Από την έντυπη έκδοση
Tου Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Μας επισημάνθηκε -με ευγενικά αυστηρή διάθεση- ότι ενώ παλιότερα η στήλη αυτή εξέφραζε αρκετές επιφυλάξεις για την πορεία του τραπεζικού συστήματος, τελευταίως… έμεινε πίσω. Για το τραπεζικό σύστημα, για το οποίο βέβαια όλοι σεμνοπρεπώς καταθέτουν ότι έχει πλήρη ευστάθεια. ότι είναι πλήρως κεφαλαιοποιημένο. ότι έχει επιτυχώς ανταποκριθεί σε διαδοχικά stress tests και AQR και όλα τα συναφή - για όλα αυτά είχαμε καταθέσει επιφυλάξεις: πόσο λίγο πειστική είναι η κεφαλαιακή τους βάση όσο στηρίζεται στον αναβαλλόμενο φόρο/DTA (δηλαδή την προσευχή να υπάρχουν κέρδη). πόσο «τραπεζική» είναι η τωρινή ηγετική ομάδα (ανεξαρτήτως του βαριού χεριού του ΤΧΣ, επί φόντου SSM, ή των selection panels και των ιερεμιάδων περί εταιρικής διακυβέρνησης και track record των εκάστοτε προτεινομένων στελεχών).
Ενώ, λοιπόν, παλιότερα είχαμε επεκταθεί σε αυτά/σε τέτοια, τώρα που πέρασε τσουνάμι πάνω από τις μετοχές των τραπεζών, τώρα που σ’ αυτό το φόντο μας προέκυψαν οι προτάσεις ΤΧΣ και ΤτΕ/Στουρνάρα για μια ουσιαστική πλέον αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων, μένουμε -κατά το κατηγορητήριο…- κάπως αποστασιοποιημένοι. Δηλαδή «δεν παίρνουμε θέση» σχετικά με το τι μπορεί να περπατήσει και τι όχι. Περιοριζόμαστε να επισημαίνουμε ότι, άμα μείνουμε να τσακωνόμαστε για το ποια μέθοδος/προσέγγιση/πατέντα είναι η καλύτερη (ή η πιθανότερη να προχωρήσει) κι αφήσουμε πάλι τον χρόνο να περνάει -προεκλογική περίοδος, γαρ- τότε βαδίζουμε σαν τα συμπαθή λέμινγκ προς δυσάρεστες εκπλήξεις.
Θα μας επιτραπεί, εδώ, να μην ξεκινήσουμε από το πώς θα κριθούν θεσμικά οι προτάσεις που υπάρχουν στο τραπέζι -στην ουσία η μία αφορά χρήση του cash buffer προκειμένου να δημιουργηθεί όχημα απορρόφησης-και-διαχείρισης των NPEs, η δεύτερη δημιουργία SPV με την εισφορά μεν «κοκκινισμένων» δανείων με τις όποιες εξασφαλίσεις τους, αλλά και μέρους του αναβαλλόμενου φόρου, εν συνεχεία δε διάθεση αυτού του οχήματος ή/και επιμέρους αξιογράφων στην αγορά ώστε οι τράπεζες να «γράψουν» κάτι στους ισολογισμούς τους μειώνοντας την έκθεσή τους-, αλλά να σταθούμε στο πώς θα «ψηφισθούν» στο τέλος της διαδικασίας. Δηλαδή στην αγορά.
Δεν αναφερόμαστε, δε, στην πίεση που δέχθηκαν στο Χρηματιστήριο οι τραπεζικές μετοχές αυτές τις εβδομάδες, πίεση που κι αν ακόμη δεν εξηγείται από άγαρμπο σορτάρισμα και κλείσιμο θέσεων, αντανακλά αβεβαιότητα και τήρηση αποστάσεων (ιδίως μετά την απόσυρση των 3 συστημικών, πλην Alpha, από τον δείκτη MSCI), αλλά στην τελική κρίση της διεθνούς αγοράς όταν θα έχουν δημιουργηθεί και τιμολογηθεί τα προϊόντα που σχεδιάζονται, senior και junior και mezzanine ανάλογα με τις εξασφαλίσεις. Λοιπόν: η αγορά, ο τελικός επενδυτής, θα έχει να σταθμίσει τις διάφορες κατηγορίες αξιογράφων που θα δημιουργηθούν, δηλαδή την απόδοση που θα υπόσχονται μαζί με τις εξασφαλίσεις που θα φέρουν. Και τούτο υπό διαφορετικές εκδοχές προοπτικής του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, δηλαδή της ελληνικής οικονομίας. Όμως θα έχει προηγηθεί κάτι άλλο: η αξιολόγηση/βαθμολόγηση αυτών των επενδυτικών προτάσεων από τους οίκους αξιολόγησης (που έδωσαν προ εβδομάδων investment grade σε ομόλογα Εθνικής και Πειραιώς, καλυμμένα βέβαια).
Ενώ, λοιπόν, όλοι θα ψειρίζουμε το αν θα ήταν εφικτό να «ελευθερωθεί» μέρος του cash buffer για τέτοια χρήση -πρόταση ΤΧΣ: λίγες οι πιθανότητες, αλλά και πρόβλημα από πλευράς κρατικής ενίσχυσης/DGComp- ή αν θα συντονιστεί η κρίση DGComp με SSM για αξιοποίηση του αναβαλλόμενου φόρου προκειμένου να χτιστούν προϊόντα στραμμένα προς την αγορά -πρόταση ΤτΕ/Στουρνάρα, που θεωρεί ότι ήδη η χρήση DTA έχει κάτι σαν προέγκριση- το κρίσιμο θα είναι αν η διαφάνεια του χειρισμού θα τις πείσει, εν τέλει, τις αγορές.
Το τι θα μπορούσε/θα «έπρεπε» να είναι μια βάση ριζικότερης εξυγίανσης του ορίζοντα των «κόκκινων» δανείων, το έδειξε εν τω μεταξύ ο χειρισμός της Fairfax/ του Prem Watsa στην περίπτωση Eurobank. (Η οποία, μάλιστα, πέραν των γενικών NPEs της είχε ως φαίνεται και αρκετή έκθεση στην ιδιαίτερη περίπτωση των δανείων σε ελβετικό φράγκο. Όπου επ’ εσχάτων οι δικαστικές αποφάσεις τείνουν περισσότερο χείρα βοηθείας στους δανειολήπτες…). Εκεί, με την απόφαση συγχώνευσης με τη θυγατρική/αδελφή Grivalia Properties -στην οποία μέτοχος ήταν και η Τράπεζα και η Fairfax- ουσιαστικά εισφέρει νέα κεφάλαια, διαμορφώνει πλειοψηφία ελέγχου στο νέο σχήμα (στο 33%, ως αληθινός anchor investor) και επιτρέπει να επιταχυνθεί ο περιορισμός των NPEs περισσότερο και από το μισό (από 39% στα 15%, υπολογίζει) εσωτερικά/in-house, χωρίς να αποκλείεται η συμμετοχή στα όποια άλλα γενικότερα σχήματα στήριξης τελικά προχωρήσουν. Βέβαια, τέτοιος χειρισμός θέλει κυρίως ένα: διακύβευση κεφαλαίων. Ποιος έχει κεφάλαια; Ποιος ανάληψη ελληνικού κινδύνου;
Άμα μείνουμε να τσακωνόμαστε για το ποια μέθοδος/ προσέγγιση/ πατέντα είναι η καλύτερη (ή η πιθανότερη να προχωρήσει) κι αφήσουμε πάλι τον χρόνο να περνάει -προεκλογική περίοδος, γαρ- τότε βαδίζουμε σαν τα συμπαθή λέμινγκ προς δυσάρεστες εκπλήξεις.