάτων, τη χάραξη νομισματικής πολιτικής και τις επιδόσεις των επιχειρήσεων;
Γιατί να μας σοκάρει εάν η πλουσιότερη εταιρεία στον κόσμο παραδέχεται, όπως έκανε η Apple μετά τα Χριστούγεννα, ότι δεν έχει ιδέα πόσα iPhones θα πωλήσει στην Κίνα; Ή εάν οι καλύτερα ενημερωμένοι traders ενέργειας προβλέπουν έλλειμμα στην παγκόσμια προσφορά που θα ωθήσει τις τιμές του πετρελαίου πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι, ακριβώς όταν οι συνθήκες υπερπροσφοράς οδηγούν την αγορά και τις τιμές του αργού στα 50 δολάρια; Ή εάν ο Αμερικανός πρόεδρος δεν γνωρίζει εάν μισεί ή αγαπά το παγκόσμιο εμπόριο; Ή εάν τα χρηματιστήρια προβλέπουν άνθηση της παγκόσμιας οικονομίας όταν οι αγορές ομολόγων προβλέπουν ύφεση και όταν και στις δύο αντιστρέφονται ξαφνικά οι τάσεις, ακολουθώντας ακριβώς αντίθετη πορεία;
Πέρυσι τέτοια εποχή, οι οικονομικές προσδοκίες ήταν σχεδόν ομόφωνα αισιόδοξες. Κάθε περιοχή ανά τον κόσμο φαινόταν να διανύει περίοδο ευφορίας, για πρώτη φορά από την εποχή της πιστωτικής κρίσης του 2008. Οι κεντρικοί τραπεζίτες ήταν αισιόδοξοι ότι θα μπορούσαν με ασφάλεια να αρχίσουν να αποσύρουν τα έκτακτα μέτρα νομισματικής στήριξης και οι επενδυτές στα χρηματιστήρια ήταν σχεδόν ομόφωνα αισιόδοξοι. Παρ’ όλα αυτά, το 2018 εξελίχθηκε για τους επενδυτές στη χειρότερη χρονιά από την εποχή της πιστωτικής κρίσης.
Τι πήγε στραβά; Τα οικονομικά στοιχεία ήταν μόνο ελαφρώς κατώτερα του αναμενομένου στο δεύτερο εξάμηνο του 2018. Η Παγκόσμια Τράπεζα, για παράδειγμα, έχει υποβαθμίσει τις εκτιμήσεις της για την παγκόσμια ανάπτυξη το 2018 και το 2019 μόλις κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα έναντι των προβλέψεων του Ιουνίου, στο 3% και 2,9% αντιστοίχως.
Ο βασικός παράγοντας ανησυχίας είναι η συμπεριφορά των χρηματοπιστωτικών αγορών. Πολλοί οικονομολόγοι είδαν την ταυτόχρονη υποχώρηση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων και μετοχικών τιμών τον Δεκέμβριο ως ένδειξη ύφεσης: Είτε οι επενδυτές «γνωρίζουν κάτι» τρομερό που ακόμη δεν φαίνεται στα στατιστικά ή η επιδείνωση του κλίματος στις αγορές θα καταστεί αυτοεκπληρούμενη προφητεία, προκαλώντας επιχειρήσεις ή καταναλωτές να μειώσουν τις δαπάνες.
Ποια γεγονότα λοιπόν, πέραν της μεταβλητότητας των αγορών, θα προκαλούσαν μια ύφεση ή μια σοβαρή παγκόσμια επιβράδυνση; Μια δημοφιλής απάντηση είναι απλώς το πέρασμα του χρόνου. Η παγκόσμια οικονομική επέκταση που άρχισε το 2009 έχει ήδη διαρκέσει σχεδόν δέκα χρόνια. Εάν δεν συμβεί μια ύφεση στις ΗΠΑ έως το 2020, η χώρα θα έχει βιώσει τη μεγαλύτερη άνευ διακοπής οικονομική ανάπτυξη στην ιστορία της.
Δεν υπάρχει τίποτε στην οικονομική θεωρία ή ιστορική εμπειρία που να καταδεικνύει ότι οι περίοδοι επέκτασης πεθαίνουν λόγω… ηλικίας ή ότι οι υφέσεις συμβαίνουν αυθόρμητα. Αλλά η οικονομική ανάπτυξη γίνεται πιο ευάλωτη σε ασθένειες μεγάλης ηλικίας: υψηλά επιτόκια, αυξημένες ενεργειακές τιμές, επιτάχυνση του πληθωρισμού ή τραπεζικές κρίσεις που πυροδοτούνται όταν οι μη βιώσιμα υψηλές τιμές ακινήτων καταρρέουν ξαφνικά. Και εάν δεν συμβεί κανένα από αυτά τα οικονομικά «ατυχήματα», οι πολιτικοί ηγέτες μπορεί τελικά να αποκτήσουν ριψοκίνδυνα υπερβολική σιγουριά, γεγονός που οδηγεί σε πολέμους, εμπορικές αντιπαραθέσεις ή δημοσιονομική κακοδιαχείριση.
Ορισμένα από αυτά τα προβλήματα άρχισαν να εμφανίζονται το 2018: άνοδος επιτοκίων στις ΗΠΑ, δημοσιονομική σύσφιγξη στην Ιταλία και το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, ένας κλιμακούμενος εμπορικός πόλεμος μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας και υψηλότερες ενεργειακές τιμές ανά τον κόσμο. Γι’ αυτό τον λόγο, δεν είναι απορίας άξιον που η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνθηκε το 2018, αντί να επιταχυνθεί, όπως ανέμεναν οι περισσότεροι οικονομολόγοι (μεταξύ των οποίων κι εγώ).
Πολλές όμως από τις δυνάμεις που προκάλεσαν την επιβράδυνση της προηγούμενης χρονιάς αρχίζουν τώρα να αντιστρέφονται.
Οι τιμές πετρελαίου υποχωρούν, οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων έχουν επιστρέψει στα επίπεδα που βρίσκονταν στις αρχές του 2018, οι εμπορικές διαμάχες φαίνεται να αποκλιμακώνονται και η Κίνα χαλαρώνει τη μακροοικονομική πολιτική τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό (και πιθανότατα θα προχωρήσει σε άμεσα μέτρα στήριξης εάν η οικονομία της αποδυναμωθεί περισσότερο).
Εάν όλα τα οικονομικά θεμελιώδη καταδεικνύουν ότι η οικονομική ανάπτυξη του 2019 θα καταλήξει το ίδιο ισχυρή ή ακόμη και ισχυρότερη από το 2018, τότε γιατί οι μετοχικές τιμές και ομολογιακές αποδόσεις κατέρρευσαν ξαφνικά τους προηγούμενους μήνες; Μήπως διότι οι επενδυτές είναι σε σύγχυση εξαιτίας του πολιτικού χάους και έχουν πλέον εγκαταλείψει την προσπάθεια να προβλέψουν τι θα συμβεί αργότερα;
Εάν συμβαίνει αυτό, τότε οι αγορές, αντί να βασίζονται στις προβλέψεις, γίνονται ολοένα και πιο αντιδραστικές, προεκτείνοντας απλώς τα πρόσφατα γεγονότα. Σε έναν κόσμο όπου «κανείς δεν γνωρίζει κάτι», οι επενδυτές ίσως να μην είναι σε καλύτερη μοίρα από τους επιχειρηματίες του Χόλιγουντ όσον αφορά την πρόβλεψη του μέλλοντος.
Copyright: Project Syndicate, 2019.
www.project-syndicate.org
* Ο Ανατόλι Καλέτσκι είναι επικεφαλής οικονομολόγος και συμπρόεδρος στην Gavekal Dragonomics, καθώς και συγγραφέας του βιβλίου «Capitalism 4.0, The Birth of a New Economy» (Καπιταλισμός 4.0, η γένεση μιας Νέας Οικονομίας).